24 διηγήματα που μιλάνε για την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου και την αδυναμία του να προσαρμοστεί στις αλλαγές της σύγχρονης εποχής, με μια ματιά τρυφερή και συμπονετική. Το κυριότερο όμως δοσμένη με χιούμορ. Καθώς διάβαζα το βιβλίο, πολλές φορές ένιωσα σαν ο συγγραφέας να έκλεινε το μάτι στον αναγνώστη, σαν να του χαμογελούσε. Γιατί, αν και το βιβλίο μιλά για το άγχος του σύγχρονου ανθρώπου, ακόμη και αν γίνεται αρκετά αιχμηρό, επικριτικό και σκληρό, εντούτοις όμως δεν είναι μελαγχολικό. Η απελπισία λοιπόν δοσμένη με σαρκασμό και χιούμορ.
Ο τίτλος "24" είναι εμπνευσμένος από τις 24 στάσεις του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου της Αθήνας, όπου άλλωστε διαδραματίζονται, εξελίσσονται ή απλώς ξεκινάνε αυτά τα 24 διηγήματα. Μια σπονδυλωτή συλλογή, όπου κάποιες ιστορίες συνεχίζονται σε άλλη στάση, ή εξελίσσονται παράλληλα με άλλες καθώς κάποιοι ήρωες επανεμφανίζονται, μπαινοβγαίνουν στις ιστορίες, καθώς το τρένο διασχίζει την πόλη. Παράλληλα παρεμβάλλονται διάλογοι ανώνυμων συνεπιβατών και παρακλήσεις ζητιάνων που διακόπτουν τη ροή της αφήγησης.
(Δ): Από ανθρώπους. Ένας μόνο μπορεί να μας σώσει.
(Ε): Ποιος, ρε Μάνθο; Μ’ έσκασες.
(Δ): Ο ξανθός.
(Ε): Ποιος ξανθός; Ο Ιωαννίδης;
(Δ): Ποιος Ιωαννίδης; Ο χουντικός;
(Ζ): Επί χούντας, καλέ, μια χαρά περνάγαμε.
Πείναγε κανείς;
(Ε): Ποιος χουντικός, ρε Μάνθο; Ο Ιωαννίδης, ο προπονητής. Ξανθό δεν τον λέγαμε;
(Ζ): Επί χούντας, καλέ, δεν έβλεπες άστεγο.
(Δ): Ποιος προπονητής, ρε; Ο ξανθός, ο Πούτιν.
Ο Πούτιν θα μας σώσει.
«Από δίπλα του πέρασε ένας άντρας. Απ’ το κορδόνι γύρω από το λαιμό του κρεμόταν ένα χαρτόνι: «ΕΧΩ 7 ΠΑΙΔΙΑ με ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΡΘΥΜΙΑ. Μας ΕΧΕΙ ΔΕΙΞΕΙ Ο ΑΝΤΕΝΑ». Από κάτω πιασμένη με συρραπτικό μια φωτογραφία με τα παιδιά να ποζάρουν γελαστά έξω από μια φρεσκοβαμμένη εκκλησία.» (σ.184)
Η αδιαφορία του πλήθους, οι γρήγοροι ρυθμοί και η αποξένωση της πόλης. Μια Αθήνα που γίνεται ολοένα και πιο απρόσωπη, με ανθρώπους που λιώνουν από μοναξιά, κάτι που είναι ιδιαίτερα εμφανές στα μέσα μαζικής μεταφοράς.
«Ο Μάνος γέλασε αυθόρμητα. Κανείς άλλος δε χαμογελούσε. Στο μυαλό του γύρισε μια φράση από ένα μυθιστόρημα: οι επιβάτες του τρένου αγοράζουν μαζί με το εισιτήριο και το θλιμμένο ύφος τους, έλεγε – δεν θυμάμαι το συγγραφέα, η μνήμη του πια καχεκτική. Έτσι κι εδώ. Όλοι θλιμμένοι». (σ. 87)
Έντονη ειρωνεία ακόμη και για τον εκδοτικό χώρο, με εμβόλιμες απόψεις του συγγραφέα (σ. 138-139): «Άσε ο Αγουρίδης. Μου έφερε μια συλλογή διηγημάτων για ανθρώπους που συζητάνε στο λεωφορείο για την κρίση. «Αν ήθελε ο αναγνώστης να μάθει για την κρίση, δεν θα διάβαζε το βιβλίο σου» του είπα. «Θα έπαιρνε το λεωφορείο και θα τ’ άκουγε από πρώτο χέρι. Και θα του ερχόταν και φθηνότερα». Ο Μελιδώνης γελά ξανά, η Έλλη τον κοιτά ανέκφραστη.»
Διάβασα το βιβλίο στις διαδρομές μου στην πόλη. Αν ξεχώριζα κάποια στάση – δηλαδή διήγημα - αυτό θα ήταν το «Ηράκλειο» με ήρωες την Έλλη και τον Παναγιώτη. Ή τη «Νέα Ιωνία», ή την «Ομόνοια», ή τα «Πευκάκια». Η Έλλη, η αγαπημένη μου ηρωίδα του βιβλίου – μάλλον και του συγγραφέα – καθώς επανέρχεται ξανά σε κάποιες αφηγήσεις.
Το "24" είναι το πρώτο βιβλίο του Γιάννη Γορανίτη. Ένα βιβλίο γεμάτο έμπνευση, απολαυστική ανάγνωση που αξίζει να τη χαρίσετε στον εαυτό σας.