16 Οκτωβρίου 2017

John Williams, Ο ΣΤΟΟΥΝΕΡ, εκδ. Gutenberg



Ο Στόουνερ του John Williams είναι το ωραιότερο βιβλίο που διάβασα το φετινό καλοκαίρι. Ήταν εκείνο το βιβλίο που επέλεξα να πάρω μαζί μου στις διακοπές και μπορώ να πω ότι μπόρεσε να ανταποκριθεί απόλυτα στις προσδοκίες μου. Με συγκίνησε βαθιά με την αλήθεια και τα μηνύματα του.

Το μυθιστόρημα περιγράφει τη ζωή και τη σταδιοδρομία του Στόουνερ, ενός βοηθού καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας. Προερχόμενος από ένα μικρό χωριό και μεγαλώνοντας στη σκληρή ζωή μιας αγροτικής οικογένειας, ο πρωταγωνιστής ακολούθησε το όνειρο του και τη βαθύτερη κλήση του. Γίνεται καθηγητής και υπηρετεί τη λογοτεχνία. Ο συγγραφέας στο βιβλίο μας περιγράφει τη διδασκαλία και τους ανταγωνισμούς της πανεπιστημιακής ζωής, τη σχέση με την οικογένεια του, την κόρη και τη σύζυγο του, την αποτυχία του γάμου του αλλά και τον έρωτά του για μια νεαρή καθηγήτρια. Αυτό που κυριαρχεί ως άποψη στο βιβλίο και εκείνο που επισημαίνει ο συγγραφέας είναι πως τελικά "η αγάπη για κάτι είναι αυτό που μετράει". Ο Στόουνερ αποπνέει μια βαθιά αγάπη για τη λογοτεχνία, τα βιβλία και τη δημιουργία.  Αυτό ήταν εκείνο που κράτησε τον πρωταγωνιστή δυνατό απέναντι στις δυσκολίες της ζωή του.


«Την αγάπη για τη λογοτεχνία, για τη γλώσσα, για το μυστήριο του νου και της καρδιάς, το πώς αποκαλύπτονται στους ασήμαντους, αλλόκοτους και απροσδόκητους συνδυασμούς γραμμάτων και λέξεων, τα τυπωμένα γράμματα, τόσο μαύρα, τόσο ψυχρά – την αγάπη που κρατούσε κρυμμένη σαν να ήταν παράνομη ή επικίνδυνη, άρχισε για να τη δείχνει, στην αρχή διστακτικά, μετά τολμηρά, στο τέλος υπερήφανα.» (σ. 173)



«Αφ ης στιγμής ερχόμαστε αντιμέτωποι με το μυστήριο αυτό που λέγεται λογοτεχνία και με την απαράμιλλη δύναμη της, είναι καθήκον μας να ανακαλύψουμε την πηγή αυτής της δύναμης και αυτού του μυστηρίου. Όμως, τελικά ποιο θα είναι το κέρδος μας; Πέπλο αδιαπέραστο απλώνει εμπρός μας το έργο της Λογοτεχνίας, εμποδίζοντάς μας να κατανοήσουμε το βάθος του. Ικέτες γινόμαστε ενώπιον του, έρμαια της εξουσίας του. Ποιος θα έχει την τόλμη να παραμερίσει το πέπλο τούτο, να εξιχνιάσει το ανεξιχνίαστο, να πλησιάσει το απλησίαστο; Οι πιο δυνατοί από εμάς δεν είναι παρά ασήμαντα ανθρωπάκια, χαλκός ήχων ή κύμβαλον αλαλάζον μπροστά στο αιώνιο μυστήριο.» (σ. 212)


Η πρώτη έκδοση του 1965. Είχε πουλήσει λίγα αντίτυπα και είχε αποσυρθεί από την αγορά. Δείτε τη σημερινή αξία ενός τότε αντίτυπου εδώ


Ο άνθρωπος πίσω από το έργο παραμένει ένα αίνιγμα, καθώς ο Williams δεν ήθελε να μιλάει για τον εαυτό του. Ακόμη και οι άνθρωποι που τον θεωρούσαν αγαπητό τους φίλο, δεν άκουγαν σχεδόν ποτέ κάτι για τις εμπειρίες του στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, κάτι που τον στοίχειωνε για χρόνια ή για την προσωπική του ζωή.  Η τέταρτη και τελευταία γυναίκα του, η Nancy Williams, η οποία έζησε μαζί του σχεδόν 35 χρόνια, τον περιγράφει ως έναν απλό άνθρωπο. "Μισούσε τον συναισθηματισμό, έβλεπε το γράψιμο ως εργασία δουλειάς. Συνήθιζε να λέει ότι αν δεν είχε γίνει συγγραφέας, ίσως να είχε γίνει ένας υδραυλικός". 

Ο Στόουνερ  έχει κατηγοριοποιηθεί στο είδος του ακαδημαϊκού μυθιστορήματος (ή campus novel). Εκδόθηκε πρώτη φορά στις ΗΠΑ το 1965 και πώλησε λιγότερα από 2.000 αντίτυπα. Πήρε καλές κριτικές, όμως αποσύρθηκε από την κυκλοφορία την επόμενη χρονιά. Στη συνέχεια επανεκδόθηκε το 2003 από το Vintage και το 2006 από την New York Review Books Classics, μα ξανά πούλησε ελάχιστα αντίτυπα. Μέχρι που το 2011, ενθουσίασε τη Γαλλίδα μυθιστοριογράφο Anna Gavalda, η οποία μετέφρασε τον Stoner και το διέδωσε ευρύτερα. Έγινε το βιβλίο Waterstones της χρονιάς στη Βρετανία το 2012. Το 2013,  σχεδόν δύο δεκαετίες μετά από το θάνατο του συγγραφέα του, οι πωλήσεις του τριπλασιάστηκαν. Το βιβλίο του John Williams ξαναβρίσκει το δρόμο του προς το αναγνωστικό κοινό και αυτή τη φορά πουλάει χιλιάδες αντίτυπα σε 21 χώρες. 



Η εξαιρετική μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου συντελεί στην αναγνωστική απόλαυση. Επίσης η έκδοση στολίζεται από ένα εξαιρετικό επίμετρο από τον Άρη Μπερλή, ο οποίος επισημαίνει σχετικά: «Η κεντρική ιδέα του βιβλίου δεν είναι ο έρωτας αλλά η αναπόδραστη τραγικότητα της ζωής, η τραγικότητα της ζωής του κύριου ήρωα του αλλά και όλων των άλλων χαρακτήρων. Το βιβλίο αφήνει μια πικρή αίσθηση και μια θλίψη, όχι μόνο στο τέλος αλλά και σε κάθε του σελίδα. Ακόμη και στις πιο θερμές, εξαιρετικές περιγραφές της ερωτικής σχέσης του Στόουνερ με την Κάθριν. Το μόνο αντίδοτο σε αυτή την επίμονη μελαγχολία που διαποτίζει όλο το μυθιστόρημα είναι, πολύ απλά, η χαρά της ανάγνωσης, η απόλαυση της αφήγησης, η ηδονή της λογοτεχνίας. Ακριβώς το ίδιο που συμβαίνει όταν διαβάζουμε τον Βασιλιά Ληρ (το τραγικότερο και θλιβερότερο ίσως κείμενο στην παγκόσμια λογοτεχνία) ή άλλες, αναρίθμητες, τραγωδίες, σε στίχο ή σε πεζό. Γιατί υπάρχει αυτό το παράδοξο με τη λογοτεχνία: Ενώ προωθεί και καλλιεργεί τη συναισθηματική ταύτιση (empathy) του αναγνώστη, ενώ μας προτρέπει «να μπούμε στη θέση του άλλου», ταυτόχρονα προσφέρει με την έντεχνη διεκτραγώδηση δεινών αισθητική ευχαρίστηση – σαν να εκμεταλλεύεται πάθη και ανθρώπινη δυστυχία χάριν των δικών της καθαρά καλλιτεχνικών σκοπών. Από αυτή την αισθητοποίηση της τραγικής μοίρας των ανθρώπων επωφελούμαστε κι εμείς ως αναγνώστες.» (σ. 402) Αναμφισβήτητα ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί και θα αγαπήσει κάθε βιβλιόφιλος. 

John Williams, O Στόουνερ
Μεταφραστής: Αθηνά Δημητριάδου 
Εκδόσεις: Gutenberg

Sixteen years after his death, not-so-famous novelist John Williams is finding his audience

8 Οκτωβρίου 2017

Η Κυρά της Ρω, του Γιάννη Σκαραγκά



"...Θέλω αντί για ίχνη, να αφήσω μια σημαία. Του ασήμαντου ανθρώπου, του κυριακάτικου τραπεζιού, της αρχαίας χαράς..."



Η παράσταση ξεκινά, τα φώτα σβήνουν, το μουσικό όργανο στην άκρη μεταφέρει ήχους θάλασσας και γλάρων και η Φωτεινή Μπαξεβάνη στέκεται αγέρωχη μπροστά μας. Περπατά αργά, από τη μία ως την άλλη άκρη της σκηνής, σαν πάνω σε φουρτουνιασμένα κύματα, σαν πάνω σε άγρια βράχια.  Υποδύεται την Δέσποινα Αχλαδιώτη, γνωστή ως κυρά της Ρω.  

Γεννημένη στο Καστελλόριζο το 1890, η Δέσποινα τόλμησε να παντρευτεί τον άντρα που έβοσκε τα ζωντανά του πατέρα της κόντρα στη θέληση της οικογένειάς της και να μείνει  μαζί του στο ακατοίκητο νησί της Ρω. Μετά το θάνατο του άντρα της, έζησε μόνη της για πολλά χρόνια και εναντιώθηκε στους κατακτητές, υψώνοντας καθημερινά την ελληνική σημαία απέναντι από τα τουρκικά παράλια... σε τρομερά άγριες εποχές. 


«Τα ξερονήσια του Καστελόριζου και της Ρω τα αγαπώ. Έμεινα μόνη μου το 1943 στο Καστελόριζο με την τυφλή μου μάνα, όταν έφευγαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού στη Μέση Ανατολή και στην Κύπρο. Με την ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες. Βέβαια η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις Τούρκικες ακτές. 
Την ελληνική σημαία θέλω να μου τη βάλουν στον τάφο μου»...


Το έργο με συγκίνησε βαθιά, ήταν πραγματικά συγκλονιστικό. Εστίασε στον άνθρωπο και στην πίστη στα ιδανικά του, χωρίς ίχνος εθνικιστικών αναφορών ή λόγων περί πατριωτικών ηρωισμών. Στάθηκε αφορμή να ψάξω μετά την παράσταση περισσότερα στοιχεία για τη ζωή αυτής της σπάνιας γυναίκας, αλλά και του Καστελόριζου. Μια νησίδα τόσο μικρή, μα με τεράστια ιστορία. Μήλο της έριδος ήταν από πολύ παλιά αυτό το νησί.  



Η «Κυρά της Ρω» έζησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής, τον ισχυρό σεισμό μεγέθους 8 Ρίχτερ του 1926 που κατάστρεψε πάρα πολλά σπίτια στο νησί και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.  Στη διάρκεια όλων αυτών των ετών, οι περισσότεροι κάτοικοι εγκατέλειψαν το Καστελόριζο. Άλλοι πήγανε στην Αυστραλία, άλλοι στην Τουρκία, άλλοι στην Ρόδο, είτε στην Κύπρο ή στην Αθήνα. Το νησί καταστράφηκε, λεηλατήθηκε και ισοπεδώθηκε πολλές φορές από κατακτητές. Μονάχα η «Κυρά της Ρω», η Δέσποινα Αχλαδιώτη, παρέμεινε στην ακριτική αυτή γωνιά του Αιγαίου, στη βραχονησίδα της για να υψώνει κάθε πρωί την ελληνική σημαία, επί σαράντα ολόκληρα χρόνια. Πέθανε το 1982, τάφηκε στο ξερονήσι της δίπλα στον ιστό της ελληνικής σημαίας με τιμές εθνικής ηρωίδας.



Έφτασα στο θέατρο περιμένοντας ότι όλη η διάρκεια της παράστασης, θα πραγματευόταν την ηρωική πράξη αυτής της γυναίκας. Την πράξη που όλοι σήμερα γνωρίζουμε. Όμως όχι. Αντίθετα, το έργο εστιάζει κυρίως στη ζωή της. Πώς έζησε; Τι ένιωθε; Τι δυσκολίες και τι πόνους γνώρισε; Αγάπησε; Αγαπήθηκε; Τι θα μας έλεγε αν στεκόταν απέναντι μας; Πώς θα μας εξιστορούσε τις αγωνίες, τους φόβους, τον έρωτα και τη μοναξιά της; 



"Τον αγάπησα πολύ τον Κώστα. Για πολλά πράγματα. Άλλα τα ξέχασα, άλλα τα μπέρδεψα. Ένα πράγμα όμως κράτησε την αγάπη μου για αυτόν ζωντανή. Μ' έκανε πάντα να θυμάμαι ποια είμαι. Με κοίταζε και αμέσως καταλάβαινα. Αυτό είσαι, σκεφτόμουν, αυτό το μπλε. Και, αντί για καρδιά, έχεις μία γραμμή. Όποτε θέλει, χωρίζει τον κόσμο στα δυο και, όποτε θέλει, σε βάζει στη μέση να τον βαστάς."


Ο συγγραφέας Γιάννης Σκαραγκάς έγραψε ένα σπαρακτικό, καθηλωτικό, εξαιρετικό μονόλογο, ένα ποιητικό κείμενο, που καταφέρνει να φωτίσει τις άγνωστες πτυχές της ζωής της Δέσποινας. Το κείμενο του αποτελεί έναν ύμνο για μια γυναίκα που πάλεψε ενάντια σε θηρία, καταλήγοντας να δικαιώσει την επιλογή της. Αποτελεί ύμνο για κάθε γυναίκα που παλεύει κόντρα σε μια πατριαρχική κοινωνία. Αφού σπάει την καρδιά σου σε χίλια κομμάτια, την ενώνει ξανά και σε κάνει να σκεφτείς όλα όσα έχεις να αντιμετωπίσεις και εσύ σήμερα. Αντιστρέφει τους ρόλους, στο ν' αναρωτηθείς τι κάνεις εσύ με τη δική σου σειρά για τούτη τη γη. Πως τελικά ένας φαινομενικά «ασήμαντος» άνθρωπος μπορεί να εμπνεύσει, να γίνει σύμβολο και να διαιωνίσει την πίστη του. Ακόμη, λοιπόν, και στις πιο δύσκολες καταστάσεις, η ελπίδα απομένει μόνο στην ανθρωπιά, στην αγάπη και στον αγώνα του καθένα από εμάς ξεχωριστά στους χειρότερους καιρούς. 


Η Φωτεινή Μπαξεβάνη μας συγκίνησε πραγματικά με την ερμηνεία της. Η Κατερίνα Μπερδέκα έστησε απόλυτα λειτουργικά και διακριτικά την παράσταση. Έξυπνο σκηνικό, βοηθητική μουσική, ωραίος φωτισμός. Υπηρετώντας και κατορθώνοντας να μας παραπέμψουν στην γυναίκα που αντλεί δύναμη από τα ελάχιστα και στο νερό, στο αιώνιο μπλε του Αιγαίου. Στο τέλος του έργου δε μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα. Πρόκειται για μια παράσταση που σας παροτρύνω να σπεύσετε να την δείτε.   Νομίζω ότι είναι από τις ελάχιστες φορές που νιώθω συγκίνηση ξανά τώρα που πληκτρολογώ το κείμενο, επαναφέροντας το έργο στην μνήμη μου. 

Η παράσταση ανεβαίνει  στο Θέατρο Σφενδόνη μέχρι τις 22 Οκτωβρίου. Θα ακολουθήσει περιοδεία ανά την Ελλάδα.

Η παράσταση είναι βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα που κυκλοφορεί  από τις εκδόσεις Κριτική. 



Ταυτότητα Παράστασης
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Μπερδέκα 
Σκηνικά-Κοστούμια: Γιώργος Γαβαλάς 
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Τσέλο: Τάσος Μισυρλής
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριάνθη Μπαϊρακτάρη
Bοηθός σκηνογραφου: Μιχάλης Σαπλαούρας
Σχεδιασμός οπτικής ταυτότητας: Σάκης Στριτσίδης
Κατασκευή κοστουμιού: Χάρης Σουλιώτης
Παραγωγή: «Λυκόφως», Γιώργος Λυκιαρδόπουλος

Ερμηνεύει η Φωτεινή Μπαξεβάνη  

Πληροφορίες:

Θέατρο Σφενδόνη
Μακρή 4, Μακρυγιάννη 
Στάση Μετρό-Ακρόπολη 

ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΤΑΜΕΙΟΥ
2155158968

ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΑΜΕΙΟΥ
Καθημερινά 13.30-21.30

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ 
Από 5 Oκτωβρίου έως 22 Οκτωβρίου 2017  

ΗΜΕΡΕΣ & ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ 
Τετάρτη 21.30, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21.00, Κυριακή 18.00.

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ 
Κανονικό 15 ευρώ, μειωμένο 10 ευρώ

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
80 λεπτά

2 Οκτωβρίου 2017

Σέριφος, η «σιδηρά νήσος» του Αιγαίου



«Μπροστά στη ράχη της Σέριφος, όταν ανεβαίνει ο ήλιος, τα πυροβόλα όλων των μεγάλων κοσμοθεωριών παθαίνουν αφλογιστία. Ο νους ξεπερνιέται από μερικά κύματα και λίγες πέτρες - κάτι παράλογο ίσως, παρ΄ όλα αυτά ικανό να φέρνει τον άνθρωπο στις πραγματικές του διαστάσεις. Επειδή τι άλλο θα του ήτανε πιο χρήσιμο για να ζήσει; Αν του αρέσει να ξεκινά λάθος είναι γιατί δεν θέλει ν' ακούσει. Ερήμην του το Αιγαίο λέει και ξαναλέει, εδώ και χιλιάδες χρόνια με το στόμα του φλοίσβου, σ' ένα μήκος ακτών απέραντο: Αυτός είσαι!...» Οδυσσέας Ελύτης, Εν λευκώ


Η Σέριφος του Περσέα, με το Ακρωτήρι του Κύκλωπα και το κεφάλι της Μέδουσας, η «σιδηρά νήσος» του Αιγαίου πελάγους. Μόλις δυο ώρες σε απόσταση από τον Πειραιά, η Σέριφος συμπληρώνει τον κύκλο γύρω από το νησί της Δήλου, μαζί με τα υπόλοιπα Κυκλαδονήσια. Ο επισκέπτης θα πρέπει να φτάσει σε αυτό το νησί προετοιμασμένος για αρκετό περπάτημα. Επιλέγοντας μια ήπια τουριστική ανάπτυξη, η Σέριφος αποτελεί μια διακριτική παρουσία με εκπληκτικές παραλίες, οι περισσότερες όμως από τις οποίες είναι προσβάσιμες μόνο με τα πόδια. 



Βάγια. Γάνεμα. Ψιλή άμμος. Συκαμιά. Κακοτράχαλοι χωματόδρομοι, που δικαιολογούν ότι σε αυτό το νησί ακόμη και τα ελάχιστα ταξί είναι 4x4. 



Κάθε νησί είναι και μια αποκάλυψη. Ακόμη και αν δε φτάσεις ως και την πιο απομακρυσμένη παραλία του. Ακόμη και αν δεν ξεκλειδώσεις την αρχική ιδέα που σε κάνει να επιλέγεις τον κάθε προορισμό, το μόνο σίγουρο είναι πως κάθε φορά γνωρίζεις κάτι καινούργιο και διαφορετικό. 


Η Χώρα της Σερίφου αιχμαλωτίζει τα βλέμματα. Κτισμένη αμφιθεατρικά με ένα μοναδικό τρόπο, εξαιτίας του φόβου των συχνών επιδρομών των πειρατών. Τα αυτοκίνητα φτάνουν μόνο μέχρι ένα σημείο. Αξίζει να ανηφορίσετε προς το Κάστρο με την πανοραμική θέα στο Αιγαίο, να βολτάρετε στα μαγαζιά και χαζέψετε την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της. Λίγο πριν την πλατεία υπάρχει και ένα αρχαιολογικό μουσείο – ίσως το μικρότερο που έχω επισκεφτεί ποτέ – μόλις με μια αίθουσα. 




Τα μεταλλεία αποτελούν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του νησιού. Κάποιες στοές και εγκαταστάσεις υπάρχουν ακόμη. Ο επισκέπτης μπορεί να τις εξερευνήσει στη νοτιοδυτική πλευρά της. Οι συνθήκες εργασίας στα ορυχεία ήταν πολύ σκληρές, ενώ σύμφωνα με τους ιστορικούς, εργάτες ξεψύχησαν στις στοές των ορυχείων, λόγω των απάνθρωπων συνθηκών εργασίας αλλά και λόγω της έλλειψης μέτρων ασφαλείας. 




Το καφενεδάκι του «Στράτου» στη χώρα, είναι από μόνο του ένας λόγος να επισκεφτείτε το νησί. Επίσης αξίζει οπωσδήποτε να φάτε στο «Μπακακάκι» στο λιμάνι, στον «Λούη»  και στον «Κύκλωπα» στο Μεγάλο Λιβάδι και μακαρονάδα στο «Ταχυδρομείο». Αξίζει να περάσετε από τον παραδοσιακό φούρνο με ξύλα στη χώρα.




Οι Κυκλάδες διαθέτουν ένα ιδιαίτερα γοητευτικό και ξεχωριστά μοναδικό τοπίο. Εκτάσεις απόλυτα άγονες, βραχώδεις, μια αίσθηση «άγριας δύσης» και στο τέλος αυτής της μακριάς ερήμου, το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, σαν μια όαση. Σαν την πηγή του παραδείσου. Μικρά λευκά σπίτια που «σπάνε» το γκρίζο του εδάφους και δένουν αρμονικά με το εκτυφλωτικό φως. Μια τοπογραφία σπάνια, ένα σύμπλεγμα νησιών, τόσο ιδιαίτερο - το καθένα και μια άλλη αποκάλυψη – όλα μαζί η πεμπτουσία του ταξιδιού. Μια μέθεξη και μύηση για κάθε αναζητητή της εμπειρίας, λάτρη της ιστορίας, αληθινό ταξιδευτή.

26 Σεπτεμβρίου 2017

Το όριο και το κύμα, Γιώργος Παυλόπουλος



Γνώρισα τον Γιώργο Παυλόπουλο, από τον λογαριασμό του στο instagram. Μου άρεσαν πολύ οι φωτογραφίες του, συνήθως συνοδεύονται από κείμενα, με ένα τελικό αποτέλεσμα που ξεχωρίζει και προσωπικά μου ταιριάζει. Ακόμη και ο τρόπος που διαχειρίζεται κάποιος ένα μέσο στα social media, μπορεί να μαρτυρήσει πράγματα για εκείνον. Γράφτηκα στο newsletter του site του και κάθε τόσο λάμβανα κάποιο ηλεκτρονικό του μήνυμα. Ήταν τόσο ενδιαφέροντα όσα έγραφε, που θέλησα να αναζητήσω τα βιβλία του. Υπήρξε μια επικοινωνία, γνωριστήκαμε και ήπιαμε έναν καφέ. Με τον Γιώργο ανήκουμε στην ίδια γενιά. Τα βιβλία του με βρήκανε, και άρχισε το ταξίδι. Το "Όριο και το κύμα" είναι το τελευταίο βιβλίο του Γιώργου Παυλόπουλου. Πρόκειται για μια νουβέλα που θα έπρεπε να είχε διαβαστεί, αλλά και να είχε ακουστεί περισσότερο.


«Κι αν όλοι όσοι βρισκόμαστε εδώ συνδεόμαστε με κάποιον τρόπο; Αν τα κείμενα που αφήνουμε πίσω μας ενώνονται μεταξύ τους και δίνουν ένα τυχαίο γραπτό; Μια χαρτογράφηση ατομικών ονείρων που ενώνονται σ’ ένα μεγάλο όνειρο ίσως; Είναι εφικτό άραγε να γράφουμε ένα ενιαίο κείμενο χωρίς καν να το γνωρίζουμε; Μήπως οι λέξεις που αφήνουμε πίσω μας αποτυπώνουν το κλίμα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης; Μήπως αυτά τα κείμενα στέλνονται μέσω των καλωδίων σε μια υπηρεσία πληροφοριών που τα διαβάζει προκειμένου να βγάλει συμπεράσματα για θέματα που εμείς αγνοούμε; Μήπως οι γραφομηχανές συνδέονται ασύρματα μεταξύ τους; Μήπως οι γραφομηχανές διαθέτουν κρυφές κάρτες μνήμης;» (σ.18) 


Από το οπισθόφυλλο: Όσο κι αν προσπαθεί να θυμηθεί τι έχει συμβεί, υπάρχει μια χαμένη δεκαετία στη ζωή του. Ή μήπως είναι παραπάνω; Ο Κ. Κοντικιάδης, ιδιοκτήτης του Καφέ των Μόνων Ανθρώπων, περπατάει στην Αθήνα μια μέρα γενικής απεργίας. Πρέπει να παραδώσει ένα δέμα, το οποίο δε γνωρίζει τι περιέχει. Στη διαδρομή σκέφτεται τα κείμενα που του αφήνει στο καφέ ένας άγνωστος, ο οποίος φαίνεται να γνωρίζει πολλά: από τους ανθρώπους που συναναστρέφεται μέχρι τη φανταστική πόλη που χτίζει στο μυαλό του. Είναι άραγε αυτός που θα τον βοηθήσει να θυμηθεί;


Αργά το απόγευμα, ο Κοντικιάδης θ’ αποκοιμηθεί παρά τη θέλησή του. Τότε, θα βρεθεί σε μια αλλιώτικη εκδοχή της πραγματικότητας και το μόνο που θα έχει μαζί του είναι ένα πορτοκαλί σημειωματάριο. Κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής του θα πρέπει ν’ αντιμετωπίσει όχι μόνο ένα βαθύ προσωπικό τραύμα, αλλά κι ένα Ινστιτούτο που προσπαθεί να επωφεληθεί από την οικονομική κρίση. Προκειμένου να ερμηνεύσει τον αποσπασματικό κόσμο που εμφανίζεται σε κάθε του βήμα, καταγράφει τα πάντα στο σημειωματάριο. Όταν τελικά συνειδητοποιεί τι μπορεί να συμβαίνει, προσπαθεί με κάθε τρόπο να επανέλθει στην πραγματικότητα. Ωστόσο, μοιάζει ανήμπορος να ξυπνήσει…


Ένα πολύπλευρο μυθιστόρημα, όπου η πραγματικότητα μπλέκεται με το όνειρο. Ένα διαφορετικό οδοιπορικό στην Αθήνα της κρίσης, που ταράζει συθέμελα τις ζωές των ανθρώπων. Αξιολογήσεις, μνημόνια, το παράλογο μιας εποχής. Το όριο της λογικής και το όνειρο πάνω στο κύμα.  Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ποταμός. Το μόνο βέβαιο είναι ότι θα διαβάσω και τα υπόλοιπα βιβλία του.

Ο Γιώργος Παυλόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Είναι ο συγγραφέας τριών μυθιστορημάτων: 300 Βαθμοί Κέλβιν το Απόγευμα (Αλεξάνδρεια, 2007), Ατμός (Κέδρος, 2011) και Το Όριο και το Κύμα (Ποταμός, 2014). Ταξιδιωτικά κείμενα και διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά του εξωτερικού. Εκτενή αποσπάσματα των βιβλίων του δημοσιεύθηκαν στην αμερικανική λογοτεχνική επιθεώρηση InTranslation ενώ το μυθιστόρημά του Ατμός βρίσκεται στη μόνιμη συλλογή των βιβλιοθηκών Yale, Harvard, Princeton και Columbia. Ζει στο Βερολίνο.

Περισσότερες πληροφορίες για τον Γιώργο Παυλόπουλο μπορείτε να βρείτε στην προσωπική του ιστοσελίδα (http://www.gpavlopoulos.com) καθώς επίσης και στις σελίδες του στο facebook και στο instagram.


Γ. Παυλόπουλος, Το όριο και το κύμα, Ποταμός, 2014
Related Posts with Thumbnails