29 Ιανουαρίου 2015

Ο Θείος Βάνιας, του Άντον Τσέχωφ στο Θέατρο Δημήτρης Χορν



Κυριακή απόγευμα στο Θέατρο «Δημήτρης Χορν». Η σκηνή φωτίζεται και ένας αξιοζήλευτος θίασος (Γιάννης Φέρτης, Γιάννης Βόγλης, Στέλιος Μάινας, Έρση Μαλικένζου, Μαρίνα Ψάλτη, Μελίνα Βαμβακά, Αλεξία Καλτσίκη, Χάρης Χαραλάμπους) μας ξεδιπλώνει το ποιητικό σύμπαν του Τσέχωφ.

Θείος Βάνιας. Ο συνταξιούχος καθηγητής πανεπιστημίου Σερεμπριακώφ και η νέα γυναίκα του Ελένα Αντρέεβνα φτάνουν στο απομακρυσμένο εξοχικό τους στη ρωσική επαρχία, το οποίο συντηρούν η Σόνια, κόρη του καθηγητή, μαζί με το θείο της, Βάνια. Η άφιξη τους διαταράσσει τις ισορροπίες της ζωής στο κτήμα.  

Ο Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ έγραψε το Θείο Βάνια το 1896 και όμως το κείμενο του είναι επίκαιρο ακόμη σήμερα. Και θα είναι πάντα, σε οποιαδήποτε εποχή, καθώς βυθίζει τον θεατή σ’ ένα βαθιά ρεαλιστικό κόσμο, που τον αφορά άμεσα.  Ένα έργο για τη μοναξιά, τα χαμένα όνειρα και τα ανεκπλήρωτα πάθη. Ένα συγκινητικό, ανθρώπινο έργο που ακροβατεί ανάμεσα στη κωμωδία και στο δράμα. Ήρωες που υποφέρουν από ανία στην ρωσική επαρχία, αντικρίζουν τον κόσμο γύρω τους ν' αλλάζει καθώς οι ίδιοι μένουν στάσιμοι.


«Τη ζωή γενικά την αγαπώ, αλλά τη δική μου ζωή, την επαρχιώτικη, τη ρωσική, τη μικροαστική, δεν μπορώ να την υποφέρω και την περιφρονώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου. Όσο για τη ζωή μου, την προσωπική μου ζωή, αυτή, μα το Θεό, δεν έχει απολύτως τίποτα το ωραίο


«Το νιώθω το καημένο το κοριτσάκι. Μέσα σε αυτή την αβάσταχτη πλήξη, όπου γύρω σου, αντί γι’ ανθρώπους, βλέπεις να περιφέρονται κάτι γκρίζες κηλίδες και ακούγονται μόνο χυδαιότητες, όπου όλοι τους δεν ξέρουν παρά να τρώνε, να πίνουν, να κοιμούνται, έρχεται πότε πότε αυτός, που δε μοιάζει με τους άλλους, ωραίος, ενδιαφέρων, ελκυστικός, σαν μέσα στο σκοτάδι να ανατέλλει ένα λαμπρό φεγγάρι… να ξεχαστείς…»

Ο Peter Brook έγραψε για τον Τσέχωφ ότι για εκείνον «οι δυο μεγαλύτεροι [σύγχρονοι] δραματουργοί είναι ο Σαίξπηρ και ο Τσέχωφ. Είναι περίεργο πως δυο άνθρωποι με τόσο διαφορετικά στυλ (ο ένας γράφει επικά έργα σε στίχους, ο άλλος ρεαλιστικά έργα σε πρόζα) συναντώνται, μπορούμε να πούμε, σ’ αυτό το κοινό σημείο: μια πολλαπλή όραση.» Πραγματικά υπήρξαν δραματουργοί που άγγιξαν το πάνθεον με τις λέξεις και την ιδιοφυΐα τους. Ένας από αυτούς είναι ο Τσέχωφ. 

Οι ήρωες υπάρχουν ανεξάρτητοι. Ο Ρώσος συγγραφέας είναι σαν να τοποθετεί έναν καθρέπτη απέναντι από τα πρόσωπα των θεατών. Ψυχογραφεί με τόσο αριστουργηματικά ρεαλιστικό τρόπο τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις συμπεριφορές και τα υπαρξιακά αδιέξοδα των ηρώων του, που θέτει τον καθένα από εμάς απέναντι από τον εαυτό του. Ένα κείμενο γεμάτο υπαινιγμούς, παύσεις, αλήθειες, ανομολόγητα πάθη, πληγωμένους και αδιέξοδους έρωτες. Ένα έργο βαθιά μελέτη στην ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία και στην πάλη του ανθρώπου απέναντι στην ίδια του την ύπαρξη.


«Πάει η ζωή μου, χάθηκε! Εγώ είμαι ένας άνθρωπος με ταλέντο, έξυπνος, τολμηρός… Αν ζούσα κανονικά, θα μπορούσα να έχω γίνει ένας Σοπενχάουερ, Ντοστογιέφσκι… Ούτε ξέρω πια τι λέω! Πάει να μου στρίψει…» 

«Πάψε πιά! Εκείνοι που θα ζήσουν εκατό, διακόσια χρόνια ύστερα από εμάς και που θα μας περιφρονούν γιατί ζήσαμε τόσο ανόητα και τόσο ανούσια – αυτοί ίσως βρουν έναν τρόπο να είναι ευτυχισμένοι. Εμείς όμως… Για εμάς τους δυο μόνο μια ελπίδα υπάρχει. Η ελπίδα, όταν θ’ αναπαυόμαστε στους τάφους μας, να μας επισκέπτονται οπτασίες που μπορεί να’ ναι κι ευχάριστες. (Αναστενάζει) Ναι, αδελφέ μου.» 

Οι συντελεστές της παράστασης προσεγγίζουν το θεατρικό σύμπαν του Τσέχωφ με σεβασμό. Ένας εξαιρετικός, καλοδουλεμένος θίασος, από τον οποίο ξεχωρίσαμε τις ερμηνείες της Αλεξίας Καλτσίκης (Σόνια) και του Στέλιου Μάϊνα (Άστρωφ). Συγκινητική η παρουσία της Έρσης Μαλικένζου (Μαρίνα). Ευρηματικό και απόλυτα λειτουργικό το σκηνικό της Αριάδνης Βοζάνης, όπως και οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα. Θα χαρακτηρίζαμε ως διακριτική τη σκηνοθετική ματιά της Λίλλυς Μελεμέ.  Φεύγοντας, αγοράσαμε το προσεγμένο πρόγραμμα της παράστασης με το κείμενο σε εξαιρετική μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη. Νομίζω αξίζει να το έχετε στη βιβλιοθήκη σας. Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα ανέβασμα που μεταδίδει σε μεγάλο βαθμό το σύμπαν και τα μηνύματα του συγγραφέα. Μια από τις καλές παραστάσεις της φετινής χρονιάς. 

Η Ταυτότητα της Παράστασης
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη
Σκηνοθεσία: Λίλλυ Μελεμέ
Σκηνικά: Αριάδνη Βοζάνη
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μάγδα Κόρπη
Βοηθός Συνθέτη: Δημήτρης Γιακουμάκης
Βοηθός Σκηνογράφου: Ερμιόνη Γκαρραμόνε
Οργάνωση παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Βοηθός παραγωγής: Μαριάνθη Μπαϊρακτάρη
Παραγωγή: Λυκόφως, Γιώργος Λυκιαρδόπουλος
Executive Producer: Μάγδα Λαδά
Παίζουν οι ηθοποιοί: Γιάννης Φέρτης, Γιάννης Βόγλης Στέλιος Μάινας, Έρση Μαλικένζου, Μαρίνα Ψάλτη, Μελίνα Βαμβακά, Αλεξία Καλτσίκη, Χάρης Χαραλάμπους

Πληροφορίες:
ΘΕΑΤΡΟ ΧΟΡΝ
Αμερικής 10, Κολωνάκι
210 3612500


*Σαν σήμερα, το 1860, γεννήθηκε ο Τσέχωφ. Ακόμη μια σχετική ανάρτηση, αφιερωμένη στις επιστολές του, διάβασε την πατώντας εδώ .

26 Ιανουαρίου 2015

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος μεταξύ Βενετίας και Ρώμης @Μουσείο Μπενάκη, Κτήριο της οδού Πειραιώς



Το Μουσείο Μπενάκη με αφορμή τα 400 χρόνια από το θάνατο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, παρουσιάζει δυο εκθέσεις αφιερωμένες στον σημαντικό ζωγράφο. 
Η πρώτη έκθεση που επισκεφτήκαμε και παρουσιάζουμε στο blog πραγματοποιείται στο κτήριο της οδού Πειραιώς έως την 1/3/2015. 



Είναι επικεντρωμένη σε δύο έργα της ιταλικής περιόδου του Έλληνα ζωγράφου που φυλάσσονται στην πόλη του Ηρακλείου.  Πρόκειται για τη Βάπτιση του Χριστού, που ανήκει στο Δήμο Ηρακλείου, και την Άποψη του Όρους και της Μονής Σινά, που αγοράστηκε από τα Ιδρύματα Ανδρέα και Μαρίας Καλοκαιρινού, το 1991. 


Στο Μουσείο Μπενάκη όμως παρουσιάζεται, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ο πίνακας του Γκρέκο "Παιδί που φυσάει ένα αναμμένο δαυλί" του Museo Nazionale di Capodimonte Νάπολης.

Πρόκειται για έναν πίνακα που στέκεσαι πολύ ώρα μπροστά του για να τον παρατηρήσεις...
 πραγματικά έχει αυτό το στοιχείο που σε μαγεύει. 


Η έκθεση διερευνά τα πρώτα βήματα του καλλιτέχνη στη Δύση


τόσο αρχικά στη Βενετία (με παράλληλες ιστορικές αναφορές)


όσο και στην αρχή της ρωμαϊκής περιόδου της ζωής του. (1567-1574)


Ο σπουδαίος Ελ Γκρέκο υπήρξε ένας δύσκολος άνθρωπος. 
Επιζητούσε σχεδόν συνθήκες απομόνωσης, είχε παραξενιές, ιδιαιτερότητες, καπρίτσια
και έσπασε τους κυρίαρχους κώδικες της ακαδημαϊκής ζωγραφικής.


Εκτός από τα τρία αυτά έργα του Ελ Γκρέκο, 
επίσης παρουσιάζονται για πρώτη φορά στη χώρα μας:


η «Προσκύνηση των ποιμένων» από το Agnes Etherington Art Center (Kingston, Καναδάς), η «Προσωπογραφία του Giulio Clovio» της Sofonisba Anguissola που ανήκει σε ιδιωτική συλλογή του εξωτερικού (Ρώμη) και μια «Προσωπογραφία του Fulvio Orsini», αγνώστου καλλιτέχνη, από τις συλλογές του Μουσείου Uffizi.


Βέβαια μακάρι τα εκθέματα να ήταν πιο πολλά. 
Όμως είναι βέβαιο ότι η περίοδος που διανύουμε είναι δύσκολη για τα πολιτιστικά ιδρύματα, οπότε είναι σημαντικό ότι παρ' όλα αυτά το Μουσείο Μπενάκη επιμένει να ανεβάζει τέτοιου είδους εκθέσεις.


Η μεγάλη μαγεία σε τέτοιου είδους εκθέσεις, είναι όταν ο θεατής προσπαθεί να φανταστεί τις ιστορικές περιόδους, να διαβάσει τα σχετικά ιστορικά στοιχεία και να αναλογιστεί τις ομοιότητες ή τις διαφορές με τη δική του εποχή. Πρόκειται για υπέροχο ταξίδι στην Ιστορία της Τέχνης.


Όσο περίεργο και αν σας φανεί, ο επισκέπτης είναι σίγουρο ότι θα βρει αρκετές ομοιότητες, θα συγκρίνει τις διαφορές και θα παραδειγματιστεί/συνειδητοποιήσει κάποια πράγματα για τη σημερινή εποχή.


Στέκεσαι μπροστά από τους καλά προστατευμένους πίνακες του Ελ Γκρέκο, 
ο εαυτός σου καθρεπτίζεται πάνω τους...


Μα κυρίως μαγεύεσαι από αυτόν εδώ.
Το "Παιδί που φυσάει ένα αναμμένο δαυλί": 
Θαρρείς ότι θα γυρίσει, θα σε κοιτάξει και θα φυσήξει τον καπνό προς εσένα.

Η έκθεση πραγματοποιείται σε συνεργασία με το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, 
όπου παρουσιάστηκε αρχικά, και έχει διάρκεια : 
από 21/11/2014 έως 01/03/2015.


17 Ιανουαρίου 2015

Τσέχωφ: «Γιατί, τελικά, αυτή είναι η ζωή. Ή μήπως όχι;»

Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ (ρωσ. Анто́н Па́влович Че́хов)


Ο υπογράφων, Α.Π. Τσέχοφ, γεννήθηκα στις 17 Ιανουαρίου 1860, στο Ταγκανρόγκ. Γράφτηκα πρώτα στο ελληνικό σχολείο της εκκλησίας του Αγίου Κωνσταντίνου κι ύστερα στο λύκειο του Ταγκανρόγκ. Το 1879 έγινα δεκτός στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου της Μόσχας. Γενικά τότε, δεν είχα ιδέα για τις πανεπιστημιακές σχολές και δεν θυμάμαι τώρα τους λόγους που μ’ έκαναν να επιλέξω αυτή τη σχολή, αλλά ούτε και το μετάνιωσα.

Από τον πρώτο χρόνο στο πανεπιστήμιο, άρχισα να γράφω για εβδομαδιαία περιοδικά και εφημερίδες, και στις αρχές της δεκαετίας του 1880 αυτές οι φιλολογικές μου ασχολίες είχαν πάρει χαρακτήρα μόνιμο και επαγγελματικό. Το 1888 μου απένειμαν το βραβείο Πούσκιν. Είμαι βέβαιος πως το γεγονός ότι ασχολήθηκα με την ιατρική έχει επηρεάσει σοβαρά τη λογοτεχνική μου δραστηριότητα. Δεδομένου ότι είμαι γνώστης των φυσικών επιστημών και της επιστημονικής μεθόδου, είμαι πάντοτε πολύ προσεκτικός. Δεν ανήκω στους συγγραφείς εκείνους που παίρνουν αρνητική θέση έναντι της επιστήμης, και δεν θα ήθελα, από την άλλη, να είμαι κι εγώ σαν μερικούς που όλα τα καταφέρνουν με μοναδική βοήθεια το καθαρό μυαλό τους. Μέχρι τώρα έχω γράψει και δημοσιεύσει περισσότερες από πέντε χιλιάδες τυπωμένες σελίδες, χωρίς να υπολογίζω τα καθημερινά άρθρα που γράφω για τις εφημερίδες.


Στα τριάντα μου χρόνια έκανα ένα ταξίδι στη Σαχαλίνη, στο νησί των εξόριστων, με σκοπό να γράψω ένα βιβλίο για τις σωφρονιστικές αποικίες και τα κάτεργα. Παρόλο που ήξερα ότι το να γράφεις για τη Σαχαλίνη ήταν ένας τρόπος να βγεις από την αδιαφορία, η εμπειρία μου εκεί ήταν οδυνηρή, όμως μέσα από την αλληλογραφία μου εκείνης της εποχής μπορείς να ανακαλύψεις τα βαθύτερα κίνητρα της γραφής μου, μπορείς να βρεις την ηθική δύναμη που καθοδηγεί την πένα μου, τη θέληση που με κατακλύζει να ξεπερνάω όλα εκείνα τα εμπόδια που παρεμβάλλονται ανάμεσα στην εμπειρία μου που βιώνω, από τη μια, και στη λογοτεχνική της μετάπλαση, από την άλλη.


Είμαι γιατρός, αλλά κυρίως, είμαι συγγραφέας. Κάθομαι πάλι στο γραφείο του σπιτιού μου. Προσεύχομαι στην ξεθωριασμένη πατρική μου στέγη και γράφω. Και αισθάνομαι σα να μην έχω φύγει καθόλου από αυτό το σπίτι. Σε κάθε έρευνα που αναλαμβάνω να φέρω εις πέρας, μου προτείνουν να πάρω μερικούς βοηθούς, όμως εγώ προτιμώ να εργάζομαι μόνος μου. Όποτε βλέπω συγγραφείς και διανοούμενους να συγκεντρώνονται, για οποιονδήποτε λόγο, νιώθω πως απειλείται η ελευθερία μου. Γι’ αυτό και δεν μου αρέσει να γράφω στα περιοδικά, δεν θα το έκανα αν δεν είχα βιοποριστικούς λόγους να το κάνω. Στα περιοδικά κυριαρχεί μια αφόρητη ατμόσφαιρα λέσχης και φατρίας. Πνίγεσαι. Γι’ αυτό προτιμώ να δουλεύω μόνος. Αυτό που δεν ξέρουν οι πολλοί είναι ότι στην ουσία, δεν με ενδιαφέρει το αποτέλεσμα της έρευνας. Ο βασικός σκοπός μου δεν είναι τα αποτελέσματα, ποτέ δεν ήταν, αλλά οι εντυπώσεις που μου δίνει αυτή καθεαυτή η εξέλιξη της έρευνας.


Ελπίζω να το καταλαβαίνεις αυτό που σου γράφω. Εγώ χρειάστηκε να πάω στο νησί των κολασμένων για να το καταλάβω. Ήταν το ταξίδι που με βοήθησε να αποσαφηνίσω τους λόγους που έγραφα και να συγκεντρωθώ στους έσχατους στόχους μου. Έπρεπε να πάω στην κόλαση, να βιώσω την φρικτή πραγματικότητα της φυλακής για να καταλάβω πως η ζωή είναι μια πορεία προς τη φυλακή και πως η αληθινή λογοτεχνία οφείλει να διδάσκει πώς να διαφεύγεις από αυτήν… ή έστω, να σου υπόσχεται την ελευθερία. Η λογοτεχνία πρέπει να σου τάζει την ελευθερία ειδικά εδώ, στη Ρωσία. Η ζωή στη Ρωσία συντρίβει τον άνθρωπο, μέχρι του σημείου να μη μένει τίποτα από αυτόν, ούτε καν μια υγρή κηλίδα, τον συντρίβει όπως θα τον συνέτριβε ένας βράχος. Κι αυτό σε κάνει να νιώθεις αποξενωμένος. Το να γράφεις γι’ αυτό είναι μια πράξη ελευθερίας. Στην ουσία είμαι ένας απλός χρονικογράφος. Γράφω για την αλήθεια, όπως αυτή είναι, απεριόριστη και τίμια. Άρα, γράφω για τη ζωή, όπως είναι, παρόλο που μπορώ και αισθάνομαι όλο τον παραλογισμό της αντίθεσης μεταξύ αυτών που λέω, αυτών που γράφω και της ζωής που κάνω, ανάλογα με το πόσο παράλογη είναι και η αντίθεση μεταξύ αυτού που πιστεύω ότι είναι και αυτού που πράγματι είναι. Το να γράφεις για τη ζωή και την αλήθεια είναι σα να ψαρεύεις κόντρα στο πνεύμα.





Οι περισσότεροι συγγραφείς κάνουν το λάθος να ωραιοποιούν τη ζωή στα κείμενά τους. Οι καλύτεροι συγγραφείς την περιγράφουν όπως είναι, αλλά με τέτοιον τρόπο που διαβάζοντάς τους μπορείς να καταλάβεις πώς θα έπρεπε να είναι, κι αυτό είναι που γοητεύει. Η αλήθεια και η εντιμότητα είναι η βάση μιας καλής γραφής. Πιστεύω σε ανθρώπους που ξεχωρίζουν, βλέπω τη σωτηρία στις ξεχωριστές προσωπικότητες, ανθρώπους διάσπαρτους σε όλη τη Ρωσία – διανοούμενους ή μουζίκους. Είναι λίγοι, όμως η δύναμη ανήκει σε αυτούς. Δεν κυριαρχούν, όμως η δουλειά τους είναι ορατή. Τι τους κάνει να ξεχωρίζουν; Μα, η ελευθερία. Το να λες «Αυτό δε μ’ αρέσει!», είναι αρκετό για να επιβεβαιώσει την ανεξαρτησία σου και, κατά συνέπεια, τη χρησιμότητά σου. Η ελευθερία για μένα, ανήκει στα ύψιστα ιδανικά. Τα δικά μου άγια των αγίων είναι το ανθρώπινο σώμα, η υγεία, το μυαλό, το ταλέντο, η έμπνευση, η αγάπη και η απόλυτη ελευθερία από την καταπίεση και το ψέμα. Αυτό είναι το πρόγραμμα το οποίο θα ακολουθούσα αν ήμουν μεγάλος καλλιτέχνης.


Anton Chekhov - letter and signature

Πολλές φορές οι σελίδες μου βγαίνουν πυκνογραμμένες, σα να είναι πρεσαρισμένες, και οι εντυπώσεις συνωστίζονται κι αυτές, συσσωρεύονται, συνθλίβουν η μία την άλλη. Κάθε αρχή και δύσκολη, όμως δεν το βάζω κάτω. Επαγρυπνώ, προσέχω και μοχθώ γράφοντας, συντομεύοντας και ξαναγράφοντας τέσσερις και πέντε φορές το ίδιο πράγμα. Δεν είναι εύκολο να κρατάς αποστάσεις από τους ήρωές σου. Δεν είναι εύκολο να είσαι ο αμερόληπτος μάρτυρας των προσώπων και των καταστάσεων του κειμένου σου. Πώς θα μπορούσε να είναι απλό να ξεχωρίζεις τα σημαντικά από τα ασήμαντα, να φωτίζεις σωστά τα πρόσωπα και να μιλάς τη δική τους γλώσσα; Στην τέχνη, όπως και στη ζωή, τίποτε τυχαίο δεν υπάρχει.

Αυτό σημαίνει πως μπορεί για ένα μικροπραγματάκι να σέρνεσαι βράδια ολόκληρα. Πρέπει να φτάσεις, όταν απεικονίζεις ένα πράγμα, ο αναγνώστης να μπορεί να το βλέπει, να το ψηλαφίζει με τα χέρια. Στις περιγραφές της φύσης πρέπει να καταπιάνεσαι με μικρές λεπτομέρειες, οργανώνοντάς τες με τέτοιον τρόπο, ώστε, όταν ο αναγνώστης τις διαβάσει και κλείσει τα μάτια, να δει την εικόνα. Οι περιγραφές της φύσης τότε μόνο είναι κατάλληλες, όταν βοηθούν να μεταφερθεί στον αναγνώστη η μια ή η άλλη διάθεση, όπως η μουσική σε μια απαγγελία. Αυτή είναι η πραγματική τέχνη. Δεν πρέπει να αφήνουμε τα χέρια να γράφουν όταν το μυαλό τεμπελιάζει. Δεν πρέπει να καταγράφουμε ιδέες αν δεν τις έχουμε επεξεργαστεί μέσα στο μυαλό μας τουλάχιστον επί δύο συνεχείς ατέλειωτες μέρες. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει να στερούμε την σκέψη μας από την ελευθερία της και ικανός γι’ αυτό είναι μόνο εκείνος ο οποίος δεν φοβάται να γράφει κουταμάρες.


Δεν είμαστε θεοί και οι άνθρωποι που γράφουν θα πρέπει κάποτε να συνειδητοποιήσουν ότι σ’ αυτό τον κόσμο δεν ξέρουμε τίποτε, όπως κάποτε το συνειδητοποίησε ο Σωκράτης και, πιο κοντά σ’ εμάς, ο Βολταίρος. Ο λαός νομίζει ότι τα ξέρει όλα και τα καταλαβαίνει όλα. Όσο πιο ανόητοι είναι οι άνθρωποι όμως, τόσο πλατύτερο βλέπουν τον ορίζοντα. Ο συγγραφέας δεν πρέπει να πέφτει σε αυτή την παγίδα. Είναι πολύ άσχημο πράγμα όταν ο καλλιτέχνης καταπιάνεται με κάτι που δεν καταλαβαίνει. Ο κύκλος του είναι το ίδιο περιορισμένος όπως και κάθε άλλου ειδικού. Η δουλειά του καλλιτέχνη δεν είναι η λύση του προβλήματος, αλλά η σωστή τοποθέτηση του προβλήματος. Στο είδος του είναι ένας απλός ανταποκριτής.

Τα ξέρω όλα αυτά και μου είναι ευχάριστο να γράφω, αλλά φοβάμαι ότι, μην έχοντας συνηθίσει να γράφω πολλά, και ακριβώς γι’ αυτό, ξεφεύγω από το ύφος μου, κουράζομαι, δεν ολοκληρώνω τις σκέψεις μου και δεν είμαι αρκετά σοβαρός. Αθέλητα είναι τα λάθη μου, γιατί δεν ξέρω ακόμα πώς να γράφω μεγάλα έργα. Παρηγορούμαι από το γεγονός πως τα χειρόγραφα όλων των πραγματικών λογοτεχνών είναι μουτζουρωμένα, σβησμένα κατά μήκος και κατά πλάτος, τριμμένα, καλυμμένα με μπαλώματα, κι ακόμα, διαγραμμένα και βρομισμένα. Πολλοί θα με πουν αντάρτη. Κάποιοι θα με πουν και αναρχικό. Δεν είμαι αναρχικός. Πιστεύω στο πρόγραμμα ζωής. Πιστεύω στην ατομική ελευθερία που θα την ορίζει, στο δικαίωμα του καθενός να δοκιμάζει διάφορες φωνές μέχρι να βρει τη φωνή του και να κάνει λάθη, αισθανόμενος έτσι απόλυτα τον ανθρωπισμό του.

Τι πρέπει να ζητά ο συγγραφέας; Την πλοκή; Μα, αυτό είναι δευτερεύον. Αυτό που θα πρέπει να τον ενδιαφέρει είναι αυτό που γίνεται στο βαθύ και φευγαλέο «αχ» μιας εκπνοής, στα δυο βλέμματα που σμίγουν, στην άπιαστη στιγμή όπου όλα είναι φανερά και μυστηριώδη ταυτόχρονα. Θέλεις να λέγεσαι καλλιτέχνης; Αφιέρωσε τον εαυτό σου στη μελέτη της ζωής. Ο καλλιτέχνης κοιτάζει καλά τη ζωή και λέει χαμηλόφωνα: «Γιατί, τελικά, αυτή είναι η ζωή. Ή μήπως όχι;»… κι ύστερα, αρχίζει τη δουλειά για να το εκφράσει.

***

Εκτός από τα διάσημα έργα του, ο Αντόν Τσέχοφ άφησε πίσω του πολυάριθμες επιστολές που έγραψε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι περισσότερες από αυτές είναι απαντητικές προς εκκολαπτόμενους φίλους και συναδέλφους του συγγραφείς, οι οποίοι έστελναν κείμενά τους στον ήδη καταξιωμένο Ρώσο συγγραφέα και εκείνος, με τη σειρά του, τα διόρθωνε και τα εμπλούτιζε με πολύτιμες συγγραφικές συμβουλές, οι οποίες έχουν συγκεντρωθεί επιλεκτικά σε αυτό το κείμενο, ελαφρώς διασκευασμένα ώστε να αποκτήσουν συνοχή, και η αξία τους παραμένει ανεκτίμητη μέχρι τις μέρες μας.

Εντόπισα αυτή την ανάρτηση στο ιστολόγιο της φίλης  Eva Psarrou, ενώ έψαχνα πηγές για τις επιστολές του Τσέχωφ. Αν και γραμμένη το 2009 με ένα κλικ βρέθηκε μπροστά μου. Αυτή είναι η ομορφιά των blogs, αν και προϋποθέτουν κόπο, σε ανταμείβουν με τη διάρκεια τους.

13 Ιανουαρίου 2015

Τσαρούχης, κείμενα και αποφθέγματα



Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 13 Ιανουαρίου 1910. Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες του 20ού αιώνα.  Διάβασα το συγκεκριμένο βιβλίο, στο πλαίσιο μιας έρευνας για τον Γιάννη Τσαρούχη. Έπειτα σημείωσα κάποια αποφθέγματα. Με αφορμή τη σημερινή επέτειο σκέφτηκα να τα μοιραστούμε και στο ιστολόγιο. Ακολουθούν κάποιες επιλογές μου: 

Η Ελλάδα είναι ωραία ως σκηνικό, αλλά όχι ως παράσταση.

Η Ελλάδα δεν είναι ούτε ανατολή, ούτε δύση, γι’ αυτό είναι υπό διωγμό.

Στην Ελλάδα υπάρχει βρωμιά και ακαταστασία που δεν υπάρχει στο εξωτερικό κι αυτό αρέσει στους ξένους

Η Ελλάδα σπάνια βγάζει μεγάλους καλλιτέχνες, γιατί δεν μπορεί να τους συντηρήσει.

Η Ελλάδα ζει από τις εξαιρέσεις.

Στην Ελλάδα ποτέ δεν σου συγχωρούν την επιτυχία.

Οι Έλληνες ξέρουν να ανακαλύπτουν το ωραίο και να το γκρεμίζουν.

Οι Έλληνες κονταίνουν τον άλλον για να ψηλώσουν.

Ο Έλληνας θέλει να μπει από το παράθυρο.

Στην Ελλάδα είναι πιο εύκολο να κλέψεις από το να χαρίσεις.

Αν στην Ελλάδα εφαρμοστούν οι νόμοι, θα πάψει να υπάρχει.

Οι Έλληνες δεν μπορούν να ζήσουν με την αλήθεια, γι’ αυτό ζουν με παραμύθια.

Ελληνικό είναι ό,τι απαγορεύει η Αστυνομία.

Δεν έχω καμιά σχέση με τα κόμματα. Ουδέποτε ανήκα πουθενά, διότι είμαι κι εγώ άπιαστος όπως η Ελληνικότητα.


Αθήνα: Απαίσιο σκηνικό, ωραία φωτισμένο.

Κανένας στην Ελλάδα δεν ασκεί το επάγγελμα του.

Αντιδρώντας στα «μη» των γιατρών:
Δηλαδή να μη ζω για να ζω;

Το κάπνισμα είναι μια μορφή αυτοκτονίας.

Είσαι ακόμη φτωχός, γι’ αυτό φοράς ρολόι.

Στη ζωή μου με υποστήριξε μόνο η δουλειά μου.

Αν δεν ευχαριστιέσαι με τη δουλειά σου είναι δυστυχία και αρρώστια. Αν είναι παρηγοριά, πάει καλά. Ειδάλλως είναι φρίκη.

Ό,τι έρχεται νωρίς, φεύγει και νωρίς.

Δε ζήλεψα ποτέ στη ζωή μου. Επιθυμίες είχα που προσπάθησα πολύ να τις πραγματοποιήσω.

Όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις, τόσο πιο μετριόφρων πρέπει να γίνεσαι.

Η ματαιοδοξία δεν έχει όρια.

Για να φτάσεις ψηλά στην Τέχνη, πρέπει να δεις τα αόρατα. Εγώ έχω δει μέρος αυτών και για λίγο. Είναι πολύ δύσκολο να τα δεις.

Στην τέχνη πρέπει να υπάρχει ισορροπία τεχνικής και αυθορμητισμού.

Ελευθερία και πειθαρχία η ζωγραφική.

Αισθητική είναι η ορθογραφία.


Το σχέδιο είναι η σκαλωσιά του έργου.

Εγώ κάνω επανάσταση στο μοντέρνο ζωγραφίζοντας κλασικά.

Τα μουσεία είναι ναοί κλεπτών.

Τα έργα τέχνης ανήκουν σε αυτούς που τα καταλαβαίνουν.

Θέατρο, η εκ των παθών λύτρωση.

Στο θέατρο όλα γίνονται.

Το μέλλον του θεάτρου είναι να μιλάει ο ηθοποιός απλά.

Ηθοποιός: να δείχνεις την τρέλα σου μπροστά σε τρίτους, είναι τρομερό.

Όταν πάψει να σε απασχολεί αν είσαι ωραίος πάνω στη σκηνή, τότε αρχίζεις να γίνεται ηθοποιός.

Για να κάνεις θέατρο δε χρειάζονται χρήματα, αλλά φαντασία και ευαισθησία.

Επειδή σεβάστηκα την Επίδαυρο, πήγα μόνο με την Κάλλας.

Η Επίδαυρος είναι ένα κακόφημο κέντρο.

Επιτυχημένο σκηνικό είναι αυτό που φεύγοντας ο θεατής δεν το θυμάται.

Το κράτος στηρίζει τη ρουτίνα γιατί την ελέγχει.

Οι μέτριοι είναι πολλοί, γι’ αυτό έχουν δύναμη.

Ένα καλό περιτύλιγμα πουλάει.

Το τσάμπα είναι πιο ακριβό.

Όποιος αγαπάει, στο τέλος θα αγαπηθεί και θα είναι δυστυχής.

Η μυστική χαρά του έρωτα είναι η εκδίκηση.

Οι εχθροί των φίλων μας δεν είναι απαραίτητα εχθροί μας.

Το μίσος είναι πρόβλημα των άλλων.

Πολλά πράγματα μπορούν να γίνουν μόνο με την πίστη. Ούτε η επιστήμη, ούτε τίποτα άλλο μπορούν να το κατορθώσουν.

Ο άνθρωπος γεννιέται με πίστη, η επιστήμη την καταργεί και γι’ αυτό είναι δυστυχισμένος.

Τα πράγματα κατακτώνται δια του πνεύματος.

Ποτέ δεν είναι νωρίς.

Ποτέ δεν έχουν οι άνθρωποι αυτά που πρέπει.
Θα έχουν ή περισσότερα ή λιγότερα.


Προσπαθώ να κερδίσω λίγα, αλλά είναι πολύ δύσκολο.

Και η Τέχνη είναι μια παραχώρηση, γιατί η ζωή χωρίς τέχνη είναι δύσκολη.

Η πείνα του φτωχού είναι η αδυναμία του πλούσιου. Και οι δυο είναι δυστυχισμένοι.

Το χρήμα είναι δουλεία.

Η προσπάθεια να εξασφαλιστούμε μας καταστρέφει κάθε προοπτική στη ζωή.

Τέλειο δεν υπάρχει. Αν το κατορθώναμε, θα αυτοκτονούσαμε.

Το «θα» είναι θάνατος.

Οι επιλογές των παραπάνω ευφυέστατων αποφθεγμάτων του Γιάννη Τσαρούχη, προέρχονται από το βιβλίο : Τσαρούχης, Ζωγραφιστά έργα και σχέδια, σκηνικά, κουστούμια, φωτογραφίες, κείμενα και αποφθέγματα (1986-1989), Δήμος Αμαρουσίου, 2002, του Κώστα Κλεφτογιάννη

Προηγούμενες αναφορές στο blog για τον Γιάννη Τσαρούχη:

"Γιάννης Τσαρούχης 1910-1989", αφιερωμένη ανάρτηση στην αναδρομική έκθεση του Μουσείου Μπενάκη με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό ετών από τη γέννηση του

 στο σπίτι του Γιάννη Τσαρούχη

 Γιάννης Τσαρούχης. Εικονογράφηση μιας αυτοβιογραφίας. Πρώτο Μέρος (1910-1940), στο Μουσείο Μπενάκη. 
Related Posts with Thumbnails