Το έργο του θεατρικού συγγραφέα και πεζογράφου Μάριου Ποντίκα «Ο Γάμος» ανεβάζουν στο θέατρο Σταθμός ο Κώστας Παπακωσταντίνου με την Αγγελική Μαρίνου. Μια παράσταση που σε αρπάζει κυριολεκτικά από την πρώτη στιγμή και σε κρατά με την ίδια ένταση μέχρι το τέλος. Οι συντελεστές επιλέγουν να ταράξουν το θεατή με το να πετάξουν μπροστά στα μούτρα του την πραγματικότητα γυμνή, ωμή, προκλητική, θέτοντας το «αιδοίο στα μούτρα» του. Είναι σαν να του λένε είσαι συνένοχος, υπάρχεις σε αυτή την κοινωνία, βλέπεις μα δε μιλάς. Οπότε τώρα «κοίτα και σκάσε». Όπως σκάει πειθήνια η γυναίκα απέναντι στο σύζυγο, στον πατέρα, στην οικογένεια, στην κοινωνία, γιατί «έτσι πρέπει», γιατί αυτή είναι «η θέση της».
Το έργο γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή πριν από σαράντα χρόνια το 1980 από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Μιλά για την Αφέντρα, τη μικρή κόρη μιας φτωχής οικογένειας η οποία πέφτει θύμα βιασμού και καλείται να αντιμετωπίσει τη δυσπιστία από τους πάντες. Ακολουθούν αλλεπάλληλοι «βιασμοί» από την ίδια την οικογένεια της, από την κοινωνία, από τη δικαιοσύνη, τα μέσα ενημέρωσης. «Άμα δεν ήθελε, δεν θα τα πάθαινε», θα ευθύνεται η ίδια, θα προκάλεσε το βιαστή της. Θα έπρεπε να προσέχει πού κυκλοφορεί, πώς ντύνεται. Ο αρραβωνιαστικός της την εγκαταλείπει, η οικογένεια της την κατηγορεί ότι τους στιγμάτισε. Η υποκριτική αντιμετώπιση του περίγυρου οδηγεί την κοπέλα στην αυτοπυρπόλησή της. Η τελική λύση δίνεται συμβιβαστικά με το γάμο του θύματος με το βιαστή του. Το κορίτσι είναι πλέον «χαλασμένο» και με το γάμο θα ξεπλυθεί η τιμή όλης της οικογένειας «έτσι όπως τα έκανε». Το έργο, επίκαιρο δυστυχώς ακόμη σήμερα, πραγματεύεται το μεγάλο πρόβλημα της σεξουαλικής βίας του άντρα προς τη γυναίκα, την ενδοοικογενειακή βία, τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και κυρίως αναμετριέται με την πατριαρχία. Το κείμενο θίγει όλα αυτά τα ζητήματα με αριστοτεχνικό τρόπο.
Όλοι οι ηθοποιοί είναι άψογοι στους ρόλους τους. Ο Ελισσαίος Βλάχος ερμηνεύει το σύζυγο και πατέρα, που παίρνει πάνω του όλη την ντροπή για την «ατιμία». Είναι εκείνος που αποκαλεί πολλές φορές «πράγμα» το ίδιο του το σπλάχνο, εκείνος που δε δουλεύει αλλά παρ’ όλα αυτά έχει πάντα τον πρώτο και τελευταίο λόγο για τη ζωή και τις επιλογές των υπολοίπων μελών της οικογένειας. Είναι εκείνος που ωθεί την κόρη του στην αυτοπυρπόληση της, αφήνοντας ένα μπετόνι απλά να υπάρχει εκεί δίπλα της, καθώς ίσως να της χρειαστεί. Ουσιαστικά είναι εκείνος που ενεργοποιεί το χέρι της και που μετέπειτα αποφασίζει να «το δώσει» στο βιαστή της. Την εξαναγκάζει να τον παντρευτεί αδιαφορώντας για τη βούληση της. Έπειτα στέκεται δίπλα της σ' ένα γάμο που εκείνος αποφάσισε. Ο βιαστής γελά, καθώς εκείνη τρέμει από το φόβο της. Τον ενδιαφέρει μονάχα το κέρδος, όταν ακόμη και τα χρήματα από το βιαστή και μέλλοντα σύζυγο, αρνείται να τα καταθέσει στο λογαριασμό της κόρης, αλλά θα τα επωφεληθεί ο ίδιος και πάλι φυσικά για «το καλό της οικογένειας». Είναι ένας πατέρας τέρας. Κατά τη διάρκεια της παράστασης άκουσα από πίσω μου μια κυρία να μονολογεί «θέλω να τον χτυπήσω αυτόν, δεν μπορώ να τον βλέπω». Το ίδιο ένιωσα και εγώ.
Η μάνα (Βάσω Καμαράτου) -όσο και να αγαπά την κόρη της, όσο και να τη συμπονά- δε βρίσκει τη δύναμη να εναντιωθεί, συνεχίζει ν’ ακολουθεί πιστά τις αποφάσεις του συζύγου. Αδυνατεί να επιβάλλει την άποψη της, παρ’ όλο που αντιλαμβάνεται την αδικία, καταδικάζει και η ίδια την κόρη της. Η αδελφή (Μυρτώ Πανάγου) δίχως ίχνος ενσυναίσθησης, νοιάζεται κυνικά μόνο για τη δική της αποκατάσταση που πλέον καταστράφηκε. Ο ιατροδικαστής, ο εισαγγελέας, ο δημοσιογράφος, ο βιαστής, ο αρραβωνιαστικός, ο δημοσιογράφος, η κοινωνία -ρόλοι παιγμένοι εξαιρετικά όλοι εναλλασσόμενα από δύο ηθοποιούς (Δημήτρης Κουτρουβιδέας, Δημοσθένης Ξυλαρδιστός).
Η Αφέντρα (Μαργαρίτα Τρίκκα), υπηρέτησε πιστά τις δύσκολες σκηνοθετικές απαιτήσεις. Παραμένει σιωπηλή, ενώ δέχεται όλη την κακοποίηση και τη φόρτιση με εκτεθειμένο το γυμνό σώμα της, καθηλωμένη στη γυναικολογική πολυθρόνα απέναντι μας. Είναι δύσκολη η θέση της, συμβολικά και πραγματικά. Μιλάει μέσω του σώματος, της κίνησης, του βλέμματος. Την ευχαριστούμε.
Ο φωτισμός (του Γιώργου Αγιαννίτη), η μουσική (του Βασίλη Κουτσιλιέρη), το σκηνικό (της Βίκυς Πάντζιου), επίσης λειτουργούν άψογα.
Αυτό που σε μουδιάζει είναι πως όλα όσα συμβαίνουν επί σκηνής δεν είναι τραβηγμένα. Αποτελούν την καθημερινότητα σε πολλές οικογένειες, κατά τα φαινόμενα «αρμονικές» και «ευτυχισμένες», όμως γεμάτες με καταπίεση και βία. Εξαιτίας του έργου έμαθα ότι μόλις το 2018 (!!) καταργήθηκε με τον Ν. 4531/18 η εξής διάταξη: «Αν μεταξύ του υπαιτίου αποπλάνησης ανηλίκου και του παθόντος τελέστηκε γάμος, δεν ασκείται ποινική δίωξη, και αν ασκήθηκε δεν συνεχίζεται αλλά κηρύσσεται απαράδεκτη». Δε το χωράει το μυαλό, τι να σχολιάσεις, τόσο βαθιά άρρωστη και υποκριτική κοινωνία.
Παρακολουθώ τη συγκεκριμένη ομάδα από το ξεκίνημά της («Χαλασσοχώρηδες» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Μαζώχτρα» του Αργύρη Εφταλιώτη , «Αυτόχειρ» του Μιχαήλ Μητσάκη, «Ρωμαϊκό Λουτρό» του Στανισλάβ Στρατίεβ, «Αγγέλα» του Γιώργου Σεβαστίκογλου,«Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως» του Γεωργίου Βιζυηνού, «Βόυτσεκ» του Γκέοργκ Μπύχνερ). Φέτος τη σκηνοθεσία συνυπογράφει δίπλα στον Κώστα Παπακωνσταντίνου και η Αγγελική Μαρίνου. Πρόκειται για ένα έργο σκληρό, αιχμηρό. Μια από τις πιο καλές και καλοδουλεμένες παραστάσεις της φετινής σεζόν. Να πάτε να τη δείτε!
Info
Σκηνοθεσία: Κώστας Παπακωνσταντίνου – Αγγελική Μαρίνου
Σκηνικά- Κοστούμια: Bίκυ Πάντζιου, Κίνηση: Κατερίνα Γεβετζή, Μουσική: Βασίλης Κουτσιλιέρης, Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης, Βοηθός σκηνογράφος-ενδυματολόγος: Φιλάνθη Μπουγάτσου, Φωτογραφίες: Νίκος Βαρδακαστάνης
Παραγωγή: Ξανθίας Α.Μ.Κ.Ε.
Ερμηνεύουν: Ελισσαίος Βλάχος, Βάσω Καμαράτου, Δημήτρης Κουτρουβιδέας, Δημοσθένης Ξυλαρδιστός, Μυρτώ Πανάγου, Μαργαρίτα Τρίκκα
Θέατρο Σταθμός (Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μετρό Μεταξουργείο), Τηλ.: 210 52 30 267
Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9 μ.μ.
Διάρκεια παράστασης: 85 λεπτά
Μέχρι τις 31 Μαρτίου