Μικρή πάντα μασκαρευόμουν κλόουν στις αποκριές. Φορούσα πολύχρονα ρούχα, παράξενα τεράστια παπούτσια, φουντωτή περούκα και μια μεγάλη πλαστική κόκκινη μύτη. Έπειτα έβαφα άσπρο το πρόσωπο με μεγάλα σχήματα. Ήμουν μάλλον χαριτωμένη κλόουν. Μια φορά όταν η μαμά μας είχε πάει βόλτα στο Ζάππειο, έτυχε να κάνει ρεπορτάζ η τηλεόραση και ήμουν στα πρώτα παιδάκια που σταμάτησαν και τα ρώτησαν τι ακριβώς ντύθηκαν και γιατί. Εγώ πάντα εσωστρεφής και τρομερά ντροπαλή, μόλις είδα το μικρόφωνο και τη κάμερα να πλησιάζει απειλητικά προς το μέρος μου, κρύφτηκα πίσω από τη μητέρα μου και αρνήθηκα να κάνω οποιαδήποτε δήλωση. :)
Τα χρόνια πια πέρασαν. Η μορφή και η φιγούρα του κλόουν έχει μείνει όμως μέσα στη ψυχή μου. Όποτε την αντικρίζω με γεμίζει μια απίστευτη νοσταλγία και μελαγχολία. Όπως και εκείνη η πλαστική μάσκα που κατέβαζα από το πατάρι και φορούσα τις μέρες των αποκριών. Μάσκα μελαγχολικά χαμογελαστή. Ο κλόουν είναι μια παρουσία που μοιράζει χαμόγελα, ακόμη και όταν ο ίδιος πονά. Ένας γελωτοποιός, εκείνος που κρύβει τη δική του μελαγχολία και χαρίζει χαρά στους άλλους. Εκείνος που στο τέλος της παράστασης, εισπράττει το χειροκρότημα του κοινού και έπειτα πάει στα παρασκήνια, ξεβάφεται και φεύγει αφήνοντας το χαμόγελο δίπλα από τον καθρέπτη.
«Οις ουκ ανηγγέλη περί αυτού όψονται, και οι ουκ ακηκόασι, συνήσουσι»*
Ένιωσα περίεργα καθώς έβλεπα την παράσταση "Οι απόψεις ενός Κλόουν" του σημαντικού μεταπολεμικού Γερμανού συγγραφέα Χάινριχ Μπελ στο Εθνικό Θέατρο. Το κείμενο του Μπελ είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα της νεότερης γερμανικής λογοτεχνίας. Επικεντρώνεται στη δυσκολία της αποδέσμευσης από τη σκλαβιά της σύμβασης. Ένας μοναχικός κλόουν αντιδρά στην υποκρισία της αστικής κοινωνίας, που αγαπά μόνο το χρήμα και τοποθετεί σε θέσεις ισχύος πρώην κυρίαρχους του ναζιστικού καθεστώτος.
Ο Αργύρης Ξάφης που υπογράφει τη μετάφραση, τη θεατρική διασκευή και τη σκηνοθεσία της παράστασης σημειώνει: «Για μένα είμαστε οι Χανς Σνηρ της Ευρώπης. Αυτοί οι μελαγχολικοί και συνάμα τρελοί τύποι που κανείς δεν μπορεί να καταλάβει ακριβώς, και οι ίδιοι δεν μπορούν να καταλάβουν σε τι έφταιξαν για να καταλήξουν εδώ».
* Το έργο ξεκινά με τη συγκεκριμένη πολύσημη φράση από την Επιστολή του Απ. Παύλου προς Ρωμαίους - φράση κλειδί για το έργο - η οποία σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει :
«Αυτοί που δεν τους μίλησαν ποτέ γι' Αυτόν θα (Τον) δουν, και αυτοί που δεν άκουσαν ποτέ γι' Αυτόν θα καταλάβουν»
«Δεν είμαι άνθρωπος μάλλον. Είμαι κλόουν. Συλλέγω στιγμές»
**
«Για έναν κλόουν η αποτυχία θρίαμβος είναι, όμως πονά.»
Υπόθεση: Ο Χανς Σνηρ εγκαταλείπει το πατρικό του σπίτι, για να απομακρυνθεί από την ψευτιά και την υποκρισία των δικών του και των "ισχυρών" που τους περιστοιχίζουν. Γίνεται κλόουν και δίνει παραστάσεις από πόλη σε πόλη, έχοντας μαζί του τη Μαρί, την πρώτη και μοναδική του αγάπη. Έπειτα από έξι χρόνια δύσκολης συμβίωσης, η Μαρί τον εγκαταλείπει για να παντρευτεί έναν σπουδαίο παράγοντα του γερμανικού καθολικισμού, κι ο Χανς, που δεν καταφέρνει να την ξεπεράσει, κατρακυλάει σταθερά. Ζητιάνος πια, θα καταλήξει στα σκαλιά του σιδηροδρομικού σταθμού της Βόννης, περιμένοντας τη Μαρί να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.
Ένα έργο πολιτικό, σατιρικό, αλλά και ρομαντικό, υπαρξιακό, που παρά κάποιες αδυναμίες του, αξίζει να το παρακολουθήσει κανείς.
Η παράσταση θα παίζεται για λίγες ακόμη μέρες, μέχρι τις 16 Μαρτίου στο Κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού.
"Οι απόψεις ενός κλόουν", του Χάινριχ Μπελ.
Διανομή:
Αλφόνσο Σνηρ (πατέρας του Χανς), Μάρτιν Ντέρκουμ (πατέρας της Μαρί), Ελεγκτής, Αστυνόος Άλφα, Στρύντερ, Οντίλο Κίνκελ, πάτερ Ζόμερβιλντ, Γερμανός Γιώργος Γάλλος
Μαρί Ντέρκουμ, Ενριέτ Σνηρ, Κα Φρέντεμποϋλ, Μόνικα Σιλφς Δέσποινα Κούρτη
Χέριμπερ Τσύπφνερ, Φαρμακοποιός, Σερβιτόρος, Αστυνόμος Βήτα, Φοιτητής Θεολογίας, Άλφρεντ Κίνκελ, Νεαρός Ρεπόρτερ, Κόστερτ Θανάσης Λέκκας
Χανς Σνηρ Δημήτρης Παπανικολάου
Λέο Σνηρ, Μουσικός επί σκηνής
Κορνήλιος Σελαμσής