«Τι ακριβώς
σημαίνει η εποχή μας; Όλοι μας, φαντάζομαι, έχουμε την μελαγχολική αίσθηση του
τέλους του πολιτισμού μας (-η λογοτεχνία μας, 25 τώρα χρόνια, το διακηρύσσει,
αλλά καθόλου μελαγχολικά), συνεχώς ακούμε να μιλάν για έκπτωση των
πνευματικών αξιών, υπάρχει διάχυτη κι ανομολόγητη η αποδοχή του τίτλου της
παρακμής για την εποχή μας. Ασφαλώς ναι, ζούμε ένα τέλος – ή μια κρίση όπως
πριν την καθόρισα. Την βιώνουμε ατομικά, εμείς που κάναμε κιόλας λίγο ή πολύ τη
ζωή μας, μέσα σε ένα απέραντο άγχος, σε μιαν ακαθόριστη αγωνία. Αλλά είναι τόσο
αυτονόητο αυτό το τέλος (ή η κρίση) να σημαίνει την έκπτωση του ανθρώπου,
πρόκειται για ένα τέλος για το οποίο πρέπει να πενθούμε ή, αντίθετα, να
προσδοκάμε;
Αληθινά, θα
είχε κάποιος, ίσως από φυσικού του αισιόδοξος, το δικαίωμα να ανατρέψει αυτό το
καθεστώς του πένθους και της πτώσης και να αρχίσει να μιλά για μιαν εποχή Νέου
Διαφωτισμού. Όπου αυτές οι πνευματικές αξίες του ανθρώπου (αλλά τι αξίες είναι
αυτές; Αφού πνευματικές αξίες δεν υπάρχουν, οι πνευματικές αξίες είναι στην
πράξη συναισθηματικές αξίες) δεν εκπίπτουν, αλλά εξαλλάσσονται, καθώς αλλάζει η
χρήση των οργάνων του νου, αλλάζουν τα ίδια τα όργανα – φωτίζονται αλλιώς τώρα
από έναν Απότομο Νέο Φωτισμό, που συμπίπτει με μια περίοδο έξαρσης της συνειδητότητας.
Μια τέτοια διαπεραστική ενέργεια ωθεί τον νέο άνθρωπο να αποτινάξει από την
αντίληψή του περί κόσμου όλη την επιστρωμένη Σκόνη που την θάμπωνε, την έσκιαζε,
την παραμόρφωνε. Τον ωθεί να ξανακάνει από την αρχή όλον αυτόν τον ατελείωτο
δρόμο της επιβεβλημένης από άγνωστο υποβολέα γνώσης (αλλά και γνώμης), να
απελευθερωθεί από την έτοιμη, την καταναγκαστική γνώση, που δεν κατέληγε (στην
καλύτερη περίπτωση) παρά σε μια βασανισμένη και επώδυνη αναγνώριση κάποιων διάσπαρτων
και ασταθών ιδεϊκών αποτυπωμάτων. Να αναψηλαφήσει (γιατί πραγματικά πρόκειται
για ένα θανάσιμο είδος Δίκης) ολόκληρη την παραδομένη γνώση, να ξανααισθανθεί
τον Κόσμο και να τον ξαναονομάσει. Τότε ο λόγος θα ξαναβρεί την γνήσια του
φύση, θα γίνει ανοικονόμητος και ά-σχημος : θα εμφανισθεί στον Κόσμο ο λόγος
τέτοιος που είναι : ο λόγος-τέρας.
Όμως, γιατί το
Απότομο; Αναρωτιέμαι, τι θα βάραινε, αλήθεια, περισσότερο για την συνείδηση, γι’
αυτή την ευπαθή καθαρότητά της, για τον εμπλουτισμό, το τέντωμα της ανθρώπινης «φαντασίωσης»,
που από αυτήν εκπορεύεται ο οριακός πάντα λόγος της τέχνης – τι θα βάραινε πιο
πολύ : μια χρονιά, αθροιστική επί αιώνες συλλογή, μια ήμερη πέψη γνώσης ή ένας Τρομαχτικός
Πόλεμος, σαν κι αυτόν που σφράγισε τον αιώνα μας, μια Σφαγή, μια Πείνα; Το
δεύτερο, πιστεύω. Έτσι θέλω να υπερασπισθώ την ξαφνική Αφύπνιση: μ’ ένα
συνταρακτικό βίωμα. Η μουσική γεννήθηκε από τον Κρότο. Και προς αυτόν τείνει
διαρκώς. Έτσι θεωρώ την
Ξαφνική Γλώσσα: ένα νέο όργανο, μια νέα χρήση οργάνου – αφού η χρήση είναι το
όργανο.
Έληξε η
αμφισβήτηση. Αποφανατίσθηκαν οι επαναστάσεις. Καταγγέλθηκε η απάτη κάθε «πρωτοπορίας».
Μια οργιαστική Σιγή εβλάστησε σε όλες τις ρωγμές. Κοιτάξτε αυτούς τους νεαρούς
των δεκαπέντε-δεκαφτά χρονών. Κοιτάξτε τους καλά. Προσέξτε την Κατήφειά τους. Την
νευρική τους απάθεια, την σιωπή τους, την δύσαρθρη ομιλία τους, την δύσθυμη
σκληρότητα τους. Προσέξτε πόσο Ακίνητος είναι αυτός ο Νέος Άνθρωπος. Πόσον Αμίλητο
Φόβο κουβαλάει μέσα του. Κι αν ακόμα δεν είναι αυτοί ο Συναγερμός, θα έρθουν
παιδιά και έφηβοι που θα είναι προορισμένοι για τον Νέο Λόγο. Απλά, για τον
Λόγο. Για λέξεις που ποτέ δεν διαπράχθηκαν, για νοήματα που ποτέ δεν
ορθολογήθηκαν, για εικόνες που ποτέ δεν μιλήθηκαν.
Φοβηθείτε τους.»
«Χάρτης», τ. 1, Ιανουάριος 1982
Απόσπασμα από ομιλία του Γ.Χ., που περιέχεται στο βιβλίο :
Γιώργος Χειμωνάς, Ποιόν φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ, Εκδ. Καστανιώτη