12 Μαρτίου 2012
9 Μαρτίου 2012
μπλεγμένοι στα καλώδια
Άνθρωποι μπλεγμένοι στα καλώδια. Μαθημένοι χρόνια σε χειροκροτήματα, σε ‘σταυρούς’, σε υποκλίσεις, σε ψεύτικες ευφορίες, σε εναλλασσόμενες λυκοφιλίες. Ενταγμένοι κανονικά στο στρατόπεδο του εχθρού, φιλώντας το χέρι του συνεργάτη τους, ενώ ήθελαν να του το κόψουν.
Γιατί απορείς; Ακόμη να καταλάβεις πως έτσι ακριβώς είναι διαρθρωμένη η πυραμίδα; Όσο πιο ψηλά, τόσο πιο σκοτεινά. Το φανταχτερό περιτύλιγμα, παραπλανεί.
«Στα υπόγεια είναι η θέα». Το είχα ακούσει μα το βίωσα κιόλας… Δύσκολο να το αντιληφθείς, αν δε το συγκρίνεις με τη «μέσα» θέα ενός ουρανοξύστη. Δηλαδή όχι αυτή που φαίνεται από το μπαλκόνι, όχι αυτή που θαμπώνει, μα αυτή μέσα στα λαμπερά σαλόνια, πίσω από τα γραφεία, από τις κλειστές πόρτες, εκεί όπου λίγοι έχουν την πρόσβαση. Εκεί που η ψυχή βρίσκεται εκτεθειμένη, εκεί που δε μπορείς να την κρύψεις, δε μπορείς να την καμουφλάρεις, να πλανέψεις και τους δικούς σου φόβους. Εκεί που βρίσκεσαι μετέωρος ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα της ψυχής.
«Στα υπόγεια είναι η θέα». Το είχα ακούσει μα το βίωσα κιόλας… Δύσκολο να το αντιληφθείς, αν δε το συγκρίνεις με τη «μέσα» θέα ενός ουρανοξύστη. Δηλαδή όχι αυτή που φαίνεται από το μπαλκόνι, όχι αυτή που θαμπώνει, μα αυτή μέσα στα λαμπερά σαλόνια, πίσω από τα γραφεία, από τις κλειστές πόρτες, εκεί όπου λίγοι έχουν την πρόσβαση. Εκεί που η ψυχή βρίσκεται εκτεθειμένη, εκεί που δε μπορείς να την κρύψεις, δε μπορείς να την καμουφλάρεις, να πλανέψεις και τους δικούς σου φόβους. Εκεί που βρίσκεσαι μετέωρος ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα της ψυχής.
Όση χλιδή, όση δόξα, όσα μεγαλεία… αυτή η ψυχή δε θα χορταίνει. Όσα να της χαρίσεις έρχεται μια στιγμή που βρίσκεσαι αντιμέτωπος και μονάχος απέναντι της. Εσύ και Εσύ. Δίχως τους πολλούς. Δίχως την ακριβοθώρητη θέα. Στέκεσαι μόνος, γυμνός απέναντι της και ξεκινάς ένα διάλογο που θα ήθελες να αποφύγεις. Αν οι φίλοι χάθηκαν, ποτέ δεν ήταν «φίλοι». Σε ένα περιβάλλον άκρως ανταγωνιστικό, πούλησες τη ψυχή σου σε τιμή παζαρέματος.
Έδωσες τη ψυχή σου για μια εξασφάλιση ευημερίας και ασφάλειας. Ασφάλεια σε έναν ανασφαλή και ετοιμόρροπο πλανήτη. Καταλαβαίνεις την ειρωνεία; Ζητάς το ανεκπλήρωτο. Ζητάς να αποκτήσεις ότι δε μπόρεσε κανείς. Ζητάς να ζεις από το υστέρημα των πολλών, σαν κάποιος να έδωσε σε εσένα το απόλυτο, αποκλειστικό προνόμιο. Παγκόσμια παραφροσύνη, που αποσπά την προσοχή από τα τόσα σπουδαία που αγνοούμε, που ακόμη δε γνωρίσαμε. Όταν χτίζεις τοίχο απέναντι στον άλλο και αυτός θα κλείσει τα παράθυρα και θα σε αποκλείσει απ'έξω. Όταν κλείνεις την καρδιά προς το διπλανό σου και αυτός θα σταματήσει να σου αφήνει φωτεινά περάσματα της δικής του. Όσο αποφεύγεις την αλήθεια, τόσο θα εγκλωβίζεσαι εσωτερικά στο παραποιημένο ψέμα σου.
Τότε θα τρέξεις στους ξένους, για λίγες σταγόνες συντροφιάς, εκείνη όμως θα είναι κάλπικη. *Ανακαλύπτεις και κατανοείς τις ρίζες σου μόνο καθώς τις βιώνεις.* Πόσο οδυνηρό όταν βίαια προσπαθείς να τις αποσπάσεις, να απαλλαγείς από αυτές, λες και σε προσβάλλει η μόνη αλήθεια σου.
*Σε έναν κόσμο που καθαγιάζει το κέρδος, αδιαφορείς για τη θέα του, παραμερίζεις τους ουρανοξύστες και φτάνεις στα άγια άκρα.*
7 Μαρτίου 2012
ο τυφλός ψαράς
Το ντοκιμαντέρ «Ο Τυφλός Ψαράς» του Στρατή Βογιατζή και της Θέκλας Μαλάμου,
είναι το πρώτο ντοκιμαντέρ από τη σειρά των «Καθημερινών Ηρώων».
είναι το πρώτο ντοκιμαντέρ από τη σειρά των «Καθημερινών Ηρώων».
Περισσότερα για τον «Τυφλό Ψαρά»
O Γιάννης Κουκούμιαλος έχασε την όραση και το χέρι του, στην ηλικία των έντεκα χρόνων από εναπομείνουσα νάρκη του πολέμου του 1940. Γεννημένος σ’έναν ναυτικό τόπο, στην Λαγκάδα της Χίου, μυείται από μικρό παιδί στην τέχνη του ψαρέματος. Μετά από τον τραυματισμό και την ανάρρωσή του και έχοντας στο μυαλό του όποια γνώση του έχει τυπωθεί μέχρι αυτή την ηλικία γύρω απ’την ναυτοσύνη, συνεχίζει να βρίσκεται μέσα σε ψαροκάικα έχοντας όμως πλέον μια διαφορετική παράμετρο στη ζωή του, αυτή της επίκτητης αναπηρίας του.
O Γιάννης Κουκούμιαλος έχασε την όραση και το χέρι του, στην ηλικία των έντεκα χρόνων από εναπομείνουσα νάρκη του πολέμου του 1940. Γεννημένος σ’έναν ναυτικό τόπο, στην Λαγκάδα της Χίου, μυείται από μικρό παιδί στην τέχνη του ψαρέματος. Μετά από τον τραυματισμό και την ανάρρωσή του και έχοντας στο μυαλό του όποια γνώση του έχει τυπωθεί μέχρι αυτή την ηλικία γύρω απ’την ναυτοσύνη, συνεχίζει να βρίσκεται μέσα σε ψαροκάικα έχοντας όμως πλέον μια διαφορετική παράμετρο στη ζωή του, αυτή της επίκτητης αναπηρίας του.
Σε ηλικία είκοσι χρονών πηγαίνει σε σχολή τυφλών στην Αθήνα όπου και κάθεται για δύο χρόνια και ξαναεπιστρέφει στη Χίο γιατί δεν μπορεί να συνηθίσει τον αστικό τρόπο ζωής. Συμβιβασμένος πλέον με τις δυσκολίες που γεννώνται από την απώλεια της όρασής του και του χεριού του, συνεχίζει να ψαρεύει έχοντας πλάι του έναν δικό του άνθρωπο και συγγενή του, την Πλουμή, στην οποία και μεταδίδει όλες τις γνώσεις του ψαρέματος. Η στιγμή όμως που θα αρχίσει και μόνος του πλέον να ταξιδεύει και να ψαρεύει, δεν αργεί να έρθει. Με εικόνες πραγματικές, αυτές των παιδικών του χρόνων, με έναν κόσμο ταξινομημένο και οργανωμένο που κατασκευάζει στο μυαλό του, με τη διαίσθησή του και μια δύναμη θεική…όπως λέει και ο ίδιος, συνθέτει το χάρτη του και παρέα μ’αυτόν ταξιδεύει τα τελευταία εβδομήντα χρόνια μες τη θάλασσα.
5 Μαρτίου 2012
Μαρτυρική πόλη Διστόμου. Μια συγκλονιστική μαρτυρία.
ΙΟΥΝΙΟΣ 1944
Η ΣΦΑΓΗ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ
Ο επικεφαλής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα, Σουηδός Στούρε Λιννέρ, στο βιβλίο του «Η Οδύσσειά μου» γράφει για το Δίστομο:
"Παντρευτήκαμε στις 14 Ιουνίου. Ο υπεύθυνος της ελληνικής επιτροπής, Έμιλ Σάντστρομ, παρέθεσε γαμήλιο γεύμα προς τιμήν μας. Αργά το βράδυ με πλησίασε και με απομάκρυνε από τα γέλια και τις φωνές, προς μια γωνιά όπου θα μπορούσαμε να μιλήσουμε οι δυο μας.
Μου έδειξε ένα τηλεγράφημα που μόλις είχε λάβει: οι Γερμανοί έσφαζαν για τρεις ημέρες τον πληθυσμό του Διστόμου, στην περιοχή των Δελφών, και στη συνέχεια πυρπόλησαν το χωριό. Πιθανοί επιζώντες είχαν ανάγκη άμεσης βοήθειας.
Το Δίστομο ήταν μέσα στα όρια της περιοχής την οποία, την εποχή εκείνη, ήμουν αρμόδιος να τροφοδοτώ με τρόφιμα και φάρμακα. Έδωσα με τη σειρά μου το τηλεγράφημα στην Κλειώ να το διαβάσει, εκείνη έγνεψε κι έτσι αποχωρήσαμε διακριτικά από τη χαρούμενη γιορτή.
Περίπου μα ώρα αργότερα ήμασταν καθ' οδόν μέσα στη νύχτα.
Απαιτήθηκε ανυπόφορα μεγάλο χρονικό διάστημα έως ότου διασχίσουμε τους χαλασμένους δρόμους και τα πολλά μπλόκα για να φτάσουμε, χαράματα πια, στον κεντρικό δρόμο που οδηγούσε στο Δίστομο.
Από τις άκρες του δρόμου ανασηκώνονταν γύπες από χαμηλό ύψος, αργά και απρόθυμα, όταν μας άκουγαν που πλησιάζαμε. Σε κάθε δέντρο, κατά μήκος του δρόμου και για εκατοντάδες μέτρα, κρεμόντουσαν ανθρώπινα σώματα, σταθεροποιημένα με ξιφολόγχες, κάποια εκ των οποίων ήταν ακόμη ζωντανά. Ήταν οι κάτοικοι του χωριού που τιμωρήθηκαν με αυτό τον τρόπο: θεωρήθηκαν ύποπτοι για παροχή βοήθειας στους αντάρτες της περιοχής, οι οποίοι επιτέθηκαν σε δύναμη των Ες-Ες.
Η μυρωδιά ήταν ανυπόφορη. Μέσα στο χωριό σιγόκαιγε ακόμη φωτιά στα αποκαΐδια των σπιτιών. Στο χώμα κείτονταν διασκορπισμένοι εκατοντάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, από υπερήλικες έως νεογέννητα.
Σε πολλές γυναίκες είχαν σχίσει τη μήτρα με την ξιφολόγχη και αφαιρέσει τα στήθη, άλλες κείτονταν στραγγαλισμένες, με τα εντόσθια τυλιγμένα γύρω από το λαιμό. Φαινόταν σαν να μην είχε επιζήσει κανείς. Μα να! Ένας παππούς στην άκρη του χωριού! Από θαύμα είχε καταφέρει να γλιτώσει τη σφαγή. Ήταν σ ο κ α ρ ι σ μ έ ν ο ς από τον τρόμο, με άδειο βλέμμα, τα λόγια του πλέον μη κατανοητά.
Κατεβήκαμε στη μέση της συμφοράς και φωνάζαμε στα ελληνικά: «Ερυθρός Σταυρός! Ερυθρός Σταυρός! Ήρθαμε να βοηθήσουμε».
Από μακριά μας πλησίασε διστακτικά μια γυναίκα. Μας αφηγήθηκε ότι ένας μικρός αριθμός χωρικών πρόλαβε να διαφύγει προτού ξεκινήσει η επίθεση.
Μαζί με εκείνη αρχίσαμε να τους ψάχνουμε. Αφού ξεκινήσαμε οι τρεις μας, διαπιστώσαμε ότι [η γυναίκα] είχε πυροβοληθεί στο χέρι. Τη χειρουργήσαμε αμέσως με χειρουργό την Κλειώ. Ήταν το ταξίδι του μέλιτός μας.
Λίγο καιρό αργότερα η επαφή μας με το Δίστομο θ' αποκτούσε και έναν αξιοσημείωτο επίλογο. Όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, δεν πήγαν και τόσο καλά τα πράγματα, αφού μια γερμανική μονάδα κατάφερε να περικυκλωθεί από αντάρτες ακριβώς στην περιοχή του Διστόμου. Σκέφτηκα ότι αυτό ίσως θεωρηθεί από τους Έλληνες ως ευκαιρία για αιματηρή εκδίκηση, πόσο μάλλον που η περιοχή εδώ και καιρό είχε αποκοπεί από κάθε παροχή βοήθειας σε τρόφιμα.
Ετοίμασα λοιπόν φορτηγά με τα αναγκαία τρόφιμα, έστειλα μήνυμα στο Δίστομο για την άφιξή μας και έτσι βρεθήκαμε στο δρόμο για εκεί, για άλλη μια φορά, η Κλειώ και εγώ.
Όταν φτάσαμε στα όρια του χωριού, μας συνάντησε μια επιτροπή, με τον παπά στη μέση. Έναν παλαιών αρχών πατριάρχη, με μακριά, κυματιστή, λευκή γενειάδα. Δίπλα του στεκόταν ο αρχηγός των ανταρτών, με πλήρη εξάρτηση. Ο παπάς πήρε το λόγο και μας ευχαρίστησε εκ μέρους όλων που ήρθαμε με τρόφιμα. Μετά πρόσθεσε: «Εδώ είμαστε όλοι πεινασμένοι, τόσο εμείς οι ίδιοι, όσο και οι Γερμανοί αιχμάλωτοι. Τώρα, εάν εμείς λιμοκτονούμε, είμαστε τουλάχιστον στον τόπο μας. Οι Γερμανοί δεν έχουν χάσει μόνο τον πόλεμο, είναι επιπλέον και μακριά από την πατρίδα τους. Δώστε τους το φαγητό που έχετε μαζί σας, έχουν μακρύ δρόμο μπροστά τους».
Σ' αυτή του τη φράση γύρισε η Κλειώ το βλέμμα της και με κοίταξε. Υποψιαζόμουν τι ήθελε να μου πει με αυτό το βλέμμα, αλλά δεν έβλεπα πλέον καθαρά. Απλά στεκόμουν κι έκλαιγα..."
Από το βιβλίο Η Μαύρη Βίβλος της Κατοχής
Στο ∆ίστοµο, στα Καλάβρυτα, στο Κοµµένο…
Από την Κρήτη ως την Ήπειρο ο θρήνος
για τις ναζιστικές θηριωδίες ήταν ίδιος…
(Γ. Βελισσαρίδης: Θρήνος για τη σφαγή)
Απόλυτη οικονομική καταστροφή. Βαρβαρότητες μέχρι και σε μωρά.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)