Ζαν Γκρενιέ, Τα νησιά, Ολκός, πρόλογος: Αλμπέρ Καμύ, μετάφραση: Αλέκος Μπενρουμπής, 1996
«Οι μεγάλες αποκαλύψεις που εμφανίζονται στη ζωή ενός ανθρώπου είναι σπάνιες, μία ή δύο συνήθως. Αλλά σε μεταμορφώνουν όπως η τύχη. Σ’ εκείνον που έχει πάθος να ζήσει και να γνωρίσει, ξέρω ότι το βιβλίο αυτό προσφέρει, μέσα από τις σελίδες του, μια παρόμοια αποκάλυψη. Είναι καιρός να βρει τούτο το βιβλίο καινούργιους αναγνώστες. Θα ήθελα να είμαι ένας από αυτούς. Θα ήθελα να ξαναγυρίσω σ’ εκείνο το βράδυ, όπου άνοιξα το μικρό αυτό βιβλίο στο δρόμο, το ξανάκλεισα μετά τις πρώτες γραμμές, και έτρεξα κρατώντας το σφιχτά, στο δωμάτιό μου, να το καταβροχθίσω με την ησυχία μου. Και ζηλεύω, δίχως πίκρα, αλλά με συμπάθεια τολμώ να πω, τον άγνωστο εκείνο νέο που προσεγγίζει, για πρώτη φορά σήμερα, αυτά Τα Νησιά.»
Ο Ζαν Γκρενιέ, υπήρξε δάσκαλος του Αλμπέρ Καμύ. Αυτές οι λέξεις του Καμύ για το βιβλίο, ήταν ικανές να με γεμίσουν πόθο και ανυπομονησία για να το διαβάσω. Το αναζητούσα καιρό, καθώς πρόκειται για έκδοση εξαντλημένη, και δε μπορούσα να το βρω. Κάποια στιγμή, μέσα στο φετινό χειμώνα, είδα ότι πουλιόταν σε καλή κατάσταση στο metabook. Έσπευσα, το αγόρασα, δωρίζοντας το στον εαυτό μου. Μόλις το έλαβα, η χαρά μου ήταν μεγάλη. Το τοποθέτησα στη βιβλιοθήκη, με σκοπό να διαβαστεί το καλοκαίρι, όπως θα του ταίριαζε.
Όντως, αυτό ήταν το βιβλίο που πήρα μαζί μου σε πρόσφατο ταξίδι στην Τήνο. Το είχα μαζί και καθώς το ξεφύλλιζα σε σημεία του νησιού, σκεφτόμουν τις δυσκολίες των τελευταίων καλοκαιριών σε συλλογικό επίπεδο. Μετά από μια χρεοκοπία και μια (τουλάχιστον) δεκαετή κρίση, ζήσαμε το 2018 τις φωτιές στο Μάτι, έπειτα την πανδημία με τις απαγορεύσεις και τις καραντίνες, έπειτα τις φωτιές στην Βόρεια Εύβοια. Φέτος για μια ακόμη χρονιά, η χώρα διανύει το καλοκαίρι σε μια συνεχή μαυρίλα, μια διαδοχή κακών γεγονότων.
O συγγραφέας προτείνει ένα ταξίδι στο φανταστικό και το αόρατο, μια αναζήτηση από νησί σε νησί, που είναι περισσότερο εσωτερικό παρά το εξωτερικό τοπίο.
Γράφει στα «Νησιά» του ο Ζαν Γκρενιέ: «Η τελειότητα, το ξέρω, δεν είναι του κόσμου τούτου, από τη στιγμή όμως που μπαίνεις σ’ αυτόν τον κόσμο, που δέχεσαι να υπάρξεις, μπαίνεις στον πιο λεπτό πειρασμό, εκείνον που σου ψιθυρίζει στο αυτί: αφού ζεις που ζεις, γιατί λοιπόν να μη ζήσεις;».
Το βίωμα της στιγμής, η απενοχοποίηση της χαράς, η δίψα για αλήθεια. Αυτή η σκέψη έρχεται να με ανασύρει από τις συλλογικές σκοτούρες μας. Και συνεχίζει... «Που οφείλεται το πνίξιμο που νιώθεις όταν σκέπτεσαι νησιά; Πού αλλού ωστόσο παρά σε ένα νησί που έχεις τόσο έντονη την αίσθηση της ελεύθερης θάλασσας, ανοιχτής σε όλους τους ορίζοντες. Που αλλού μπορείς να ζήσεις καλύτερα τη φυσική έκσταση; Είσαι όμως «απομονωμένος». Ένα νησί ή ένας άνθρωπος μόνος. Νησιά ή άνθρωποι μόνοι».
Επιστρέφοντας στο βιβλίο (σ.62), γράφει, «μπορεί λοιπόν να ταξιδεύει κανείς όχι για να ξεφύγει από τον εαυτό του, πράγμα αδύνατο, αλλά για να τον βρει. Το ταξίδι γίνεται τότε μέσον, όπως ήταν για τους Ιησουίτες οι σωματικές ασκήσεις, για τους βουδιστές το όπιο και για τους ζωγράφους το αλκοόλ».
Και συνεχίζει: «Είναι λοιπόν αλήθεια ότι ανάμεσα στην απέραντη μοναξιά που πρέπει να διασχίσει ένας άνθρωπος από τη γέννηση ώς το θάνατο υπάρχουν κάποιες στιγμές, κάποιες περιοχές εξαιρετικές, όπου η θέα ενός τόπου επενεργεί πάνω μας όπως ένας μεγάλος μουσικός πάνω σε ένα συνηθισμένο όργανο που το αποκαλύπτει στην κυριολεξία στον ίδιο του τον εαυτό. (...) Και όταν ξαφνιάζεσαι στη θέα μιας άγνωστης πόλης, όπως μπροστά σε ένα φίλο που τον είχες ξεχάσει, εκείνο που πραγματικά ατενίζεις είναι η πιο αληθινή εικόνα του εαυτού σου.»
Το καλοκαίρι, το Αιγαίο, το ταξίδι, η επιστροφή στις ρίζες, στην παιδική μας ηλικία, στα «νησιά», εκεί που ο χρόνος λίγο σταματά και είμαστε όλοι αθώοι, σαν αιωρούμενοι σε μια άλλη εποχή, κάπου μακριά, ξένη από την σκληρότητα της σημερινής.
Παλαιότερες δημοσιεύσεις στον Albert Camus:
- Αφιέρωμα στη ζωή και στο έργο του Αλμπέρ Καμύ / Albert Camus
- Αλμπέρ Καμύ, Σημειωματάρια. Βιβλίο πρώτο (1935-1942)
- Αλμπέρ Καμύ, Η θάλασσα μέσα στα χέρια μας
- Όταν ο Αλμπέρ Καμύ συνάντησε την Ελλάδα