Μήνυμα Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου
27 Μαρτίου 2016
Έχουμε ανάγκη το θέατρο;
Αυτό είναι το ερώτημα που τίθεται ενώπιον χιλιάδων επαγγελματιών του θεάτρου και εκατομμυρίων κουρασμένων από αυτό, ανθρώπων.
Γιατί το έχουμε ανάγκη;
Στις μέρες μας, συγκρινόμενη με τις πλατείες των πόλεων και τις γαίες των κρατών, όπου πραγματικές τραγωδίες συμβαίνουν καθημερινά στη ζωή, η σκηνή μοιάζει πια ασήμαντη.
Τι σημαίνει το θέατρο για μας;
Επίχρυσες γκαλερί και μπαλκόνια σε θεατρικές αίθουσες, βελουδένιες πολυθρόνες, βρώμικα παρασκήνια, δουλεμένες φωνές των ηθοποιών – ή αντιθέτως, κάτι διαφορετικό: Μαύρα κουτιά, βαμμένα με λάσπη και αίμα, γεμισμένα με ένα τσούρμο λυσσαλέων γυμνών σωμάτων.
Τι θα μπορούσε να μας πει;
Τα πάντα!
Το θέατρο μπορεί να μας μιλήσει για τα πάντα.
Για το πώς οι θεοί κατοικούν στον ουρανό, πώς οι φυλακισμένοι μαραζώνουν σε υπόγειες σπηλιές και πώς το πάθος μας εξυψώνει και πώς η αγάπη μπορεί να μας καταστρέψει, πως κανείς δεν έχει ανάγκη έναν καλόν άνθρωπο σ’ αυτόν τον κόσμο και πώς βασιλεύει ο δόλος, πώς μερικοί άνθρωποι ζουν σε διαμερίσματα, ενώ τα παιδιά εξασθενούν σε προσφυγικούς καταυλισμούς και πώς όλοι θα πρέπει να επιστρέψουν πίσω στην έρημο και πώς μέρα με τη μέρα αναγκαζόμαστε να αποχωριστούμε τους αγαπημένους μας – το θέατρο μπορεί να μας μιλήσει για όλα.
Το θέατρο υπήρχε και θα συνεχίσει να υπάρχει παντοτινά.
Και τώρα, τα τελευταία πενήντα έως εβδομήντα χρόνια, μας είναι ιδιαίτερα αναγκαίο. Γιατί είναι εμφανές ότι από όλες τις δημόσιες τέχνες μόνο το θέατρο έχει τη δυνατότητα της μετάδοσης – του λόγου, από στόμα σε στόμα, από βλέμμα σε βλέμμα, από χέρι σε χέρι, από σώμα σε σώμα. Το θέατρο δεν χρειάζεται διαμεσολαβητή για να ταξιδέψει ανάμεσα στους ανθρώπους – αποτελεί την πιο διάφανη πλευρά του φωτός, δεν ανήκει ούτε στον νότο, ούτε στον βορρά, στην ανατολή ή τη δύση – ω όχι, είναι η ουσία του ιδίου του φωτός, που λαμπυρίζει από τις τέσσερεις γωνιές του κόσμου, ενός φωτός που ακαριαία αναγνωρίζει κάθε εχθρικό ή φιλικό πρόσωπο.
Και χρειαζόμαστε ένα ποικίλο θέατρο, παντός είδους. Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι από όλες τις μορφές του θεάτρου οι πιο περιζήτητες θα αποδειχθούν οι αρχαϊκές μορφές του. Το τελετουργικό θέατρο δεν πρέπει να τοποθετείται με τεχνητό τρόπο σε αντιδιαστολή με τα «πολιτισμένα έθνη». Ο λαϊκός πολιτισμός αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο, καθώς ο ούτω καλούμενος «πολιτισμός της πληροφορίας» σταδιακά αντικαθιστά και εκδιώχνει τις φυσικές οντότητες, καθώς και την ελπίδα μας για μια συνάντηση μαζί τους, κάποτε.
Μα τώρα το βλέπω ξεκάθαρα: το θέατρο άνοιξε. Η είσοδος είναι ελεύθερη για όλους.
Στο διάολο οι ηλεκτρονικές συσκευές και οι υπολογιστές – πηγαίνετε θέατρο! Γεμίστε ολόκληρες σειρές καθισμάτων κοντά και μακριά από τη σκηνή, ακούστε το λόγο και κοιτάξτε τις ζωντανές εικόνες! – είναι θέατρο αυτό μπροστά σας, μην το παραγνωρίζετε και μη χάνετε την ευκαιρία να συμμετέχετε σ’ αυτό – είναι ίσως η πολυτιμότερη ευκαιρία που έχουμε τη δυνατότητα να βιώσουμε από κοινού, μέσα στις μάταιες και βιαστικές ζωές μας.
Χρειαζόμαστε κάθε είδους θέατρο.
Μόνο ένα είδος θεάτρου σίγουρα κανένας δεν έχει ανάγκη – και μιλώ για το θέατρο των πολιτικών παιγνιδιών, ένα θέατρο πολιτικών «ποντικοπαγίδων», ένα θέατρο που παίζουν οι πολιτικοί, ένα μάταιο πολιτικό θέατρο. Αυτό που σίγουρα δεν χρειαζόμαστε είναι το θέατρο της καθημερινής τρομοκρατίας, είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικό επίπεδο, αυτό που δεν χρειαζόμαστε είναι το θέατρο πτωμάτων και αίματος στις πλατείες και στους δρόμους, στις πρωτεύουσες ή στις επαρχίες, ένα κάλπικο θέατρο συγκρούσεων μεταξύ θρησκειών και εθνικών ομάδων.
Ανατόλι Βασίλιεφ - Anatoli Vassiliev (Анато́лий Васильев)
Μετάφραση από τα αγγλικά και τα γαλλικά: Αγγέλα Χριστοφίδου
Ανατόλι Βασίλιεφ: ο διεθνούς φήμης ρωσικής καταγωγής σκηνοθέτης, παιδαγωγός και ερευνητής κι ένας από τους σημαντικότερους ανθρώπους του σύγχρονου θεάτρου σπούδασε στην Ακαδημία Δραματικής Τέχνης της Μόσχας (GITIS). Από το 1973 και μετά, συνεργάστηκε ως σκηνοθέτης με το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, το Θέατρο Στανισλάφσκι, το Θέατρο Ταγκάνκα του Γιούρι Λιουμπίμοφ, το Θέατρο Μπολσόι κά. Σταδιακά, άρχισε να αναγνωρίζεται διεθνώς, σκηνοθετώντας παραστάσεις στην Κομεντί Φρανσαίζ (1992), το Φεστιβάλ της Αβινιόν (1997), την Kαρτουσερί της Αριάν Μνουσκίν (1998), το Θέατρο Οντεόν (2006), αλλά και στην Ιταλία, τη Γερμανία, την Ουγγαρία, τη Μεγάλη Βρετανία.
Παράλληλα, ασχολήθηκε με την διδασκαλία. Έχει διδάξει στην Ακαδημία Δραματικής Τέχνης της Μόσχας (GITIS), στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Μόσχας (VGIK), στην Ανώτατη Σχολή Θεάτρου της Λυόν (ENSATT), το Ινστιτούτο Γκροτόφσκι στην Πολωνία. Το 1987 ίδρυσε στη Μόσχα τη δική του Σχολή Δραματικής Τέχνης, που αποτέλεσε εργαστήριο πειραματισμού επάνω στη φωνητική και σωματική εκπαίδευση του ηθοποιού.
Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία και θεωρείται ο σπουδαιότερος Ρώσος σκηνοθέτης της γενιάς του.
Στην Ελλάδα, έχουν παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία του οι παραστάσεις: Μήδειας υλικό (συμπαραγωγή ΚΘΒΕ και Σχολής Δραματικής Τέχνης Α. Βασίλιεφ, Βασιλικό Θέατρο 2002), Ομήρου Ιλιάς Ραψωδία Ψ (Σχολή Δραματικής Τέχνης Α. Βασίλιεφ, Δελφοί 2006), Μήδεια (ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 2008).