24 Οκτωβρίου 2017

Ευγνωμοσύνη / Oliver Sacks




O νευρολόγος και συγγραφέας Oliver Sacks (1933-2015), υπήρξε μια ξεχωριστή περίπτωση επιστήμονα. Τιμήθηκε με πολλές διεθνείς διακρίσεις, υπήρξε τακτικός συνεργάτης στα περιοδικά "The New Yorker" και "The New York Review of Books", καθώς και σε πολλά ιατρικά περιοδικά. Οι "New York Times" τον αποκάλεσαν "the poet laureate of medicine" ("ποιητή της ιατρικής"). Ως συγγραφέας εμπνεύστηκε μέσα από δύσκολα περιστατικά ασθενών, καταφέρνοντας να μεταδώσει αισιοδοξία σε άλλους ανθρώπους από τον αγώνα τους και την αγάπη τους για τη ζωή. 



"Ευγνωμοσύνη". Διάβασα αυτό το βιβλίο των μόλις 60 σελίδων του Oliver Sacks μονορούφι μέσα σε μια μέρα. Αποτελείται από τέσσερα δοκίμια (Υδράργυρος - Η δική μου ζωή - Ο περιοδικός μου πίνακας - Σάββατο) γραμμένα στα δυο τελευταία χρόνια της ζωής του, όπου ο Όλιβερ Σακς πραγματεύεται το θάνατο, το γήρας και την αρρώστια. Γνωρίζοντας ότι η ζωή του σύντομα θα τελειώσει, ο συγγραφέας γράφει αυτά τα δοκίμια εκφράζοντας το αίσθημα ευγνωμοσύνης για τη γεμάτη ζωή που έζησε.


«Αυτοί που πεθαίνουν είναι αναντικατάστατοι. Αφήνουν πίσω τους κενά που δεν μπορούν να γεμίσουν, γιατί η μοίρα – η γενετική και η νευρωνική μοίρα – κάθε ανθρώπου είναι να είναι μοναδικός, να ακολουθεί το δικό του μονοπάτι, να βιώνει το δικό του θάνατο.


Δεν προσποιούμαι ότι δε φοβάμαι. Αλλά το κυρίαρχο συναίσθημα μέσα μου είναι η ευγνωμοσύνη. Αγάπησα και αγαπήθηκα. Μου έδωσαν πολλά κι έδωσα κάτι κι εγώ με τη σειρά μου. Διάβασα και ταξίδεψα και στοχάστηκα και έγραψα. Συνευρέθηκα με τον κόσμο, μέσα απ’ αυτή την ιδιαίτερη συνεύρεση μεταξύ συγγραφέων και αναγνωστών.

Μα, πάνω απ’ όλα, υπήρξα ένα συνειδητό ον, ένα σκεπτόμενο ον, σε τούτο τον όμορφο πλανήτη, κι αυτό από μόνο του αποτελεί τεράστιο προνόμιο και σπουδαία περιπέτεια.» 

Καθώς διάβαζα το βιβλίο, σκεφτόμουν πόσο σπουδαίο είναι να συναντάς ανθρώπους που να σου εμπνέουν εμπιστοσύνη και δύναμη. Πόσο σπάνιο να γουστάρει κάποιος εκείνο με το οποίο καταπιάνεται, τόσο που να τον γεμίζει εσωτερική ηρεμία, απαραίτητη προϋπόθεση για να αντέχει τις καθημερινές αντιξοότητες. Συνειδητοποιώντας την ουσία του να έχεις ζήσει μια γεμάτη ζωή, μα και το πόσο βαθιά αγνώμονες είμαστε τελικά οι άνθρωποι. Σπανίζουν όσοι θα σε εμπνεύσουν στις μέρες μας. Για αυτό και περιπτώσεις όπως αυτού εδώ του ξεχωριστού ανθρώπου, πρέπει να τις αποζητάμε.




«Λυπάμαι, βέβαια, που σπατάλησα (και εξακολουθώ να σπαταλώ) τόσο χρόνο. Λυπάμαι που είμαι ακόμη στα ογδόντα μου τόσο επώδυνα ντροπαλός όσο ήμουν και στα είκοσι. Λυπάμαι που δεν μιλάω άλλη γλώσσα πλην της μητρικής μου και που δεν έχω ταξιδέψει ή ζήσει σε όσο το δυνατόν περισσότερα μέρη και κουλτούρες, όπως θα έπρεπε να έχω κάνει.» 

Ο Oliver Sacks έχοντας ζήσει μια γεμάτη και επιτυχημένη ζωή, δηλώνει πως αισθάνεται χαρούμενος, μα «όμως τίποτε από αυτά δεν με έχει αγγίξει όσο εκείνος ο γεμάτος αστέρια νυχτερινός ουρανός.» Άραγε μπορούμε να παραδειγματιστούμε από τα λόγια του; Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος μας εμπνέει να ζήσουμε. 


Ευγνωμοσύνη, Oliver Sacks, μετάφραση: Γιώργος Πάντσιος
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, 2017

16 Οκτωβρίου 2017

John Williams, Ο ΣΤΟΟΥΝΕΡ, εκδ. Gutenberg



Ο Στόουνερ του John Williams είναι το ωραιότερο βιβλίο που διάβασα το φετινό καλοκαίρι. Ήταν εκείνο το βιβλίο που επέλεξα να πάρω μαζί μου στις διακοπές και μπορώ να πω ότι μπόρεσε να ανταποκριθεί απόλυτα στις προσδοκίες μου. Με συγκίνησε βαθιά με την αλήθεια και τα μηνύματα του.

Το μυθιστόρημα περιγράφει τη ζωή και τη σταδιοδρομία του Στόουνερ, ενός βοηθού καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας. Προερχόμενος από ένα μικρό χωριό και μεγαλώνοντας στη σκληρή ζωή μιας αγροτικής οικογένειας, ο πρωταγωνιστής ακολούθησε το όνειρο του και τη βαθύτερη κλήση του. Γίνεται καθηγητής και υπηρετεί τη λογοτεχνία. Ο συγγραφέας στο βιβλίο μας περιγράφει τη διδασκαλία και τους ανταγωνισμούς της πανεπιστημιακής ζωής, τη σχέση με την οικογένεια του, την κόρη και τη σύζυγο του, την αποτυχία του γάμου του αλλά και τον έρωτά του για μια νεαρή καθηγήτρια. Αυτό που κυριαρχεί ως άποψη στο βιβλίο και εκείνο που επισημαίνει ο συγγραφέας είναι πως τελικά "η αγάπη για κάτι είναι αυτό που μετράει". Ο Στόουνερ αποπνέει μια βαθιά αγάπη για τη λογοτεχνία, τα βιβλία και τη δημιουργία.  Αυτό ήταν εκείνο που κράτησε τον πρωταγωνιστή δυνατό απέναντι στις δυσκολίες της ζωή του.


«Την αγάπη για τη λογοτεχνία, για τη γλώσσα, για το μυστήριο του νου και της καρδιάς, το πώς αποκαλύπτονται στους ασήμαντους, αλλόκοτους και απροσδόκητους συνδυασμούς γραμμάτων και λέξεων, τα τυπωμένα γράμματα, τόσο μαύρα, τόσο ψυχρά – την αγάπη που κρατούσε κρυμμένη σαν να ήταν παράνομη ή επικίνδυνη, άρχισε για να τη δείχνει, στην αρχή διστακτικά, μετά τολμηρά, στο τέλος υπερήφανα.» (σ. 173)



«Αφ ης στιγμής ερχόμαστε αντιμέτωποι με το μυστήριο αυτό που λέγεται λογοτεχνία και με την απαράμιλλη δύναμη της, είναι καθήκον μας να ανακαλύψουμε την πηγή αυτής της δύναμης και αυτού του μυστηρίου. Όμως, τελικά ποιο θα είναι το κέρδος μας; Πέπλο αδιαπέραστο απλώνει εμπρός μας το έργο της Λογοτεχνίας, εμποδίζοντάς μας να κατανοήσουμε το βάθος του. Ικέτες γινόμαστε ενώπιον του, έρμαια της εξουσίας του. Ποιος θα έχει την τόλμη να παραμερίσει το πέπλο τούτο, να εξιχνιάσει το ανεξιχνίαστο, να πλησιάσει το απλησίαστο; Οι πιο δυνατοί από εμάς δεν είναι παρά ασήμαντα ανθρωπάκια, χαλκός ήχων ή κύμβαλον αλαλάζον μπροστά στο αιώνιο μυστήριο.» (σ. 212)


Η πρώτη έκδοση του 1965. Είχε πουλήσει λίγα αντίτυπα και είχε αποσυρθεί από την αγορά. Δείτε τη σημερινή αξία ενός τότε αντίτυπου εδώ


Ο άνθρωπος πίσω από το έργο παραμένει ένα αίνιγμα, καθώς ο Williams δεν ήθελε να μιλάει για τον εαυτό του. Ακόμη και οι άνθρωποι που τον θεωρούσαν αγαπητό τους φίλο, δεν άκουγαν σχεδόν ποτέ κάτι για τις εμπειρίες του στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, κάτι που τον στοίχειωνε για χρόνια ή για την προσωπική του ζωή.  Η τέταρτη και τελευταία γυναίκα του, η Nancy Williams, η οποία έζησε μαζί του σχεδόν 35 χρόνια, τον περιγράφει ως έναν απλό άνθρωπο. "Μισούσε τον συναισθηματισμό, έβλεπε το γράψιμο ως εργασία δουλειάς. Συνήθιζε να λέει ότι αν δεν είχε γίνει συγγραφέας, ίσως να είχε γίνει ένας υδραυλικός". 

Ο Στόουνερ  έχει κατηγοριοποιηθεί στο είδος του ακαδημαϊκού μυθιστορήματος (ή campus novel). Εκδόθηκε πρώτη φορά στις ΗΠΑ το 1965 και πώλησε λιγότερα από 2.000 αντίτυπα. Πήρε καλές κριτικές, όμως αποσύρθηκε από την κυκλοφορία την επόμενη χρονιά. Στη συνέχεια επανεκδόθηκε το 2003 από το Vintage και το 2006 από την New York Review Books Classics, μα ξανά πούλησε ελάχιστα αντίτυπα. Μέχρι που το 2011, ενθουσίασε τη Γαλλίδα μυθιστοριογράφο Anna Gavalda, η οποία μετέφρασε τον Stoner και το διέδωσε ευρύτερα. Έγινε το βιβλίο Waterstones της χρονιάς στη Βρετανία το 2012. Το 2013,  σχεδόν δύο δεκαετίες μετά από το θάνατο του συγγραφέα του, οι πωλήσεις του τριπλασιάστηκαν. Το βιβλίο του John Williams ξαναβρίσκει το δρόμο του προς το αναγνωστικό κοινό και αυτή τη φορά πουλάει χιλιάδες αντίτυπα σε 21 χώρες. 



Η εξαιρετική μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου συντελεί στην αναγνωστική απόλαυση. Επίσης η έκδοση στολίζεται από ένα εξαιρετικό επίμετρο από τον Άρη Μπερλή, ο οποίος επισημαίνει σχετικά: «Η κεντρική ιδέα του βιβλίου δεν είναι ο έρωτας αλλά η αναπόδραστη τραγικότητα της ζωής, η τραγικότητα της ζωής του κύριου ήρωα του αλλά και όλων των άλλων χαρακτήρων. Το βιβλίο αφήνει μια πικρή αίσθηση και μια θλίψη, όχι μόνο στο τέλος αλλά και σε κάθε του σελίδα. Ακόμη και στις πιο θερμές, εξαιρετικές περιγραφές της ερωτικής σχέσης του Στόουνερ με την Κάθριν. Το μόνο αντίδοτο σε αυτή την επίμονη μελαγχολία που διαποτίζει όλο το μυθιστόρημα είναι, πολύ απλά, η χαρά της ανάγνωσης, η απόλαυση της αφήγησης, η ηδονή της λογοτεχνίας. Ακριβώς το ίδιο που συμβαίνει όταν διαβάζουμε τον Βασιλιά Ληρ (το τραγικότερο και θλιβερότερο ίσως κείμενο στην παγκόσμια λογοτεχνία) ή άλλες, αναρίθμητες, τραγωδίες, σε στίχο ή σε πεζό. Γιατί υπάρχει αυτό το παράδοξο με τη λογοτεχνία: Ενώ προωθεί και καλλιεργεί τη συναισθηματική ταύτιση (empathy) του αναγνώστη, ενώ μας προτρέπει «να μπούμε στη θέση του άλλου», ταυτόχρονα προσφέρει με την έντεχνη διεκτραγώδηση δεινών αισθητική ευχαρίστηση – σαν να εκμεταλλεύεται πάθη και ανθρώπινη δυστυχία χάριν των δικών της καθαρά καλλιτεχνικών σκοπών. Από αυτή την αισθητοποίηση της τραγικής μοίρας των ανθρώπων επωφελούμαστε κι εμείς ως αναγνώστες.» (σ. 402) Αναμφισβήτητα ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί και θα αγαπήσει κάθε βιβλιόφιλος. 

John Williams, O Στόουνερ
Μεταφραστής: Αθηνά Δημητριάδου 
Εκδόσεις: Gutenberg

Sixteen years after his death, not-so-famous novelist John Williams is finding his audience

8 Οκτωβρίου 2017

Η Κυρά της Ρω, του Γιάννη Σκαραγκά



"...Θέλω αντί για ίχνη, να αφήσω μια σημαία. Του ασήμαντου ανθρώπου, του κυριακάτικου τραπεζιού, της αρχαίας χαράς..."



Η παράσταση ξεκινά, τα φώτα σβήνουν, το μουσικό όργανο στην άκρη μεταφέρει ήχους θάλασσας και γλάρων και η Φωτεινή Μπαξεβάνη στέκεται αγέρωχη μπροστά μας. Περπατά αργά, από τη μία ως την άλλη άκρη της σκηνής, σαν πάνω σε φουρτουνιασμένα κύματα, σαν πάνω σε άγρια βράχια.  Υποδύεται την Δέσποινα Αχλαδιώτη, γνωστή ως κυρά της Ρω.  

Γεννημένη στο Καστελλόριζο το 1890, η Δέσποινα τόλμησε να παντρευτεί τον άντρα που έβοσκε τα ζωντανά του πατέρα της κόντρα στη θέληση της οικογένειάς της και να μείνει  μαζί του στο ακατοίκητο νησί της Ρω. Μετά το θάνατο του άντρα της, έζησε μόνη της για πολλά χρόνια και εναντιώθηκε στους κατακτητές, υψώνοντας καθημερινά την ελληνική σημαία απέναντι από τα τουρκικά παράλια... σε τρομερά άγριες εποχές. 


«Τα ξερονήσια του Καστελόριζου και της Ρω τα αγαπώ. Έμεινα μόνη μου το 1943 στο Καστελόριζο με την τυφλή μου μάνα, όταν έφευγαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού στη Μέση Ανατολή και στην Κύπρο. Με την ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες. Βέβαια η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα, χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις Τούρκικες ακτές. 
Την ελληνική σημαία θέλω να μου τη βάλουν στον τάφο μου»...


Το έργο με συγκίνησε βαθιά, ήταν πραγματικά συγκλονιστικό. Εστίασε στον άνθρωπο και στην πίστη στα ιδανικά του, χωρίς ίχνος εθνικιστικών αναφορών ή λόγων περί πατριωτικών ηρωισμών. Στάθηκε αφορμή να ψάξω μετά την παράσταση περισσότερα στοιχεία για τη ζωή αυτής της σπάνιας γυναίκας, αλλά και του Καστελόριζου. Μια νησίδα τόσο μικρή, μα με τεράστια ιστορία. Μήλο της έριδος ήταν από πολύ παλιά αυτό το νησί.  



Η «Κυρά της Ρω» έζησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής, τον ισχυρό σεισμό μεγέθους 8 Ρίχτερ του 1926 που κατάστρεψε πάρα πολλά σπίτια στο νησί και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.  Στη διάρκεια όλων αυτών των ετών, οι περισσότεροι κάτοικοι εγκατέλειψαν το Καστελόριζο. Άλλοι πήγανε στην Αυστραλία, άλλοι στην Τουρκία, άλλοι στην Ρόδο, είτε στην Κύπρο ή στην Αθήνα. Το νησί καταστράφηκε, λεηλατήθηκε και ισοπεδώθηκε πολλές φορές από κατακτητές. Μονάχα η «Κυρά της Ρω», η Δέσποινα Αχλαδιώτη, παρέμεινε στην ακριτική αυτή γωνιά του Αιγαίου, στη βραχονησίδα της για να υψώνει κάθε πρωί την ελληνική σημαία, επί σαράντα ολόκληρα χρόνια. Πέθανε το 1982, τάφηκε στο ξερονήσι της δίπλα στον ιστό της ελληνικής σημαίας με τιμές εθνικής ηρωίδας.



Έφτασα στο θέατρο περιμένοντας ότι όλη η διάρκεια της παράστασης, θα πραγματευόταν την ηρωική πράξη αυτής της γυναίκας. Την πράξη που όλοι σήμερα γνωρίζουμε. Όμως όχι. Αντίθετα, το έργο εστιάζει κυρίως στη ζωή της. Πώς έζησε; Τι ένιωθε; Τι δυσκολίες και τι πόνους γνώρισε; Αγάπησε; Αγαπήθηκε; Τι θα μας έλεγε αν στεκόταν απέναντι μας; Πώς θα μας εξιστορούσε τις αγωνίες, τους φόβους, τον έρωτα και τη μοναξιά της; 



"Τον αγάπησα πολύ τον Κώστα. Για πολλά πράγματα. Άλλα τα ξέχασα, άλλα τα μπέρδεψα. Ένα πράγμα όμως κράτησε την αγάπη μου για αυτόν ζωντανή. Μ' έκανε πάντα να θυμάμαι ποια είμαι. Με κοίταζε και αμέσως καταλάβαινα. Αυτό είσαι, σκεφτόμουν, αυτό το μπλε. Και, αντί για καρδιά, έχεις μία γραμμή. Όποτε θέλει, χωρίζει τον κόσμο στα δυο και, όποτε θέλει, σε βάζει στη μέση να τον βαστάς."


Ο συγγραφέας Γιάννης Σκαραγκάς έγραψε ένα σπαρακτικό, καθηλωτικό, εξαιρετικό μονόλογο, ένα ποιητικό κείμενο, που καταφέρνει να φωτίσει τις άγνωστες πτυχές της ζωής της Δέσποινας. Το κείμενο του αποτελεί έναν ύμνο για μια γυναίκα που πάλεψε ενάντια σε θηρία, καταλήγοντας να δικαιώσει την επιλογή της. Αποτελεί ύμνο για κάθε γυναίκα που παλεύει κόντρα σε μια πατριαρχική κοινωνία. Αφού σπάει την καρδιά σου σε χίλια κομμάτια, την ενώνει ξανά και σε κάνει να σκεφτείς όλα όσα έχεις να αντιμετωπίσεις και εσύ σήμερα. Αντιστρέφει τους ρόλους, στο ν' αναρωτηθείς τι κάνεις εσύ με τη δική σου σειρά για τούτη τη γη. Πως τελικά ένας φαινομενικά «ασήμαντος» άνθρωπος μπορεί να εμπνεύσει, να γίνει σύμβολο και να διαιωνίσει την πίστη του. Ακόμη, λοιπόν, και στις πιο δύσκολες καταστάσεις, η ελπίδα απομένει μόνο στην ανθρωπιά, στην αγάπη και στον αγώνα του καθένα από εμάς ξεχωριστά στους χειρότερους καιρούς. 


Η Φωτεινή Μπαξεβάνη μας συγκίνησε πραγματικά με την ερμηνεία της. Η Κατερίνα Μπερδέκα έστησε απόλυτα λειτουργικά και διακριτικά την παράσταση. Έξυπνο σκηνικό, βοηθητική μουσική, ωραίος φωτισμός. Υπηρετώντας και κατορθώνοντας να μας παραπέμψουν στην γυναίκα που αντλεί δύναμη από τα ελάχιστα και στο νερό, στο αιώνιο μπλε του Αιγαίου. Στο τέλος του έργου δε μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα. Πρόκειται για μια παράσταση που σας παροτρύνω να σπεύσετε να την δείτε.   Νομίζω ότι είναι από τις ελάχιστες φορές που νιώθω συγκίνηση ξανά τώρα που πληκτρολογώ το κείμενο, επαναφέροντας το έργο στην μνήμη μου. 

Η παράσταση ανεβαίνει  στο Θέατρο Σφενδόνη μέχρι τις 22 Οκτωβρίου. Θα ακολουθήσει περιοδεία ανά την Ελλάδα.

Η παράσταση είναι βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα που κυκλοφορεί  από τις εκδόσεις Κριτική. 



Ταυτότητα Παράστασης
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Μπερδέκα 
Σκηνικά-Κοστούμια: Γιώργος Γαβαλάς 
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Τσέλο: Τάσος Μισυρλής
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριάνθη Μπαϊρακτάρη
Bοηθός σκηνογραφου: Μιχάλης Σαπλαούρας
Σχεδιασμός οπτικής ταυτότητας: Σάκης Στριτσίδης
Κατασκευή κοστουμιού: Χάρης Σουλιώτης
Παραγωγή: «Λυκόφως», Γιώργος Λυκιαρδόπουλος

Ερμηνεύει η Φωτεινή Μπαξεβάνη  

Πληροφορίες:

Θέατρο Σφενδόνη
Μακρή 4, Μακρυγιάννη 
Στάση Μετρό-Ακρόπολη 

ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΤΑΜΕΙΟΥ
2155158968

ΩΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΑΜΕΙΟΥ
Καθημερινά 13.30-21.30

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ 
Από 5 Oκτωβρίου έως 22 Οκτωβρίου 2017  

ΗΜΕΡΕΣ & ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ 
Τετάρτη 21.30, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21.00, Κυριακή 18.00.

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ 
Κανονικό 15 ευρώ, μειωμένο 10 ευρώ

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
80 λεπτά

Related Posts with Thumbnails