1 Μαρτίου 2010

ρεμπέτικο

Τα ρεμπέτικα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας και της πολιτιστικής μας παράδοσης. Η καταγωγή του όρου του ρεμπέτικου, ανάγεται στην εποχή της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα (1453-1821) και υποδηλώνει τον περιθωριακό, τον εκτός νόμου, όποιον τίθεται εκτός από τα καθιερωμένα πρότυπα και την πολιτική μιας κοινωνίας. Οι μουσικές ρίζες του τοποθετούνται στη βυζαντινή Εκκλησιαστική μουσική και στο δημοτικό τραγούδι του ελληνικού λαού της Μικράς Ασίας και των νησιών του Αιγαίου.
Στο «Μέγα Λεξικό» του Δ. Δημητράκου, η λέξη «ρεμπέτης» μάς παραπέμπει: «ο φυγόπονος και διεφθαρμένος, ο τεμπέλης, ο αχαΐρευτος, ρεμπέτα». Ο Μάρκος Βαμβακάρης ταυτίζει τη ρεμπέτικη ζωή με τη «μποέμικη».

Βασικοί παράγοντες της γέννησης του ρεμπέτικου είναι η παράδοση του δημοτικού τραγουδιού, τα τραγούδια της ταβέρνας και της Ανατολής, οι βυζαντινοί ψαλμοί, τα στιχάκια των λαϊκών ημερολογίων, οι αμανέδες, η άνοδος και η πτώση της αστικής τάξεως, οι βαλκανικοί σκοποί, ο πόλεμος του 1897 και ο όλεθρος του 1922.
Πριν το 1922, οι ρεμπέτες ήταν εσωτερικοί μετανάστες, που αγωνίζονταν να βιοποριστούν στις άθλιες συνθήκες των λιμανιών και των αστικών κέντρων, ζώντας στη συχνή εναλλαγή στην εργασία και στην ανεργία, στη νομιμότητα και στην παρανομία.

Έως το 1922, το ρεμπέτικο είναι περιορισμένης εμβέλειας, ανώνυμο και ταυτίζεται με τις παραβατικές ομάδες. Ο ιδεολογικός κόσμος είναι ο κόσμος της παρανομίας. Οι ομάδες αυτές ζούνε με τους δικούς τους κανόνες, εκδηλώνοντας μια ενσυνείδητη απόρριψη στην επικρατούσα ιδεολογία και διατυπώνοντας την ηθική του μάγκα.
Ενδεικτικοί οι παρακάτω στίχοι, δίσκου του 1920 από τον «Μανώλη χασικλή» του Δραγάτση: «Αν είσαι φίνος μάγκας / πούν’ τα μπεγλέρια σου; / αν είσαι και σερέτης / πούν’ τα μαχαίρια σου; / Εγώ’ μαι φίνος μάγκας και φίνος χασικλής / κι όταν θα τη φουμάρω να ξομολογηθείς».

Το ρεμπέτικο έγινε η έκφραση ζωής σαν μια ατέλειωτη προσπάθεια για επιβίωση, για μια συνέχεια της ύπαρξής τους.
Τραγούδια έλεγαν οι κουτσαβάκηδες της εποχής του Δημητρίου Μπαϊραχτάρη (αστυνομικού διευθυντή Αθηνών στην περίοδο 1893-1897) , αλλά δεν έχουν διασωθεί. Οι κουτσαβάκηδες του Ψυρρή έδρασαν στην περίοδο 1862-1897. Οι πρώτοι κουτσαβάκηδες ήταν αϊβαλιώτες εγκατεστημένοι στην Σύρο. Όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα, αρκετοί αϊβαλιώτες και συριανοί μάγκες εγκαταστάθηκαν στο Ψυρρή.
Το 1922 με τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη προσφυγιά ενάμιση εκατομμυρίου ανθρώπων, τα αστικά λαϊκά τραγούδια, οι μουσικοί, τα λαϊκά τους όργανα μεταφέρονται από τη Μικρά Ασία, τη Σμύρνη και τη Κωνσταντινούπολη στην κυρίως Ελλάδα.
Με την Καταστροφή αυτά τα στοιχεία μεταφυτεύονται σε ένα χώρο με δική του μουσική παράδοση και ιστορία. Τα αστικά και λαϊκά είδη μουσικής από τις δύο πλευρές του Αιγαίου αρχίζουν να ενοποιούνται. Η άφιξη στις ελληνικές πόλεις χιλιάδων διωγμένων, που θα καταλήξουν στην ανεργία, διευρύνει την «κοινωνική βάση» του ρεμπέτικου.
Τα πλήθη των απογοητευμένων ατόμων θα συμβάλλουν ως πεδίο παραγωγής και διάδοσης του ρεμπέτικου. Ο τόπος δημιουργίας μετατοπίζεται στην ταβέρνα και η γνωστοποίηση εξασφαλίζεται μέσω καταχωρίσεων σε δίσκους των 78 στροφών. Είναι η περίοδος της εμφάνισης του επώνυμου τραγουδιού και των πρώτων ηχογραφήσεων.
Ο Τούντας

Ο πρώτος συνθέτης της δισκογραφίας στην Ελλάδα είναι ο Σμυρνιός Παναγιώτης Τούντας (1886-1942). Στην περίοδο 1925-1940 δισκογραφεί σχεδόν 300 τραγούδια. Στις βασικότερες θέσεις των δισκογραφικών εταιρειών, τοποθετούνται μουσικοί της «προσφυγιάς».

Δίσκος με μπουζούκι ηχογραφήθηκε στην Ελλάδα πρώτη φορά το 1931. Τον Ιανουάριο του 1932 κυκλοφορεί με επιτυχία, ένας δίσκος με μπουζούκι και κιθάρα. Στις ταβέρνες, στους τεκέδες και στα ουζερί του Πειραιά συχνάζουν μουσικοί που παίζουν τραγούδια με μπουζούκι.
Σέμσης, Τομπούλης και Ρόζα Εσκενάζυ 1932

Κάποιοι δημιουργοί καθορίζουν τη συνένωση της σμυρναίικης με τη διαμορφούμενη πειραιώτικη σχολή. Ξεχωρίζουν ο Βαγγέλης Παπάζογλου και ο Γιοβάν Τσαούς. Από τους τραγουδιστές διακρίνονται οι Ρόζα Εσκενάζυ, Αντώνης Διαμαντίδης, Ρίτα Αμπατζή, Νούρος και Ρουκούνας.
Βαμβακάρης

Ξεχωρίζει ο Συριανός Μάρκος Βαμβακάρης, με την παρέα του, την περίφημη «Τετράδα του Πειραιώς», την οποία αποτελούν ο Σμυρνιός Ανέστος Δελιάς, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Γιώργος Μπάτης.
Μεταξύ 1932-1933 ηχογραφούνται περισσότερα από 20 τραγούδια με επικράτηση του μπουζουκιού και με θεματολογία κυρίως «χασικλίδικη». Η Columbia διστάζει να στηρίξει αυτή την ηχογράφηση, φοβούμενη τον κοινωνικό απόηχο της υιοθέτησης του μπουζουκιού, οργάνου «του τεκέ και της φυλακής».

Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι:
«Μας κυνηγούν τον αργιλέ / γιατί τον πίνουν μάγκες,
και ζούλα τον φουμάρουνε / όλοι οι αριστοκράτες
».

Ο λαϊκός δημιουργός που θα υιοθετήσει στοιχεία διαφορετικών παραδόσεων, ωθώντας το τραγούδι με τα μπουζούκια από τη διαπροσωπική του ύπαρξη στη μαζικότητα είναι ο Βασίλης Τσιτσάνης.

Ο Τσιτσάνης καταγόταν από την Ήπειρο, από όπου προέρχονταν οι γονείς του πριν εγκατασταθούν στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας. Η ιδιαίτερη πατρίδα του, επηρέασε το έργο του.

Σύμφωνα με τον ίδιο, συγκρότησε το παίξιμο στο μπουζούκι μέσα στο χλευασμό της αριστοκρατίας των Τρικάλων, επιλέγοντας να διαφοροποιηθεί από το Μάρκο Βαμβακάρη και από τη σμυρναίικη σχολή. Εισέρχεται στη δισκογραφία το 1937. Από το 1938 μέχρι την κήρυξη του πολέμου του 1940 ηχογραφεί 110 τραγούδια.
Ο Μπάτης, 1930

Η δικτατορία του Μεταξά, συστήνει Ειδική Επιτροπή ελέγχου των στίχων και της μουσικής. Εκείνη την εποχή, πολλοί λαϊκοί οργανοπαίχτες εξορίστηκαν ως «χασικλήδες». Καλλιτέχνες, όπως ο Παπάζογλου, ο Μπάτης, ο Δελιάς και ο Τσαούς, επέλεξαν να σταματήσουν κάθε δισκογραφική δραστηριότητα, από το να ενσωματωθούν στους νέους μηχανισμούς σύνθεσης τραγουδιών.

Από το 1940 ξεκινά η περίοδος ανάπτυξης των ρεμπέτικων, μέσα σε ταραγμένες συνθήκες όπου συνοδεύτηκαν από τον πόλεμο, τη γερμανική Κατοχή και τον εμφύλιο. Σταδιακά ο αναλφαβητισμός υποχωρεί, ο λαϊκός Τύπος εξαπλώνεται και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας φτάνουν παντού.

Μάρκος Βαμβακάρης, Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαιωάννου, Μάνος Χατζιδάκις και Σωτηρία Μπέλλου

Το 1949, ο Μάνος Χατζιδάκις δίνει διάλεξη στο Θέατρο Τέχνης, όπου υπερασπίζεται το ρεμπέτικο, στο οποίο εντοπίζει ομοιότητες με τη μουσική του ευρωπαϊκού μπαρόκ. Αυτή η ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι, προκάλεσε πλήθος νέων θαυμαστών του λαϊκού τραγουδιού από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Το ρεμπέτικο γίνεται η κυρίαρχη μουσική της διασκέδασης.

H περίοδος σφραγίζεται από τον Τσιτσάνη, ο οποίος με ερμηνευτές όπως η Σωτηρία Μπέλλου, η Μαρίκα Νίνου κ.α., παρουσιάζουν τραγούδια που χαρακτηρίζουν τα χρόνια, όπως: «Συννεφιασμένη Κυριακή», «Κάνε λιγάκι υπομονή», «Χωρίσαμε ένα δειλινό» κ.ά.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου είναι η διαμαρτυρία ενάντια στις κοινωνικές διακρίσεις, το σφοδρό «κατηγορώ» προς στους πλούσιους, ο ύμνος στη φτώχια, αναφορές στην Αντίσταση και στον Εμφύλιο, καταγγελία της μετανάστευσης και της ξενιτιάς.

Στις «Φάμπρικες», ο Τσιτσάνης επαινεί την εργατική τάξη:
«Φράγκο δεν δίνουνε για μεγαλεία / έχουνε μάθει να ζουν απλά / στάζει ο ιδρώτας τους χρυσές σταγόνες / γεια σου περήφανη κι αθάνατη εργατιά».

Αλλού διαμαρτύρεται για την κοινωνική αδικία:
«Δυο δρόμοι τη χωρίζουν την κοινωνία τούτη / και φέρνουν μαύρη συμφορά, η φτώχεια και τα πλούτη».


Το ρεμπέτικο, κοινός χώρος έκφρασης των πιο φτωχών και αμόρφωτων τάξεων του πληθυσμού, μάς ξεναγεί σε μοναδικές μουσικές διαδρομές, σε καταβολές ρηματικών εκφράσεων και ποιητικών μοτίβων που χάνονται στο βάθος του χρόνου. Eκφράζει τις ασυνέχειες στην κοινωνική οργάνωση, μνημονεύει κοινωνικές ρήξεις, υποδηλώνει κοινωνικούς αποκλεισμούς και αποτελεί την φωνή των αποκλεισμένων και περιθωριοποιημένων ατόμων της κοινωνίας.


Βιβλιογραφια:
Γεωργιάδης N., Το φαινόμενο Τσιτσάνης, Αθήνα, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 2005
Δαμιανάκος Σ., Παράδοση ανταρσίας και λαϊκός πολιτισμός, Πλέθρον, 2003
Δραγούμης Μ., «Μια μουσικολογική προσέγγιση του ρεμπέτικου», στο Θέματα Ελληνικού Πολιτισμού, Αιγαιο Κέντρο Ελληνικής Φιλολογίας, Αθήνα 1984
Ιωαννίδης Γ., «Στη μεταπολεμική Ελλάδα» στο Μουσική και Πολιτική, εφημ. Καθημερινή Επτά Ημέρες, Αθήνα, 13-01-2002
Κοταρίδης Ν., Ρεμπέτες και ρεμπέτικο τραγούδι, Αθήνα, ΠΛΕΘΡΟΝ, 1996
Παπάζογλου Ε., Ιστορία της ελληνικής μουσικής, Νάκας
Πετρόπουλος Η., Ρεμπέτικα τραγούδια, Κέδρος, Αθήνα 1972

28 Φεβρουαρίου 2010

Picasso's Guernica



Ένα εξαιρετικό φίλμακι, με 3D εξερεύνηση της Guernica του Picasso..
Όταν η τεχνολογία, συναντά την τέχνη, τα αποτέλεσματα μπορούν να είναι καταπληκτικά.. Θα ήταν ωραίο, αν με τέτοια βιντεάκια διδασκόταν η τέχνη στα σχολεία..
Έχει γίνει ήδη αφιέρωμα στο blog στον Picasso.
Μπορείτε να διαβάσετε για την ιστορία της Guernica πατώντας εδώ!

26 Φεβρουαρίου 2010

..πρόταση..


Ο καλός μου φίλος και συνblogger Επίκουρος, μας καλεί σε ένα ταξίδι διαφορετικό μέσω ραδιοφωνικών εκπομπών, όπου διαλέγει αγαπημένες μουσικές, αναρτήσεις φίλων bloggers, μα κυρίως εστιάζει, όπως λέει ο ίδιος, στην καλλιτεχνική φύση και στην ευαισθησία των ανθρώπων.

Ο Βαγγέλης είναι φίλος, αυθεντικός και δημιουργικός άνθρωπος..

Συντονιστείτε! Θα σας ταξιδέψει με την ποιότητα του!

Πατώντας εδώ, μπορείτε να κατεβάσετε σε mp3 την εκπομπή του προηγούμενου Σαββάτου.

& εδώ, μπορείτε να συντονιστείτε με το Δημοτικό Ραδιόφωνο Πολυγύρου και να τον ακούσετε, κάθε Σάββατο βράδυ από τις 9 μέχρι τις 11.

Το ραδιόφωνο έχει μια γοητεία και λειτουργεί ως καταφύγιο σε δύσκολες εποχές. Καλή ακρόαση!

-----

..ακολουθούν αγαπημένοι στίχοι του Αργύρη Μπαρή..

Καλημέρα γείτονα
ας ανοίξουμε τα παράθυρα

να γνωριστούμε,
ν' αγαπηθούμε

για να μοσχοβολήσουν οι βασιλικοί στα περβάζια
και να ευωδιάσει ο κόσμος άνοιξη.

Κατήφορος κι εμείς στο φουλ το γκάζι..
Πως έγινε έτσι η ζωή;


----

Η ψυχή μοναχικό λουλούδι
από παιδικά δάκρυα και
φρεσκολουσμένα πρωινά
,

ανοιξιάτικες δροσοσταλίδες και άνθη νερατζιάς
στο κάθε άγγιγμα ματώνει.

Δίνω τα χέρια μου
ν’ ανοίξουν οι ορίζοντες
ν’ απλώσει η φωνή μου
να γίνει προσάναμμα χαράς
και σπόρος.

--

Τ’ αποφάσισα
θα γκρεμίσω τον Όλυμπο
κι ένα κομμάτι του Ουρανού.

Γελάτε:
Τα πιο γελοία πράγματα της ζωής είναι τα σοβαρά
Τα πιο αναθεωρήσιμα τα λογικά
Τα πιο άγνωστα τα γνωστά
Τα πιο αιώνια τα αενάως φθαρτά.

Η μάνα μου δίπλα μου μ’ ακούει και ανησυχεί
Κι όλο ψιθυρίζει
‘κοιμήσου παιδί μου κοιμήσου’.


--

Εγώ τον Θεό τον συναντώ
στα παιδικά μου χαμόγελα
διάφανο κι αθώο σαν παιδί
και θέλω τόσο να παίζω μαζί του!
Να παίζω.
Τίποτε άλλο.

--

Πατήστε όσο θέλετε
δεν έχω οχιές μέσα μου
Την παπαρούνα
την καρφιτσωμένη στα μάτια μου
μην την κουρσέψετε.
Είναι η καρδιά μου.

--

Στη στατιστική
ατέλείωτοι αριθμοί

Κρύβουν από κάτω τους ζωντανούς
που βαριανασαίνουν,
χωρίς γέλιο,
χωρίς όνειρα,
χωρίς γιασεμιά στα χείλη,
χωρίς γαρύφαλλα στα μάτια
αποψιλωμένοι της παγκοσμιοποίησης,
απλοί αριθμοί του άπληστου κέρδους.

25 Φεβρουαρίου 2010

Invictus

Μια ενδιαφέρουσα ταινία που παίζεται αυτές τις μέρες είναι το Invictus του Clint Eastwood, με το Morgan Freeman στο ρόλο του Nelson Mandela και το Matt Damon στο ρόλο του αρχηγού της ομάδας ράγκμπι της Νοτιοαφρικανικής Ένωσης.

Ο Eastwood σκηνοθετεί αυτήν την πολιτικό-αθλητική ταινία που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, μια ιστορία που ασχολείται με τη σπουδαία προσωπικότητα του Nelson Mandela και της ικανότητάς του να διευθύνει καταστάσεις προκειμένου να πετύχει αυτό που ήθελε: την ειρήνη και την ισότητα στην πατρίδα του. Σε όσους αρέσουν οι ταινίες που βασίζονται σε αληθινά ιστορικά γεγονότα, ας μη τη χάσουν..

Ο τίτλος της ταινίας (Invictus) σημαίνει ανίκητος. Προέρχεται από ένα ποιήμα που διάβαζε ο Mandela στη φυλακή και ουσιαστικά του έδωσε τη δύναμη για να αντέξει αιχμάλωτος σε ένα μικρό κελί 27 χρόνια..Η ταινία εστιάζει στη δύναμη της έμπνευσης..

Ο William Ernest Henley


Το έργο μου κίνησε την περιέργεια να ψάξω στοιχεία για τη ζωή του ποιητή και πως ακριβώς εμπνεύστηκε τους στίχους.. Το συγκεκριμένο ποίημα το έγραψε ο Άγγλος ποιητής, κριτικός και εκδότης William Ernest Henley.

Ο Henley από την ηλικία των δώδεκα ετών έπασχε από φυματίωση των οστών με αποτέλεσμα λίγα χρόνια αργότερα να υποβληθεί σε ακρωτηριασμό του αριστερού του ποδιού κάτω από το γόνατο.

Λόγω της ασθένειας, αναγκαζόταν να πηγαίνει τακτικά σε νοσοκομεία, όπου νοσηλευόταν για μεγάλα διαστήματα. Παρ' όλα τα προβλήματα του, δεν εγκατέλειψε ποτέ τον αγώνα για τη γνώση και τη ζωή.

Προτομή του Henley από τον Rodin

Το Invictus το έγραψε το 1875, κατά τη διάρκεια μιας νοσηλείας του.. Λέγεται πως γράφτηκε ως απόδειξη της ανθεκτικότητας του μετά τον ακρωτηριασμό του ποδιού του. Αξίζει να αναφερθεί πως ο Henley έχασε και την κόρη του Μαργαρίτα σε ηλικία 5 ετών.. Ο ίδιος πέθανε στα 53..

Ακολουθεί το ποίημα, σε μια ελεύθερη μετάφραση, κάθε δική σας διόρθωση επιθυμητή.

----
Πέρα από την νύχτα που με σκεπάζει,
Μαύρη όπως η κόλαση, από άκρη σε άκρη,
Ευχαριστώ τους θεούς όποιοι και να είναι,
για την ανίκητη ψυχή μου..

Και αν έπεσα θύμα των περιστάσεων,
δεν δείλιασα, δεν έκλαψα σπαρακτικά..
Κάτω από τα χτυπήματα της μοίρας,
το κεφάλι μου είναι ματωμένο, μα δεν τα παρατά.

Πέρα από αυτό το τόπο του θυμού και των δακρύων,
παραμορφωμένο από το τρόμο της σκιάς,
Ακόμη και από την απειλή των χρόνων,
Είμαι και θα είμαι γενναίος.

Δεν έχει σημασία πόσο στενή είναι η πύλη,
Πόσο μεγάλο είναι το τίμημα..
Εγώ είμαι ο κυρίαρχος της μοίρας μου:
Εγώ είμαι ο καπετάνιος της ψυχής μου.

Invictus (William Ernest Henley)

Out of the night that covers me,
Black as the Pit from pole to pole,
I thank whatever gods may be
For my unconquerable soul.

In the fell clutch of circumstance
I have not winced nor cried aloud.
Under the bludgeoning of chance
My head is bloody, but unbowed.

Beyond this place of wrath and tears
Looms but the Horror of the shade,
And yet the menace of the years
Finds, and shall find me, unafraid.

It matters not how strait the gate,
How charged with punishments the scroll
I am the master of my fate:
I am the captain of my soul.
----
Related Posts with Thumbnails