24 Νοεμβρίου 2016

Θησαυροί από τις Συλλογές του Ερμιτάζ, Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο



Σάββατο μεσημέρι στο προαύλιο του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου 


στην έκθεση «Ερμιτάζ: Πύλη στην Ιστορία».


Το έκθεμα που κερδίζει κύρια τις εντυπώσεις είναι το παραπάνω.


«Έρως και η Ψυχή», 1801-1803, Antonio Canova


Εξαιρετικό πραγματικά!


«Έρως και η Ψυχή» του Rodin 
Πρόκειται για μια θεματολογία που γνώρισε
 ιδιαίτερη διάδοση στην γλυπτική του νεοκλασικισμού. 


Τα σπουδαία εκθέματα που φιλοξενούνται στην έκθεση δεν σταματάνε εδώ, άλλωστε το Ερμιτάζ είναι ένα μυθικό μουσείο με εξαιρετικές μοναδικές συλλογές. 
Ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα Μουσεία του κόσμου. 


Το Ερμιτάζ ιδρύθηκε το 1764, όταν η αυτοκράτειρα Μεγάλη Αικατερίνη απέκτησε μια εντυπωσιακή συλλογή έργων τέχνης.  Έκτοτε εμπλουτίζει συνεχώς τις συλλογές του.


Είναι η πρώτη φορά που εκτίθενται στους χώρους του Βυζαντινού Μουσείου αυτοί οι σημαντικοί αρχαιολογικοί θησαυροί και έργα τέχνης που προέρχονται από τις αυτοκρατορικές συλλογές του Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης. 




80 αρχαιολογικά αντικείμενα και έργα τέχνης (ζωγραφικοί πίνακες, έργα μικροτεχνίας και γλυπτά) αντιπροσωπευτικά των σημαντικότερων συλλογών του Μουσείου Ερμιτάζ που χρονολογούνται από τον 5ο αι. π.Χ. μέχρι και τον 20ό αιώνα με χαρακτηριστικά έργα που εμπλούτισαν τις συλλογές του μετά την οκτωβριανή επανάσταση και μέχρι σήμερα.


Είναι μικρή η έκταση της έκθεσης,
μα δεν έχεις κάθε μέρα την ευκαιρία να θαυμάσεις από κοντά
 έργα των Ελ Γκρέκο, Καραβάτζιο, Ρούμπενς, Ροντέν...


Στο μπαλκόνι του Βυζαντινού Μουσείου, στο τέλος μιας δύσκολης εβδομάδας. Στάθηκα λίγο εδώ ατενίζοντας ένα αγαπημένο κομμάτι της Αθήνας - μπροστά μου ο Λυκαβηττός - και έναν καθαρό ουρανό. Αυτές οι επισκέψεις δε λειτουργούν μόνο επιμορφωτικά, μα
κυρίως ψυχοθεραπευτικά! Αξίζει να την επισκεφτείτε.

Διάρκεια έκθεσης: 2 Νοεμβρίου 2016 έως 26 Φεβρουαρίου 2017

20 Νοεμβρίου 2016

Τρεις μέρες, μια ζωή / Πιερ Λεμετρ, Μίνωας



Ο έφηβος Αντουάν, ένα μοναχικό αγόρι, κλονίζεται ψυχικά από το θάνατο του Οδυσσέα, του αγαπημένου του σκύλου. Γεμίζει με οργή και θυμό. Αναζητά αντίποινα και εκδίκηση. Στα πλαίσια ενός παιχνιδιού σκοτώνει τον εξάχρονο Ρεμί. Μέσα σε πανικό προσπαθεί να σκεφτεί τρόπους για να κρύψει το πτώμα του. Περπατάει πάνω κάτω δίπλα στο πτώμα που δεν θέλει πια να βλέπει, του προκαλεί πανικό, δεν τον αφήνει να σκεφτεί. Η έκταση της καταστροφής τον έχει καταρρακώσει. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα η ζωή του έχει αλλάξει πορεία. Είναι ένας δολοφόνος. Αποφασίζει να κρύψει το πτώμα. Από εκείνη τη στιγμή η ζωή του αλλάζει ακαριαία, μαζί με την επιφανειακά ήρεμη ζωή της επαρχιακής πόλης. Μια περιοχή που καλύπτεται από πυκνά δάση και από ράθυμους αργούς ρυθμούς. Η ξαφνική εξαφάνιση του μικρού παιδιού ανατρέπει τη ζωή των κατοίκων και θεωρείται ως ο προάγγελος επερχόμενων καταστροφών.

Οι κάτοικοι τρομαγμένοι ζουν υπό το άγχος των συνεχόμενων ερευνών. Ανακρίσεις, αστυνομία, δημοσιογράφοι, μάρτυρες, υποψίες, φήμες, παράξενες θεωρίες, κρυμμένα μυστικά. Καθώς ο κλοιός σφίγγει γύρω από τον πιθανό δράστη συμβαίνουν απρόβλεπτα γεγονότα, που συνεχώς αναδιαμορφώνουν τα δεδομένα...  

Ο βραβευμένος με Goncourt συγγραφέας Πιερ Λεμέτρ στέκεται με μια ειρωνική ματιά πάνω από τις συμπεριφορές των ανθρώπων, υποδεικνύοντας μια καταπληκτική αφηγηματική ικανότητα. Πρόκειται για ένα βιβλίο με απίστευτα δουλεμένη εξιστόρηση και καυστική ματιά για την κοινωνική υποκρισία και το χρηστικό κανόνα της θρησκείας. 

«Η θρησκευτική δραστηριότητα είχε επιπλέον έναν κάπως εποχιακό χαρακτήρα. Οι περισσότεροι από τους πιστούς ξαναπήγαιναν να λειτουργηθούν όταν υπήρχαν προβλήματα στις καλλιέργειες, όταν η τιμή του μοσχαρίσιου κρέατος έπεφτε ή όταν τα εργοστάσια της περιοχής σχεδίαζαν απολύσεις. Η εκκλησία πρόσφερε κάποιες παροχές και οι άνθρωποι συμπεριφέρονταν σαν καταναλωτές.» (σ. 95)



Η υπόθεση της δολοφονίας επιστρέφει συνεχώς και πάλι στο σημείο εκκίνησης, καθώς όλα φαντάζουν εντελώς έωλα. Ο συγγραφέας σκιαγραφεί καταπληκτικά τη ψυχολογία και τα συναισθήματα του κεντρικού του ήρωα, καθώς το έδαφος υποχωρεί κάτω από τα πόδια του.

«Αφού το μυστήριο της εξαφάνισης του Ρεμί Ντεσμέ δεν είχε ποτέ εξιχνιαστεί, η θράκα σιγόκαιγε και η φωτιά μπορούσε να αναζωπυρωθεί με οποιοδήποτε φύσημα» (σ. 200)

Αν μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι υπάρχουν "κατάλληλες" εποχές για να διαβαστεί ένα βιβλίο, νομίζω ότι ο χειμώνας είναι ίσως η ιδανική για το συγκεκριμένο. Πρόκειται για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με εξαιρετική δομή, που καθιερώνει τον Πιερ Λεμέτρ ως έναν από τους σημαντικότερους συγγραφείς της σύγχρονης λογοτεχνίας. Θα το πρότεινα σε κάποιον να το διαβάσει; Ναι ανεπιφύλακτα! 

Πιερ Λεμετρ, Τρεις μέρες, μια ζωή, Μινωας, 2016, σ.288.

18 Νοεμβρίου 2016

...στο άγνωστο παλάτι-μουσείο της Πόλεως των Αθηνών



Ένα μουσείο με αντικείμενο την πόλη των Αθηνών, σχετικά άγνωστο στο ευρύ κοινό, το οποίο βρίσκεται στην Πλατεία Κλαυθμώνος και στεγάζεται σε ένα από τα πιο παλιά και ιστορικά της κτίρια.  Ξεναγήθηκα το προηγούμενο Σαββάτο στο Μουσείο.  Καθώς περνάς τις αίθουσες του, κάνοντας ένα μακρύ ταξίδι στο παρελθόν της πόλης,  αναλογίζεσαι τη σημασία της γνώσης της ιστορίας. 


Η φράση "σιγά τον πολυέλαιο" ειπώθηκε για αυτόν ακριβώς τον πολυέλαιο στην κεντρική αίθουσα του ιστορικού κτιρίου, διάβασε την ιστορία αναλυτικά εδώ.


Μια μακέτα της Αθήνας του 1842 και μια ψηφιακή εφαρμογή που σε βοηθά στον εντοπισμό των περιοχών της πόλης. Χρόνο να έχεις για να περιηγηθείς σε κάθε γωνιά της!

 

Οι συλλογές του μουσείου περιλαμβάνουν ζωγραφικούς πίνακες, χαρακτικά, γλυπτά, έπιπλα, αντικείμενα καθημερινής χρήσης αλλά και σημαντικά κειμήλια και τεκμήρια της νεώτερης ελληνικής ιστορίας.  Η αίσθηση είναι ότι κάθε ένα αντικείμενο είναι φορτισμένο με αναμνήσεις, αξία και ιστορικό βάρος.  


Πολλοί οι εξαιρετικά σημαντικοί πίνακες, τα ιστορικά ντοκουμέντα, τα έπιπλα.
 Παραπάνω το γραφείο της Βασίλισσας Αμαλίας. 
 



 

Φροντίστε να πάτε διαβασμένοι ή να παρακολουθήσετε κάποια ξενάγηση έτσι ώστε να μπορέσετε να κατανοήσετε την αξία των ιστορικών αντικειμένων.


Εξαιρετικό και το Bistrot του Μουσείου της Πόλεως Αθηνών μέσα σε έναν υπέροχο κήπο. Αξίζει μετά από την επίσκεψη σας να απολαύσετε εκεί το καφέ σας.

Περισσότερα: Μουσείο Πόλεως των Αθηνών // Black Duck Garden

14 Νοεμβρίου 2016

Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε, Αντονυ Ντορ, Πατάκης, 2016



«Ο κόσμος μοιάζει να λικνίζεται απαλά πέρα δώθε, λες και η θάλασσα παρασύρει ανάλαφρα την πόλη μακριά. Λες και όλη η υπόλοιπη Γαλλία έχει μείνει πίσω στη στεριά να τρώει τα νύχια της και να τρέχει και να σκοντάφτει και να κλαίει και να ξυπνάει σε μια μουδιασμένη, γκρίζα αυγή, ανίκανη να πιστέψει αυτό που συμβαίνει. Σε ποιον ανήκουν τώρα οι δρόμοι; Και τα χωράφια; Τα δέντρα;» (σ. 151)

Βρισκόμαστε στην περίοδο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στην πιο παράλογα σκληρή στιγμή της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Η Μαρί ζει στο Παρίσι μαζί με τον πατέρα της κοντά στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, όπου εκείνος εργάζεται. Στα έξι της χρόνια τυφλώνεται. Ο πατέρας της φτιάχνει μινιατούρες, προσπαθώντας να τη βοηθήσει να νιώσει πιο ασφαλής και αυτόνομη. Της αγοράζει βιβλία, της χαρίζει κοχύλια, την παίρνει μαζί του στο μουσείο. Όταν εισβάλλουν οι Γερμανοί στη χώρα, τον Ιούνιο του 1940, αναγκάζονται να καταφύγουν στο Σαιν Μαλό, μεταφέροντας μαζί ένα επικίνδυνο μυστικό.

«Ο δόκτωρ Χάουπτμαν λέει ότι μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, να φτιάξουμε τα πάντα. Λέει πως ο φίρερ έχει μαζέψει επιστήμονες για να τον βοηθήσουν να ελένξει τον καιρό. Λέει πως ο φίρερ θα φτιάξει έναν πύραυλο που θα φτάσει στην Ιαπωνία. Λέει πως ο φίρερ θα χτίσει μια πόλη στο φεγγάρι.» (σ. 204)

Σαν σε παράλληλη ιστορία, ο Βέρνερ, ένα ορφανό αγόρι από τη Γερμανία, μεγαλώνει με προορισμό να δουλέψει στο ορυχείο που σκοτώθηκε ο πατέρας του. Όμως η αγάπη του για την τεχνολογία, τον ωθεί να κερδίσει μια θέση σε μια από τις καλύτερες στρατιωτικές ακαδημίες της χώρας. Είναι η εποχή των μεγάλων φιλοδοξιών. Θα μπορέσει να αντέξει τον παραλογισμό της;


«Εκείνη τη στιγμή ο Βέρνερ σκέφτεται πόσο καταπληκτικά μάταιο είναι να χτίζεις πολυτελή κτίρια, να γράφεις μουσική, να τραγουδάς τραγούδια, να τυπώνεις τεράστια βιβλία γεμάτα πολύχρωμα πουλιά μπροστά στη σεισμική, σαρωτική αδιαφορία του κόσμου – τι φιλοδοξίες έχουν οι άνθρωποι! Γιατί να μπεις στον κόπο να γράψεις μουσική αφού η σιωπή και ο αέρας είναι μεγαλύτερα; Γιατί να ανάψεις λάμπες αφού αναπόφευκτα θα τις σβήσει το σκοτάδι; Αφού οι Γερμανοί στρατιώτες αλυσοδένουν σε φράκτες τους Ρώσους αιχμαλώτους ανά τριάδες ή τετράδες, τους βάζουν απασφαλισμένες χειροβομβίδες στις τσέπες και το βάζουν στα πόδια;


Όπερες! Πόλεις στο φεγγάρι! Είναι γελοίο. Το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να ξαπλώσουν στα πεζοδρόμια και να περιμένουν τα παιδιά να γυρίζουν την πόλη σέρνονται τα έλκηθρα με τα στοιβαγμένα πτώματα.» (σ. 400)



Το βιβλίο κέρδισε το βραβείο Pulitzer και το βραβείο Carnegie το 2015. Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα που σε κερδίζει από τις πρώτες σελίδες, διαβάζεται πολύ εύκολα. Σίγουρα σε αυτό συντελεί η εξαιρετική μετάφραση της Νίνας Μπούρη. Στο τέλος το κλείνεις με μια συγκίνηση και με καθάρια ευγνωμοσύνη προς τη ζωή. Συνειδητοποιείς ότι υπάρχουν κάποια συναισθήματα που δεν μπορείς να τα μοιραστείς εύκολα, ούτε να τα επεξηγήσεις σε κάποιον άλλο γιατί απλά σε διακατέχουν ολοκληρωτικά. Το μόνο σίγουρο είναι ότι διαβάζοντας το «Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε», επανεκτιμάς την αξία της ειρήνης, της ευγένειας, της θυσίας και συνειδητοποιείς την αρρώστια του εθνικισμού. Η ιστορία διδάσκει, μα εμείς όμως την ακούμε;

«Ξέρεις τι γίνεται, Ετιέν», λέει η μαντάμ Μανέκ από την άλλη άκρη της κουζίνας, «όταν ρίχνεις έναν βάτραχο σε μια κατσαρόλα με νερό που βράζει;»

«Είμαι σίγουρος ότι θα μας πείτε».

«Πηδάει έξω. Ξέρεις όμως τι γίνεται όταν βάζεις τον βάτραχο σε μια κατσαρόλα με κρύο νερό και μετά ανεβάζεις τη θερμοκρασία σιγά σιγά μέχρι να βράσει; Ξέρεις τι γίνεται τότε;» Η Μαρί Λορ περιμένει. Οι πατάτες αχνίζουν. 
«Ο βάτραχος βράζει» λέει η μαντάμ Μανέκ.» (σ. 351) 

Ένα κομμάτι από τον Ιούλιο Βερν: «Η επιστήμη, νεαρέ μου, φτιάχνεται από λάθη, αλλά από λάθη που είναι χρήσιμο να γίνονται επειδή λίγο λίγο οδηγούν στην αλήθεια». Ο Ετιέν γελάει μόνος του: «Θυμάσαι τι είπε η μαντάμ για τον βάτραχο που βράζει;» «Ναι, θείε». «Αναρωτιέμαι ποιος ήταν ο βάτραχος. Η ίδια; Ή οι Γερμανοί;» (σ. 397)


Με φόντο μια Ευρώπη που την καταπίνει ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος, το «Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε» φωτίζει το πώς, παρά τις αντιξοότητες, οι άνθρωποι αξίζει να παλεύουν για το καλό. Οι πρωταγωνιστές δε σταματούν ν' ονειρεύονται τη ζωή τους μετά τον πόλεμο. Όπου θα ταξιδέψουν για να «βρεθούν μαζί μέσα στο τροπικό δάσος, περιτριγυρισμένοι από λουλούδια που δεν έχουν ξαναμυρίσει, ακούγοντας πουλιά που δεν έχουν ξανακούσει» (σ.558). Αγωνίζονται να αντέξουν, ενώ έξω από το σπίτι οι οβίδες πηγαινοέρχονταν σαν αμέτρητα πουλιά. Εύχονται να είχανε εκείνα που εμείς παραβλέπουμε, μέχρι «να έρθει η πλημμυρίδα της κανονικότητας και να καλύψει πάλι τα πάντα» (σ. 603). Επανεκτιμώντας τις απλές στιγμές της ζωής. Τότε τίποτα από τα καθημερινά δεν ήταν δεδομένο. Όταν γίνεται πολυτέλεια μια ήρεμη βόλτα στην πόλη και ένα ήσυχο απόγευμα στο δωμάτιο σου. Η ανοησία του πολέμου δεν έχει τέλος, όπως και η αυτοκαταστροφή του ανθρωπίνου γένους.


Αντονυ Ντορ, Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε, Πατάκης, 2016, σ. 640.
Related Posts with Thumbnails