24 Μαρτίου 2012

Θεόφιλος Κεφαλάς - Χατζημιχαήλ



Ο Θεόφιλος γεννήθηκε στη Μυτιλήνη γύρω στο 1870 και πέθανε στις 24 Μαρτίου 1934. Κυρίαρχο στοιχείο του έργου του είναι η ελληνικότητά και η εικονογράφηση της λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.  Στην εποχή του ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ υπήρξε στόχος αποδοκιμασιών και χλευασμού. Μετά τον θάνατό του ήρθε η αναγνώριση. 

Ερωτόκριτος και Αρετούσα

Η ζωή του Θεόφιλου ήτανε πολύ δύσκολη εξ αιτίας του κόσμου που τον κορόιδευε, επειδή του άρεσε να φορά την παραδοσιακή φουστανέλα και να συζητά μόνο για τις ιστορίες του. Επιπλέον, ήταν αριστερόχειρας, πράγμα που τα χρόνια εκείνα θεωρούνταν μειονέκτημα και σχολιαζόταν αρνητικά από την κοινωνία. Οι γονείς και οι δάσκαλοί του προσπάθησαν με βίαιο τρόπο να τον κάνουν δεξιόχειρα. Ο ιδιόρρυθμος καλλιτεχνικός χαρακτήρας του, έκανε εντονότερα “χλευαστική” την εξωτερική εικόνα του στους γύρω όπου τον οδήγησε να παρατήσει νωρίς το σχολείο και να ασχοληθεί με την αγιογραφία.

Λίμνιος κεχαγιάς 



Ανήσυχος κι ονειροπαρμένος, ζώντας σ' ένα δικό του κόσμο, δεν έδειξε καμιά επιμέλεια στα γράμματα, αλλά μοναδικό "μεράκι" ήταν να ζωγραφίζει. Σε ηλικία περίπου δεκαεπτά ετών εγκατέλειψε το οικογενειακό του περιβάλλον και εργάστηκε ως θυροφύλακας («Καβάσης») στο Ελληνικό Προξενείο της Σμύρνης. Εκεί έμεινε λίγα χρόνια, πριν εγκατασταθεί στην πόλη του Βόλου, κάνοντας ευκαιριακές δουλειές, όπου θα περάσει περίπου 30 χρόνια της ζωής του, και θα αφήσει πλήθος σημαντικών έργων του.


παράλιον χωρίον της Μυτιλίνης ή Βαρειά 

Ζωγραφίζει σε καφενεία, ταβέρνες, χάνια, στο χωριό Μηλιές του Βόλου, φιλοτεχνεί την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας, αλλά και πολλά σπίτια, ελαιοτριβεία, φούρνους, μύλους κ.α. Στο Βόλο ζωγραφίζει και πλήθος επιγραφών στα προσφυγικά των εκδιωχθέντων από την Μικρά Ασία. Δυστυχώς, πολλά από τα έργα του έχουν καταστραφεί είτε από σεισμούς και πυρκαγιές, είτε από κατεδαφίσεις και αμέλεια.



 ο Αθανάσιος Διάκος το 1821

Υπήρξε πάντοτε ιδιαίτερα φτωχός, και συχνά ζωγράφιζε τοίχους καφενείων ή σπιτιών για ένα κερδίσει μονάχα ένα πιάτο φαγητό. Εξίσου συχνά έπεφτε θύμα εμπαιγμού και περιφρόνησης ειδικά λόγω της επιλογής του, από μια ηλικία και μετά, να εγκαταλείψει τον ευρωπαϊκό τρόπο ένδυσης και να φοράει φουστανέλα, όπως οι ήρωες που απεικόνιζαν τα έργα του. Η αγάπη του για την πατρίδα και η καλλιτεχνική φύση του τον οδήγησαν ακόμα να διοργανώνει θεατρικές λαϊκές παραστάσεις με παιδιά των γύρω χωριών.  

Ο Teriant 

Το 1927 ο Θεόφιλος επιστρέφει στη Μυτιλήνη. Παρά τα πειράγματα του κόσμου συνεχίζει να ζωγραφίζει.  Για τον Θεόφιλο μαθαίνει ο εκδότης Στρατής Ελευθεριάδης-Τεριάντ, που μένει στο Παρίσι κι έχει φίλους τους διασημότερους ζωγράφους της εποχής. Eίναι πρώτη φορά που νιώθει αναγνώριση, επιπλέον συνέβαλλε αρχικά στη βελτίωση των συνθηκών επιβίωσής του και μετέπειτα (δυστυχώς μετά θάνατον) στην σταδιακή αναγνώριση του έργου του ώσπου το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε το έργο του «χρήζον ειδικής κρατικής προστασίας». Τον Μάρτη του 1934, παραμονές του Ευαγγελισμού, βρίσκουνε τον Θεόφιλο νεκρό.

Η ωραία Αδριάνα των Αθηνών


Ως το Σεπτέμβριο του 1935, ένα χρόνο μετά το θάνατο του, μνεία στο όνομά του γίνεται μόνο σε μερικά δημοσιογραφικά κείμενα. Στις 20 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου δημοσιεύεται στα Αθηναϊκά Νέα μια συνέντευξη του Teriade με τίτλο «Μια καλλιτεχνική ανακάλυψη. Ένας άγνωστος μεγάλος Έλληνας λαϊκός ζωγράφος, ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ» και την επόμενη χρονιά οργανώνεται από τον Teriade έκθεση έργων του στο Παρίσι. 

Το Τίναγμα των ελαίων

Ο Τάκης Μπαρλάς αποκαλεί τον Θεόφιλο «Παπαδιαμάντη της ζωγραφικής», ενώ ο Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος το 1947 μιλάει για τον καλλιτέχνη σε έκθεση έργων του στο Βρετανικό Συμβούλιο Αθηνών, τον συσχετίζει με τον Μακρυγιάννη. Σύντομα, το όνομα και το έργο του ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Λίγα χρόνια μετά, εκθέτουν τα έργα του στο Λούβρο. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους.

οι αγωνιστές για τον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας

Ο Οδυσσέας Ελύτης, έγραψε: «Επιστρέφοντας από την Αμερική, τον Ιούνιο του 1961, σταμάτησα για λίγες μέρες στο Παρίσι και, καθώς βγήκα να χαζέψω στους δρόμους, το πρώτο πράγμα που είδα ήταν, σε μια βιτρίνα βιβλιοπωλείου όπου συνήθιζα να πηγαίνω άλλοτε, τη μεγάλη αφίσα της Έκθεσης του Θεόφιλου, που είχε ανοίξει ακριβώς εκείνη την εβδομάδα στις αίθουσες του Λούβρου. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά δυνατά. Ε, λοιπόν, ναι. Υπήρχε δικαιοσύνη σ’ αυτόν τον κόσμο».

ο Φρίξος επί του χρυσομάλλου κριού και η Έλλη 

Ο Teriade χρηματοδοτεί την ίδρυση του Μουσείου Θεόφιλου, που άνοιξε το 1965, στη γενέτειρά του Βαρειά στη Λέσβο, όπου φιλοξενούνται 86 πίνακες του ζωγράφου. Επίσης ως μουσείο Θεοφίλου λειτουργεί το αρχοντικό Χατζηαναστάση, γνωστό σήμερα ως οικία Κοντού, στην Ανακασιά του Δήμου Ιωλκού, τους τοίχους του οποίου φιλοτέχνησε ο ζωγράφος γύρω στο 1912.



Σχετικά links:
Μουσείο Θεόφιλου
istorikathemata
wikipedia

21 Μαρτίου 2012

Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.


Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.
Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη. Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι Ελευθερία.
Μέσα απ΄ του καθένα
Την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
Ν΄ αποκαταστήσουμε
Του Σύμπαντος την Αρμονία.
Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση από τα σχολεία.
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
Συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.
Οι τράπεζες γεννάνε τους «ληστές».
Οι φυλακές τους «τρομοκράτες».
Η μοναξιά τους «απροσάρμοστους».
Το προϊόν την «ανάγκη».
Τα σύνορα τους στρατούς.
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει Βία.
Μη τώρα. Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν΄ αποκαταστήσουμε
Του ηθικού δίκαιου την υπέρτατη πράξη.
Να κάνουμε ποίημα την Ζωή.
Και την Ζώη πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ
Σ΄ΑΓΑΠΑΩ
Και δεν με σταματάς να ονειρεύομαι. Ζω.
Απλώνω τα χέρια
Στον έρωτα και την αλληλεγγύη
Στην Ελευθερία
Όσες φορές και αν χρειαστεί κι απ΄ την αρχή.
Υπερασπίζομαι την αναρχία.


(Κατερίνα Γώγου)


Έπειτα από προτροπή του Τσαλαπετεινού, θέλησα να τιμήσουμε από εδώ την άνοιξη (εαρινή ισημερία) και την ποίηση (παγκόσμια ημέρα ποίησης) με το παραπάνω ανέκδοτο ποίημα της Κατερίνας Γώγου. Εύχομαι κάποτε σε αυτό τον πλανήτη να πραγματοποιηθούν τα οράματα των ποιητών και "να κάνουμε ποίημα τη Ζωή. Και τη Ζώη πράξη".

19 Μαρτίου 2012

βόλτα στη Φιλοθέη

Αυτή την Κυριακή είχε μια ανοιξιάτικη, καλοκαιρινή μέρα
Δεν είχαμε σκοπό να τη χαραμίσουμε 
σε ανούσιες, ανόητες και παρανοϊκές καταστάσεις...
Σκεφτήκαμε να κάνουμε μια μεσημεριανή ποδηλατάδα στη Φιλοθέη, 
ένα από τα πιο όμορφα προάστια των Αθηνών. 
Έτσι λοιπόν κλείσαμε τους υπολογιστές και τις τηλεοράσεις, 
πήραμε τα ποδήλατα και βγήκαμε στους δρόμους... 
Η Φιλοθέη είναι μια υπέροχη περιοχή, αισθάνεσαι σαν να είσαι 
μακρυά από το κέντρο της πόλης....
και όμως βρίσκεσαι τόσο κοντά του 
Ποτάμι δίπλα από τα ξύλινα γεφυράκια της πλατείας
στάση για λίγη ξεκούραση
και για λίγες φωτογραφίες.
Η αλήθεια είναι πως τίποτα δε θυμίζει εδώ την κρίση,
βασικά είναι : "άλλος πλανήτης"
Στάση στο σώμα προσκόπων της περιοχής
εξερεύνηση του μικρού λοφίσκου αλλά και 
των γκράφιτι κάποιων παιδιών στους τοίχους
τόσο μα τόσο πολύ
εκφραστικά
 Μα ασταμάτητα να χαζεύω τις αμυγδαλιές...
 που άνθισαν και εφέτος... 

καλή εβδομάδα, καλή άνοιξη

17 Μαρτίου 2012

Σμύρνη: η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης, Μουσείο Μπενάκη




Σήμερα επισκέφτηκα το κεντρικό κτίριο του Μουσείου Μπενάκη, όπου είδα την έκθεση "Σμύρνη: η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης". Πρόκειται για μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκθεση, η οποία διαρκεί μέχρι και αυτή την Κυριακή 18/3. Σας παροτρύνω μέσα στο σαββατοκύριακο να περάσετε μια βόλτα από το Μουσείο Μπενάκη, γιατί πραγματικά αξίζει...


Η σκηνοθέτις Μαρία Ηλιού και ο ιστορικός σύμβουλος Αλέξανδρος Κιτροέφ, μετά από τέσσερα χρόνια έρευνας, παρουσιάζουν ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ για τη Σμύρνη, με άγνωστο οπτικό υλικό από αμερικανικά και ευρωπαϊκά αρχεία.

Η προβολή του ιστορικού ντοκιμαντέρ και η παράλληλη έκθεση με σπάνιες φωτογραφίες είναι μεγάλης σημασίας, όχι μόνο γιατί το ελληνικό κοινό βλέπει άγνωστες εικόνες από τη Σμύρνη, αλλά και γιατί συγχρόνως φέρνουν μια νέα ματιά στον τρόπο με τον οποίο διηγούνται την ιστορία. Ενενήντα χρόνια μετά την καταστροφή, οι δυο συνεργάτες θέλουν να τιμήσουν τον κόσμο που χάθηκε το 1922 αλλά και συγχρόνως την επιστήμη της ιστορίας.


«Η Σμύρνη ήταν η Νέα Υόρκη της εποχής. Μια πόλη όπου ζούσαν μαζί με ισχυρούς δεσμούς Έλληνες, Τούρκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Λεβαντίνοι, φτωχοί και πλούσιοι. Μια πόλη που λειτουργούσε σαν μαγνήτης, που έδινε ευκαιρίες να ζήσεις το όνειρό σου», λέει η σκηνοθέτης. 

Μέσα από σπάνιο υλικό, αναπαρίσταται μια εποχή, περνά μπροστά από τα μάτια μας η ιστορία της πόλης. Πρόκειται για ένα ταξίδι στο χρόνο και στην ιστορία, με τα μηνύματα και τις διδαχές του.


Γι' αυτό και οι επισκέπτες της έκθεσης βλέπουν στους τοίχους του Μουσείου Μπενάκη φωτογραφίες που δείχνουν την προκυμαία της πόλης, τα μαγαζιά, τους χορούς και τα γλέντια, παραστάσεις όπερας και βαρκάδες, ενώ μερικά χιλιόμετρα έξω από την «αλώβητη» πόλη, όπως τη θεωρούσαν οι κάτοικοί της, οι Τσέτες έσφαζαν και λεηλατούσαν, μαζί βεβαίως με εικόνες από τις τραγικές ημέρες του Σεπτεμβρίου του 1922. 


Για να αναδειχθούν όλα αυτά στο ντοκιμαντέρ, εκτός από τις επιστημονικές θέσεις που εκφράζουν διακεκριμένοι ερευνητές, όπως ο Τζάιλς Μίλτον, συγγραφέας του βιβλίου «Χαμένος Παράδεισος», ο καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με ειδίκευση στην Πολιτική Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας Θάνος Βερέμης και η εταίρος στο Kings College και με καταγωγή από τη Σμύρνη Βικτωρία Σολομωνίδου, ακούμε τις προσωπικές ιστορίες ανθρώπων όπως εκείνες της τουρκάλας ανθρωπολόγου και ιστορικού Λεϊλά Νεϊζί, του γεννημένου στη Σμύρνη Αρμένιου Τζακ Ναλμπαντιάν και της Ελληνίδας Ελένης Μπαστέα. 


Είναι φοβερό να βλέπεις τις φωτογραφίες της πόλης και των ανθρώπων της, λίγο πριν την καταστροφή. Μια πόλη ακμαία και πλούσια, με κατοίκους που ήξεραν να χαίρονται τη ζωή, τίποτε δεν προμήνυε το κακό που θα ζούσαν.

Έπειτα η Σμύρνη καίγεται. Τα πάντα λεηλατούνται. Στο ντοκιμαντέρ βλέπουμε την οικογένεια της Ελένης Μπαστέα (πρόσφυγας τρίτης γενιάς, που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του New Mexico Ιστορία και Αρχιτεκτονική) να μαζεύει τα πράγματά της. Δεν τρέχει όμως να γλιτώσει. Αντιθέτως, κλειδώνει την πόρτα. Η αδελφή της γιαγιάς της Ελένης φτιάχνει τσάι για όλους. Κάθονται στην τραπεζαρία και το πίνουν ατάραχοι. Προτού τραβήξουν την πόρτα πίσω τους, η γιαγιά πηγαίνει στην κουζίνα. Πλένει τα φλιτζάνια, τοποθετεί το σερβίτσιο στη θέση του και κλείνει το ντουλάπι. Θέλει να αφήσει το σπίτι της συγυρισμένο. Θα ξαναγυρίσει. Έτσι νομίζει. Και εκείνη την ώρα συλλογίζεται τον Τούρκο γείτονα που την είχε προειδοποιήσει: «Πρέπει να φύγετε. Σε λίγο δεν θα μπορούμε να σας προστατεύσουμε». Δεν τον είχε πιστέψει...


Η σκηνοθέτης ξεκίνησε την έρευνά της στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατάφερε να μπει σε απρόσιτα μέχρι τότε αρχεία - όπως της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου και των Πανεπιστημίων Χάρβαρντ και Πρίνστον. Γνώρισε ανθρώπους που την έφεραν σε επαφή με συλλέκτες ή απογόνους Σμυρνιών με σπάνιο υλικό. Οι πόρτες εξάλλου άνοιγαν ευκολότερα μετά το 2007, όταν το εμβόλιμο ντοκιμαντέρ με το οποίο ασχολήθηκε, «Το ταξίδι, το ελληνικό όνειρο στην Αμερική», διακρίθηκε με το βραβείο καλύτερου ντοκιμαντέρ στο Φεστιβάλ του Χιούστον και κατατάχθηκε στις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες για το 2008 από το Ινστιτούτο του Αμερικανικού Κινηματογράφου. 


«Στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου γνώρισα κάποιον που με συνέστησε στον Ρόμπερτ Νταβίντιαν. Ο παππούς του - Αρμένης που ζούσε στη Σμύρνη - είχε στο σεντούκι του κλεισμένο ένα φιλμάκι μισής ώρας με σκηνές τόσο από την καθημερινή ζωή όσο και από την καταστροφή, αλλά δεν το έλεγε σε κανέναν διότι φοβόταν μήπως... τον σφάξουν οι Τούρκοι! Λίγο προτού πεθάνει εκμυστηρεύτηκε στον εγγονό του πού βρισκόταν το υλικό. Ο Ρόμπερτ ταξίδεψε από το Λος Αντζελες στην Ουάσιγκτον για να μας φέρει το φιλμ, να το συντηρήσουμε και να το αξιοποιήσουμε», εξηγεί η Μαρία Ηλιού, η οποία μέσα από το ντοκιμαντέρ της (σε συνεργασία με την εταιρεία Πρωτέας και το Ιδρυμα Φουλμπράιτ) αναδεικνύει τόσο την πολυπολιτισμική Σμύρνη των αρχών του 20ού αιώνα όσο και τη Σμύρνη της καταστροφής.


Απόδειξη αποτελεί η ιστορία της Ιρέμ Γκουλφέμ, την οποία μετέφερε στην ταινία η ανθρωπολόγος Λεϊλά Νεϊζί. Η Ιρέμ Γκουλφέμ καταγόταν από οικογένεια μεγαλογαιοκτημόνων της Σμύρνης. Όταν ο ελληνικός Στρατός μπήκε στην πόλη το 1919, ο πατέρας της βρισκόταν σε μια λέσχη και η οικογένειά του φοβόταν ότι δεν θα επιστρέψει. Προς έκπληξή τους όμως τον είδαν να φτάνει στο σπίτι σώος, συνοδευόμενος από έλληνες φίλους του, οι οποίοι του είχαν βγάλει το φέσι και το είχαν αντικαταστήσει με καπέλο, ενώ βασικό ρόλο στη διάσωσή του έπαιξε και το ότι μιλούσε ελληνικά.


Η Μαρία Ηλιού θέλησε να επιστρατεύσει μαρτυρίες ανθρώπων που δεν ήταν φορτισμένοι συναισθηματικά λόγω καταγωγής. Μία από αυτές ήταν της Μίνι Μιλς, καθηγήτριας στο αμερικανικό Κολέγιο Θηλέων της Σμύρνης. 


Έκανε μάθημα όταν άκουσε φασαρία. Άνοιξε το παράθυρο και είδε τούρκους στρατιώτες να βρέχουν με βενζίνη κτίρια και να τους βάζουν φωτιά. «Τρομοκρατήθηκα», παραδέχτηκε η καθηγήτρια που έσωσε τις μαθήτριές της και έφθασε στην Ελλάδα.

...τα απομεινάρια της άλλοτε πλούσιας πόλης...

Ο υπέργηρος σήμερα Αρμένης Τζακ Ναλμπαντιάν κατάφερε να γλιτώσει. Πέρασε με την οικογένεια του στην Τύνιδα και από εκεί βρέθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ. Ήταν παιδί όταν ο τουρκικός στρατός μπήκε στη Σμύρνη. «Άκουσα κραυγές. Και από το ίδιο παράθυρο που χάζευα τον κόσμο να περνάει, είδα έναν έφιππο να σκοτώνει μια γυναίκα και σε λίγο έναν άλλο Τούρκο να εξαφανίζει το πτώμα. Είναι μια εικόνα που δεν μπορεί να σβήσει από τη μνήμη μου ύστερα από τόσα χρόνια», λέει στο ντοκιμαντέρ. 



Το ντοκιμαντέρ και η φωτογραφική έκθεση βασίζονται στην ιδέα ότι η Σμύρνη παρ’ όλο που καταστράφηκε με τραγικό τρόπο, εξακολουθεί να υπάρχει. Εξακολουθεί να είναι μια ιδέα, ένας τρόπος ζωής, που έχει να κάνει με τον κοσμοπολιτισμό, τη Σμύρνη της χαράς της ζωής και των θρήνων. Τη Σμύρνη μπορεί να την έχει κανείς πάντα μαζί του.


Όσοι επιθυμείτε να δείτε την έκθεση θα πρέπει να βιαστείτε, καθώς ολοκληρώνετε την Κυριακή.  
Το παρακάτω συγκλονιστικό βίντεο ανήκει στον  Ρόμπερτ Νταβίντιαν, του οποίου η ιστορία αναφέρθηκε παραπάνω. Ένα μοναδικό ντοκουμέντο, οι εικόνες του ισοδυναμούν με χιλιάδες λέξεις.


Πηγές : Μουσείο Μπενάκη , tanea.gr 

12 Μαρτίου 2012

ξέφωτα













«Οχι, ούτε κάτω από ξένους ουρανούς/ 
Ούτε κάτω από ξένα φτερά./ 
Με το λαό µου έµεινα/ 
Εκεί που ήταν ο λαός µου, στη δυστυχία του».

Αννα Αχµάτοβα, 1961

9 Μαρτίου 2012

μπλεγμένοι στα καλώδια





Άνθρωποι μπλεγμένοι στα καλώδια. Μαθημένοι χρόνια σε χειροκροτήματα, σε ‘σταυρούς’, σε υποκλίσεις, σε ψεύτικες ευφορίες, σε εναλλασσόμενες λυκοφιλίες. Ενταγμένοι κανονικά στο στρατόπεδο του εχθρού, φιλώντας το χέρι του συνεργάτη τους, ενώ ήθελαν να του το κόψουν. 

Γιατί απορείς; Ακόμη να καταλάβεις πως έτσι ακριβώς είναι διαρθρωμένη η πυραμίδα; Όσο πιο ψηλά, τόσο πιο σκοτεινά. Το φανταχτερό περιτύλιγμα, παραπλανεί.   
«Στα υπόγεια είναι η θέα». Το είχα ακούσει μα το βίωσα κιόλας… Δύσκολο να το αντιληφθείς, αν δε το συγκρίνεις με τη «μέσα» θέα ενός ουρανοξύστη. Δηλαδή όχι αυτή που φαίνεται από το μπαλκόνι, όχι αυτή που θαμπώνει, μα αυτή μέσα στα λαμπερά σαλόνια, πίσω από τα γραφεία, από τις κλειστές πόρτες, εκεί όπου λίγοι έχουν την πρόσβαση. Εκεί που η ψυχή βρίσκεται εκτεθειμένη, εκεί που δε μπορείς να την κρύψεις, δε μπορείς να την καμουφλάρεις, να πλανέψεις και τους δικούς σου φόβους. Εκεί που βρίσκεσαι μετέωρος ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα της ψυχής.

Όση χλιδή, όση δόξα, όσα μεγαλεία… αυτή η ψυχή δε θα χορταίνει. Όσα να της χαρίσεις έρχεται μια στιγμή που βρίσκεσαι αντιμέτωπος και μονάχος απέναντι της. Εσύ και Εσύ. Δίχως τους πολλούς. Δίχως την ακριβοθώρητη θέα. Στέκεσαι μόνος, γυμνός απέναντι της και ξεκινάς ένα διάλογο που θα ήθελες να αποφύγεις. Αν οι φίλοι χάθηκαν, ποτέ δεν ήταν «φίλοι». Σε ένα περιβάλλον άκρως ανταγωνιστικό, πούλησες τη ψυχή σου σε τιμή παζαρέματος.

Έδωσες τη ψυχή σου για μια εξασφάλιση ευημερίας και ασφάλειας. Ασφάλεια σε έναν ανασφαλή και ετοιμόρροπο πλανήτη. Καταλαβαίνεις την ειρωνεία; Ζητάς το ανεκπλήρωτο. Ζητάς να αποκτήσεις ότι δε μπόρεσε κανείς. Ζητάς να ζεις από το υστέρημα των πολλών, σαν κάποιος να έδωσε σε εσένα το απόλυτο, αποκλειστικό προνόμιο. Παγκόσμια παραφροσύνη, που αποσπά την προσοχή από τα τόσα σπουδαία που αγνοούμε, που ακόμη δε γνωρίσαμε. Όταν χτίζεις τοίχο απέναντι στον άλλο και αυτός θα κλείσει τα παράθυρα και θα σε αποκλείσει απ'έξω. Όταν κλείνεις την καρδιά προς το διπλανό σου και αυτός θα σταματήσει να σου αφήνει φωτεινά περάσματα της δικής του. Όσο αποφεύγεις την αλήθεια, τόσο θα εγκλωβίζεσαι εσωτερικά στο παραποιημένο ψέμα σου. 

Τότε θα τρέξεις στους ξένους, για λίγες σταγόνες συντροφιάς, εκείνη όμως θα είναι κάλπικη. *Ανακαλύπτεις και κατανοείς τις ρίζες σου μόνο καθώς τις βιώνεις.* Πόσο οδυνηρό όταν βίαια προσπαθείς να τις αποσπάσεις, να απαλλαγείς από αυτές, λες και σε προσβάλλει η μόνη αλήθεια σου.  


*Σε έναν κόσμο που καθαγιάζει το κέρδος, αδιαφορείς για τη θέα του, παραμερίζεις τους ουρανοξύστες και φτάνεις στα άγια άκρα.*

7 Μαρτίου 2012

ο τυφλός ψαράς



Το ντοκιμαντέρ «Ο Τυφλός Ψαράς» του Στρατή Βογιατζή και της Θέκλας Μαλάμου, 
είναι το πρώτο ντοκιμαντέρ από τη σειρά των «Καθημερινών Ηρώων».  


Ευχαριστώ πολύ το ξωτικό που μου το έστειλε 
και μου χάρισε φως. 


Περισσότερα για τον «Τυφλό Ψαρά»
O Γιάννης Κουκούμιαλος έχασε την όραση και το χέρι του, στην ηλικία των έντεκα χρόνων από εναπομείνουσα νάρκη του πολέμου του 1940. Γεννημένος σ’έναν ναυτικό τόπο, στην Λαγκάδα της Χίου, μυείται από μικρό παιδί στην τέχνη του ψαρέματος. Μετά από τον τραυματισμό και την ανάρρωσή του και έχοντας στο μυαλό του όποια γνώση του έχει τυπωθεί μέχρι αυτή την ηλικία γύρω απ’την ναυτοσύνη, συνεχίζει να βρίσκεται μέσα σε ψαροκάικα έχοντας όμως πλέον μια διαφορετική παράμετρο στη ζωή του, αυτή της επίκτητης αναπηρίας του.

Σε ηλικία είκοσι χρονών πηγαίνει σε σχολή τυφλών στην Αθήνα όπου και κάθεται για δύο χρόνια και ξαναεπιστρέφει στη Χίο γιατί δεν μπορεί να συνηθίσει τον αστικό τρόπο ζωής. Συμβιβασμένος πλέον με τις δυσκολίες που γεννώνται από την απώλεια της όρασής του και του χεριού του, συνεχίζει να ψαρεύει έχοντας πλάι του έναν δικό του άνθρωπο και συγγενή του, την Πλουμή, στην οποία και μεταδίδει όλες τις γνώσεις του ψαρέματος. Η στιγμή όμως που θα αρχίσει και μόνος του πλέον να ταξιδεύει και να ψαρεύει, δεν αργεί να έρθει. Με εικόνες πραγματικές, αυτές των παιδικών του χρόνων, με έναν κόσμο ταξινομημένο και οργανωμένο που κατασκευάζει στο μυαλό του, με τη διαίσθησή του και μια δύναμη θεική…όπως λέει και ο ίδιος, συνθέτει το χάρτη του και παρέα μ’αυτόν ταξιδεύει τα τελευταία εβδομήντα χρόνια μες τη θάλασσα.

5 Μαρτίου 2012

Μαρτυρική πόλη Διστόμου. Μια συγκλονιστική μαρτυρία.


ΙΟΥΝΙΟΣ 1944 
Η ΣΦΑΓΗ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ 
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ


Ο επικεφαλής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα, Σουηδός Στούρε Λιννέρ, στο βιβλίο του «Η Οδύσσειά μου» γράφει για το Δίστομο:

"Παντρευτήκαμε στις 14 Ιουνίου. Ο υπεύθυνος της ελληνικής επιτροπής, Έμιλ Σάντστρομ, παρέθεσε γαμήλιο γεύμα προς τιμήν μας. Αργά το βράδυ με πλησίασε και με απομάκρυνε από τα γέλια και τις φωνές, προς μια γωνιά όπου θα μπορούσαμε να μιλήσουμε οι δυο μας.

Μου έδειξε ένα τηλεγράφημα που μόλις είχε λάβει: οι Γερμανοί έσφαζαν για τρεις ημέρες τον πληθυσμό του Διστόμου, στην περιοχή των Δελφών, και στη συνέχεια πυρπόλησαν το χωριό. Πιθανοί επιζώντες είχαν ανάγκη άμεσης βοήθειας.

Το Δίστομο ήταν μέσα στα όρια της περιοχής την οποία, την εποχή εκείνη, ήμουν αρμόδιος να τροφοδοτώ με τρόφιμα και φάρμακα. Έδωσα με τη σειρά μου το τηλεγράφημα στην Κλειώ να το διαβάσει, εκείνη έγνεψε κι έτσι αποχωρήσαμε διακριτικά από τη χαρούμενη γιορτή.

Περίπου μα ώρα αργότερα ήμασταν καθ' οδόν μέσα στη νύχτα.

Απαιτήθηκε ανυπόφορα μεγάλο χρονικό διάστημα έως ότου διασχίσουμε τους χαλασμένους δρόμους και τα πολλά μπλόκα για να φτάσουμε, χαράματα πια, στον κεντρικό δρόμο που οδηγούσε στο Δίστομο.

Από τις άκρες του δρόμου ανασηκώνονταν γύπες από χαμηλό ύψος, αργά και απρόθυμα, όταν μας άκουγαν που πλησιάζαμε. Σε κάθε δέντρο, κατά μήκος του δρόμου και για εκατοντάδες μέτρα, κρεμόντουσαν ανθρώπινα σώματα, σταθεροποιημένα με ξιφολόγχες, κάποια εκ των οποίων ήταν ακόμη ζωντανά. Ήταν οι κάτοικοι του χωριού που τιμωρήθηκαν με αυτό τον τρόπο: θεωρήθηκαν ύποπτοι για παροχή βοήθειας στους αντάρτες της περιοχής, οι οποίοι επιτέθηκαν σε δύναμη των Ες-Ες.

Η μυρωδιά ήταν ανυπόφορη. Μέσα στο χωριό σιγόκαιγε ακόμη φωτιά στα αποκαΐδια των σπιτιών. Στο χώμα κείτονταν διασκορπισμένοι εκατοντάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, από υπερήλικες έως νεογέννητα.

Σε πολλές γυναίκες είχαν σχίσει τη μήτρα με την ξιφολόγχη και αφαιρέσει τα στήθη, άλλες κείτονταν στραγγαλισμένες, με τα εντόσθια τυλιγμένα γύρω από το λαιμό. Φαινόταν σαν να μην είχε επιζήσει κανείς. Μα να! Ένας παππούς στην άκρη του χωριού! Από θαύμα είχε καταφέρει να γλιτώσει τη σφαγή. Ήταν σ ο κ α ρ ι σ μ έ ν ο ς από τον τρόμο, με άδειο βλέμμα, τα λόγια του πλέον μη κατανοητά.

Κατεβήκαμε στη μέση της συμφοράς και φωνάζαμε στα ελληνικά: «Ερυθρός Σταυρός! Ερυθρός Σταυρός! Ήρθαμε να βοηθήσουμε».

Από μακριά μας πλησίασε διστακτικά μια γυναίκα. Μας αφηγήθηκε ότι ένας μικρός αριθμός χωρικών πρόλαβε να διαφύγει προτού ξεκινήσει η επίθεση.

Μαζί με εκείνη αρχίσαμε να τους ψάχνουμε. Αφού ξεκινήσαμε οι τρεις μας, διαπιστώσαμε ότι [η γυναίκα] είχε πυροβοληθεί στο χέρι. Τη χειρουργήσαμε αμέσως με χειρουργό την Κλειώ. Ήταν το ταξίδι του μέλιτός μας.


Λίγο καιρό αργότερα η επαφή μας με το Δίστομο θ' αποκτούσε και έναν αξιοσημείωτο επίλογο. Όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, δεν πήγαν και τόσο καλά τα πράγματα, αφού μια γερμανική μονάδα κατάφερε να περικυκλωθεί από αντάρτες ακριβώς στην περιοχή του Διστόμου. Σκέφτηκα ότι αυτό ίσως θεωρηθεί από τους Έλληνες ως ευκαιρία για αιματηρή εκδίκηση, πόσο μάλλον που η περιοχή εδώ και καιρό είχε αποκοπεί από κάθε παροχή βοήθειας σε τρόφιμα.

Ετοίμασα λοιπόν φορτηγά με τα αναγκαία τρόφιμα, έστειλα μήνυμα στο Δίστομο για την άφιξή μας και έτσι βρεθήκαμε στο δρόμο για εκεί, για άλλη μια φορά, η Κλειώ και εγώ.

Όταν φτάσαμε στα όρια του χωριού, μας συνάντησε μια επιτροπή, με τον παπά στη μέση. Έναν παλαιών αρχών πατριάρχη, με μακριά, κυματιστή, λευκή γενειάδα. Δίπλα του στεκόταν ο αρχηγός των ανταρτών, με πλήρη εξάρτηση. Ο παπάς πήρε το λόγο και μας ευχαρίστησε εκ μέρους όλων που ήρθαμε με τρόφιμα. Μετά πρόσθεσε: «Εδώ είμαστε όλοι πεινασμένοι, τόσο εμείς οι ίδιοι, όσο και οι Γερμανοί αιχμάλωτοι. Τώρα, εάν εμείς λιμοκτονούμε, είμαστε τουλάχιστον στον τόπο μας. Οι Γερμανοί δεν έχουν χάσει μόνο τον πόλεμο, είναι επιπλέον και μακριά από την πατρίδα τους. Δώστε τους το φαγητό που έχετε μαζί σας, έχουν μακρύ δρόμο μπροστά τους».

Σ' αυτή του τη φράση γύρισε η Κλειώ το βλέμμα της και με κοίταξε. Υποψιαζόμουν τι ήθελε να μου πει με αυτό το βλέμμα, αλλά δεν έβλεπα πλέον καθαρά. Απλά στεκόμουν κι έκλαιγα..."



Στο ∆ίστοµο, στα Καλάβρυτα, στο Κοµµένο…
Από την Κρήτη ως την Ήπειρο ο θρήνος
για τις ναζιστικές θηριωδίες ήταν ίδιος…
(Γ. Βελισσαρίδης: Θρήνος για τη σφαγή)



Απόλυτη οικονομική καταστροφή. Βαρβαρότητες μέχρι και σε μωρά.


Related Posts with Thumbnails