To "Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ" του Ενρίκε Βίλα - Μάτας, είναι ένα βιβλίο γεμάτο αγάπη για την πόλη του φωτός, όπου ο συγγραφέας είχε την τύχη να ζήσει στα νεανικά του χρόνια. Μνήμες από τη μποέμικη διαμονή του στο Παρίσι, με τα όνειρα, τα άγχη, τις φιλοδοξίες και τις φοβίες του. Παράλληλα όμως πρόκειται και για ένα βιβλίο γεμάτο βιβλιοφιλικές και λογοτεχνικές αναφορές.
Ο Μάτας επικαλείται συνεχώς διάφορους θρύλους της λογοτεχνίας, προσωπικούς του αγαπημένους συγγραφείς, οι οποίοι επηρέασαν τον τρόπο της σκέψης και γραφής του. Κορυφαία του αγάπη αποτελεί ο Χέμινγουεϊ, ο οποίος ήταν και η αφορμή να πάει στο Παρίσι, όταν διάβασε το βιβλίο του "Κινητή Γιορτή". Το συγκεκριμένο βιβλίο εκδόθηκε μετά την αυτοκτονία του Χ. και ουσιαστικά αποτελεί ένα είδος αυτοβιογραφίας της μποέμικης εποχής και της λογοτεχνικής του μαθητείας. Σύμφωνα με τον Χέμινγουεϊ το Παρίσι "άξιζε πάντα τον κόπο και σε αντάμειβε για οτιδήποτε του πρόσφερες. Όμως έτσι ήταν το Παρίσι τον πρώτο καιρό, όταν εμείς είμασταν πολύ φτωχοί και πολύ ευτυχισμένοι"
Διάβασα το συγκεκριμένο βιβλίο το καλοκαίρι... Εγώ μπορεί να ήμουν δίπλα στη θάλασσα, αλλά αφέθηκα στον Ισπανό συγγραφέα για να με μυήσει με το δικό του τρόπο στην αγάπη του για την πόλη του φωτός: «M’ αρέσει το Παρίσι, η πλατεία Φιρστεμπέργκ, το 27 της οδού Φλερίς, το Μουσείο Μορώ, ο τάφος του Τριστάν Τζαρά, οι ροζ αψίδες της οδού Ναντζά, το μπαρ Ο-Σιεν-Κι-Φιμ, η γαλάζια πρόσοψη του ξενοδοχείου Βασέ, τα καροτσάκια με τα βιβλία στις προκυμαίες. (…) Μ’ αρέσει πολύ σ’ αυτήν την πόλη να περνάω από ένα μέρος που έχω πολύ καιρό να δω. Αλλά και το αντίθετο: να περνάω από κάποιο μέρος απ’ όπου μόλις πέρασα. Μ’ αρέσουν τόσο αυτά που υπάρχουν στο Παρίσι που η πόλη δεν τελειώνει ποτέ. Μ’ αρέσει πολύ το Παρίσι γιατί δεν έχει καθεδρικούς ναούς ούτε σπίτια του Γκαουντί.»
Σε κάποιο σημείο, ο Μάτας αναφέρει ότι νοίκιασε μια σοφίτα της Μάργκαριτ Ντυράς και κάποια μέρα εκείνη του έδωσε ένα χαρτί με σημειωμένα δεκατρία στοιχεία που αξίζει να προσέξει κάποιος όταν πρόκειται να γράψει ένα βιβλίο. Ήταν τα εξής : 1. Προβλήματα δομής / 2. Ενότητα και αρμονία / 3. Πλοκή και υπόθεση / 4. Ο παράγων χρόνος / 5. Λεκτικά επακόλουθα / 6. Αληθοφάνεια / 7. Αφηγηματική τεχνική / 8. Χαρακτήρες / 9. Διάλογος / 10. Σκηνικά / 11. Ύφος / 12. Πείρα και 13. Γλωσσική Ποικιλία. Συμβουλές που περισσότερο άγχωσαν και απογοήτευσαν τον επίδοξο συγγραφέα, παρά τον ενθάρρυναν προς τη δημιουργία...
Εκείνος απ' ότι φαίνεται, μετέπειτα το φιλοσόφησε διαφορετικά... : «Τα μόνα πράγματα που χρειαζόσουν είναι τα τετράδια με το μπλε ντύμα, τα δυο μολύβια και η ξύστρα (με το σουγιά είχες μεγάλη φύρα), τα τραπέζια με τη μαρμάρινη επιφάνεια, οι μυρωδιές του σκουπίσματος και του σφουγγαρίσματος τα ξημερώματα και η τύχη».
Οι αναφορές όμως σε συγγραφείς δεν τελειώνουν εδώ. Στο βιβλίο αναφέρονται δεκάδες λεπτομέρειες για τη ζωή, τα έργα, τις αδυναμίες και τις μεταξύ αντιπαλότητες πολλών καλλιτεχνών. Ορισμένα μόνο από τα ονόματα, τα οποία ο Μάτας επικαλείται στο βιβλίο είναι των Πασκάλ, Λόρκα, Θερνούδα, Φιτζέραλντ, Γκράχαμ Γκρην, Ζ. Γκραν, Προυστ, Β. Ναμπόκοφ, Ρίλκε, Μπεναμπού κ.α. Αναφέρεται και στη γνωριμία του με τον Περέκ, «εντυπωσιασμένος που τον έβλεπα στα αλήθεια».
Το βιβλίο μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ένα μικρό δοκίμιο για την ειρωνεία, καθώς ο συγγραφέας συνεχώς επανέρχεται σε αυτή. "Θεωρώ την ειρωνεία ισχυρό εργαλείο για την απενεργοποίηση της πραγματικότητας". Είτε με δικές του αναφορές («Χωρίς αμφιβολία η ειρωνεία υπήρχε στην αρχαία Ελλάδα, τη συναντάμε στον Σωκράτη. Το Συμπόσιο του Πλάτωνα είναι πράγματι το πρώτο σύγχρονο μυθιστόρημα. Στον Μεσαίωνα ωστόσο την ειρωνεία την έβλεπαν επικίνδυνα, ή δεν την συλλάμβαναν, ήταν εκτός τόπου, μπορούσες να οδηγηθείς στην αγχόνη αν είχες την ιδέα να ειρωνευτείς. Την ξαναβρίσκουμε στον Θερβάντες, άνθρωπο της εποχής της Αναγέννησης. Η ειρωνεία εισάγεται στην καρδιά του μυθιστορήματος στην ίδια του τη δομή. Κι έτσι συμβαίνει από τότε ως τις μέρες μας. «Αν η πραγματικότητα είναι μια δολοπλοκία», λέει ο Ρικάρδο Πίλια, «η ειρωνεία είναι μια ιδιωτική δολοπλοκία, μια συνωμοσία εναντίον αυτής της δολοπλοκίας»), είτε μέσω αναφορών άλλων λογοτεχνών.
Αρκετές οι αναφορές και στα βιβλία που ο ίδιος ξεχώρισε. Όπως τα "Γράμματα σε ένα νέο ποιητή" του Ρίλκε, το "Πως γράφεται ένα μυθιστόρημα" του Ουναμούνο, το "Χορείες χωρών" του Περέκ και τη "Χλομή φωτιά" του Ναμπόκωφ. Αλλά και για την αγάπη του για τη μουσική, κυρίως για τον αγαπημένο του Βαν Μόρισον και τον Μάιλς Ντέιβις. Νομίζω πως πρόκειται για ένα βιβλίο που δε θα μιλήσει σε όλους με τον ίδιο τρόπο... Προσωπικά το διάβασα δίπλα στη θάλασσα, μα στιγμές ταξίδεψα ως το Παρίσι... Είναι ένα από εκείνα τα βιβλία που θα έπρεπε να τα καταχωρούσα και στην ετικέτα "ταξίδι"...