8 Μαρτίου 2010

..ραντεβού στην Ομόνοια...

Η συνblogger Καρυάτιδα, διάβασε το post μου "ομόνοια..;"
και μου πρότεινε να "δουλέψουμε" δύο κοινά posts,

για το "χθες" και το "σήμερα" της Πλατείας.

Μου άρεσε η ιδέα της, δέκτηκα και φτιάξαμε δυο posts που σήμερα ανεβάσαμε η καθεμία στα blogs μας..
Η Καρυάτιδα αναφέρεται στην ιστορία της Ομόνοιας,
εγώ με τη σειρά μου στο δραματικό της σήμερα..


------

"Παράξενος χειμώνας μπαίνει, παράξενη εποχή.. Κανείς δεν ξέρει που πηγαίνει, δεν ξέρει που θα βγει.. Βουλιάζουμε όλο και πιο κάτω...", ακούω τους στίχους των Φατμέ και σιγοψιθυρίζοντας, επιβιβάζομαι στο μετρό.

Στάση Σύνταγμα, στάση Πανεπιστήμιο, στάση Ομόνοια.. "Φτάσαμε", σκέφτομαι.
Οι πόρτες του συρμού ανοίγουν και ο κόσμος ξεχύνεται ορμητικά. Αφήνω τους βιαστικούς να με προσπεράσουν.

Συλλογίζομαι εικόνες που έχω χαζέψει σε βιβλία με την Ομόνοια πριν χρόνια... Tου πράσινου που κάποτε εδώ κυριαρχούσε, το διαφορετικό σχεδιασμό, τα περίπτερα με τους ανθοπώλες, τους ξένοιαστους νέους που κάποτε εδώ ερωτεύονταν! Υπήρξε κάποτε μια πλατεία που ναι, δικαίωνε το όνομα της!
Ανεβαίνω τις κυλιόμενες σκάλες. Βγαίνω στο κέντρο της πλατείας, ουσιαστικά στο κέντρο της πρωτεύουσας της Αθήνας..
Μια βαθιά δυσοσμία με τυλίγει και φτάνει μέχρι την καρδιά μου! Λογικό, οι τριγύρω δρόμοι καιρό τώρα, έχουνε μετατραπεί σε δημόσια ουρητήρια, με εμφανείς τους κινδύνους διαφόρων μολυσματικών ασθενειών.


Κοιτώ τριγύρω.. Ένας εντελώς άλλος κόσμος.. Πόσο αντιφατική, η σημερινή εικόνα της με εκείνη του παρελθόντος!
Στέκομαι σε μια άκρη.
Ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μου ένα μωσαϊκό στιγμών και ανθρώπων. Βιαστικοί περαστικοί, νοικοκυρές, εργαζόμενοι, τουρίστες που κοιτάνε τριγύρω σαν χαμένοι.. Προφανώς θα έχουνε κάνει κράτηση σε κάποιο από τα μεγάλα ξενοδοχεία που την περιτριγυρίζουν, που να φαντάζονταν τι σκηνικό θα τους υποδεχόταν με τον ερχομό τους στην πόλη.. Για τι θέα θα χρυσοπλήρωναν στα πολυτελή δωμάτια..

Το βλέμμα μου στέκεται σε παιδιά, παραδομένα στα ναρκωτικά, εναγωνίως να αναζητούν την επόμενη δόση τους. Δεν υπάρχει αξιοπρέπεια εδώ, αφημένα σε υπάνθρωπους που τους σκοτώνουν, ενώ οι ίδιοι πλουτίζουν.. Δεν υπάρχουν όνειρα και καμία αίσθηση «ομόνοιας» φυσικά.. Ένα βήμα πιο κοντά στο θάνατο, ένα ακόμη πιο μακριά από το «τώρα» στην πλατεία τους.. Ουσιαστικά άλλωστε αυτή η πλατεία ολοκληρωτικά τους ανήκει..

Η πλατεία Ομονοίας πλέον δεν ανήκει σε όλους τους κατοίκους της πόλης.. Εδώ δεν θα δεις παιδιά να παίζουν, ηλικιωμένους να βολτάρουν, ζευγαράκια αγκαλιασμένα.. Όσοι κάτοικοι έχουνε απομείνει, σταδιακά εγκαταλείπουν την περιοχή, ενώ από τους καταστηματάρχες μένουν κυρίως όσοι είναι κοντά στη σύνταξη ή όσοι δεν έχουν την δυνατότητα να μεταστεγάσουν την επιχείρησή τους.

Η τσιμεντένια πλατεία, παραδομένη στην αδιαφορία, ανήκει στα ζόμπι που περιφέρονται σέρνοντας τα πόδια τους, είτε μένουν σωριασμένα σαν υπνωτισμένα στα λιγοστά παγκάκια της..
Ακριβώς απέναντι, μια κλούβα της αστυνομίας και ένα περιπολικό.. Δεν αντιδρούν καθόλου σε αυτήν την παράνοια. Με τη συνενοχή τους, το πάρτυ του θανάτου και της διαφθοράς συνεχίζεται αδιάκοπα εδώ κάθε μέρα, κάθε βράδυ..
Διακίνηση ναρκωτικών, πορνεία, μαύρη αγορά, παπατζήδες, άκρες για πλαστά διαβατήρια, πορτοφολάδες, μαχαιρώματα, ρατσισμοί, καυγάδες.. Η ζωή στην κεντρικότερη πλατεία της Αθήνας θυμίζει σκηνές από αστυνομική ταινία…

Προχωρώ απέναντι.. Παρέες μεταναστών κάθονται κάτω από κάποια απ’ τις δέκα ελιές που συμβολίζουν τις δέκα φυλές της αρχαίας Αθήνας! Δεν είναι τυχαίο πως το μεγαλύτερο ποσοστό των μεταναστών από χώρες της Ασίας διαμένουν στην Ομόνοια υπό άθλιες συνθήκες. Κάποιοι τους οδηγούν εδώ.. Οι ίδιοι δεν έχουνε επιλογή, ούτε ευθύνονται..

Καθώς βαδίζω, κοιτάζω το τσιμέντο της πλατείας.. Έχει φθαρεί εντελώς.. Θέλει προσοχή καθώς περπατάς.. πολύ εύκολα μπορεί να παραπατήσεις και να πέσεις.. Μακάρι να είχανε αφήσει το σιντριβάνι στην θέση του.. Δεν θα ήταν σίγουρα τόσο αποκρουστικό όσο αυτό το ατελείωτο τσιμέντο..
Τώρα στην πλατεία έχει τοποθετηθεί ένα… γλυπτό του Ζογγόπουλου, το οποίο όμως "χάνεται" στα μάτια μου! Φαντάζει τουλάχιστον, εντελώς άκυρο στην πλατεία.. Καθώς περνώ από δίπλα, στέκομαι και κοιτώ το νερό στη βάση του, είναι γεμάτο πλαστικές σακούλες και σκουπίδια! Βρωμιά και δυσωδία παντού..

Παραδίπλα το φαρμακείο του Μπακάκου (άλλοτε υπήρξε κλασσικό σημείο ραντεβού, σήμερα έχει αναγκαστικά φύλακες), τριγύρω περίπτερα με πορνοπεριοδικά σε πρώτο πλάνο, πολλά sex shops, ένα κατάστημα με όπλα και σπαθιά, ταχυφαγεία, ενεχυροδανειστήρια…

Η Ομόνοια του σήμερα, έχει πολλά να ζηλέψει από το χτες της. Παραπάνω από ένας αιώνας έχει περάσει, αλλάζοντας δραματικά την μορφή και το χαρακτήρα της.

Μια βόλτα γύρω από την περιοχή της Ομόνοιας θα σε κάνει να ντραπείς που ζεις σε αυτήν την πόλη.
Αναρωτιέμαι αν ο δήμαρχος ντρέπεται άραγε το ίδιο..

Αν αισθανόταν ντροπή, τότε κάτι θα έκανε για να αναβαθμιστεί η ζωή σε αυτή την πόλη. Αντίθετα ανεχόμενος αυτή την κατάσταση, όπως οι προκάτοχοι του τόσα χρόνια, ουσιαστικά συνηγορεί στη συνεχιζόμενη υποβάθμιση της καθημερινά, κάθε ώρα που περνά…

Η κεντρική πλατεία της χώρας, αντικατοπτρίζει τη γενικότερη παρακμή μας. Το χειρότερο είναι πως πλέον όχι απλά μοιάζει ασυγκράτητη, αλλά ούτε καν φαίνεται να υπάρχει κάποιο δυνατό μυαλό, με αγάπη προς αυτήν, που να μπορεί να την ανατρέψει..

Άργησα στο ραντεβού μου… Η Καρυάτιδα θα περιμένει....


6 Μαρτίου 2010

JR - Women are heroes - The Official Video



Ένα βιντεάκι με δουλειά του JR (για τον οποίο έχει ανέβει αφιέρωμα στο blog).

Υ.Γ. σαν σήμερα 'έφυγε' η Μελίνα Μερκούρη.
Δες σχετικά posts, εδώ και εδώ.

4 Μαρτίου 2010

..τη ζωή μου...ποδήλατο!

Καιρό ήθελα να πάρω ένα "μικρό, μικρό ποδήλατο",
ε.., ως ένα "μικρό, μικρό παιδί".. :)
Τώρα ειδικά που βλέπω "το πρόβλημα το άλυτο"..,
όπως και το "Τίποτα να ορθώνεται"..
λέω "να κάνω βόλτα στη ζωή"..
Είναι αναδιπλούμενο/σπαστό, οπότε χωρά παντού..
Σε μετρό κλπ, αλλά και στο δωμάτιο μου (εδώ δίπλα) :)

Πέρασα ένα δύσκολο χειμώνα, με αρκετές αναποδιές, σε άσχημες συγκυρίες..
Είναι και αυτά τα εξωφρενικά άδικα που συμβαίνουν και καταλαβαίνεις πως θα είναι μόνο η αρχή.., που αν δεν προσπαθήσεις να εστιάσεις σε ότι όμορφο έχει απομείνει γύρω και μέσα σου, όσο βέβαια θα μπορέσεις, τότε.. θα τρελαθείς..

Ακολουθούν φωτό από βόλτες, εχτές & σήμερα το απόγευμα..
Η roadartist σε νέες ποδηλατικές περιπέτειες.. Aς ξεφύγουμε.. :)
..κατηφορίζοντας από το Ηρώδειο..
..ανθισμένη αμυγδαλιά, στο κέντρο της πόλης..
..η Ακρόπολη πανέμορφη, όπως πάντα άλλωστε..
..έξω από το Ηρώδειο..
..μια γάτα μέσα στον αρχαιολογικό χώρο της Ακροπόλεως..
..αλωνίζει και την χαίρομαι..

..'μανιταροgraffiti' στην πλάκα..
..σημερινό ηλιοβασίλεμα στου Φιλοπάππου..
..έξω από το Λουμπαδιάρη..
..επίσης στο Λουμπαδιάρη..
..απλά υπέροχα..

..οι ποδηλατάδες μόλις ξεκίνησαν..

Και λίγο χαμόγελο για να σπάσει η μαυρίλα των ημερών..
..από τον πολύ αγαπημένο ελληνικό κινηματόγραφο..
..κλείστε τη μουσική αν το δείτε..


Υ.Γ. Δημιουργήθηκαν δυο νέα tags. Ένα για το "ποδήλατο" και ένα για την "Αθήνα", όπου σταδιακά θα περάσω σχετικά posts (και είναι πολλά)!

1 Μαρτίου 2010

ρεμπέτικο

Τα ρεμπέτικα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας και της πολιτιστικής μας παράδοσης. Η καταγωγή του όρου του ρεμπέτικου, ανάγεται στην εποχή της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα (1453-1821) και υποδηλώνει τον περιθωριακό, τον εκτός νόμου, όποιον τίθεται εκτός από τα καθιερωμένα πρότυπα και την πολιτική μιας κοινωνίας. Οι μουσικές ρίζες του τοποθετούνται στη βυζαντινή Εκκλησιαστική μουσική και στο δημοτικό τραγούδι του ελληνικού λαού της Μικράς Ασίας και των νησιών του Αιγαίου.
Στο «Μέγα Λεξικό» του Δ. Δημητράκου, η λέξη «ρεμπέτης» μάς παραπέμπει: «ο φυγόπονος και διεφθαρμένος, ο τεμπέλης, ο αχαΐρευτος, ρεμπέτα». Ο Μάρκος Βαμβακάρης ταυτίζει τη ρεμπέτικη ζωή με τη «μποέμικη».

Βασικοί παράγοντες της γέννησης του ρεμπέτικου είναι η παράδοση του δημοτικού τραγουδιού, τα τραγούδια της ταβέρνας και της Ανατολής, οι βυζαντινοί ψαλμοί, τα στιχάκια των λαϊκών ημερολογίων, οι αμανέδες, η άνοδος και η πτώση της αστικής τάξεως, οι βαλκανικοί σκοποί, ο πόλεμος του 1897 και ο όλεθρος του 1922.
Πριν το 1922, οι ρεμπέτες ήταν εσωτερικοί μετανάστες, που αγωνίζονταν να βιοποριστούν στις άθλιες συνθήκες των λιμανιών και των αστικών κέντρων, ζώντας στη συχνή εναλλαγή στην εργασία και στην ανεργία, στη νομιμότητα και στην παρανομία.

Έως το 1922, το ρεμπέτικο είναι περιορισμένης εμβέλειας, ανώνυμο και ταυτίζεται με τις παραβατικές ομάδες. Ο ιδεολογικός κόσμος είναι ο κόσμος της παρανομίας. Οι ομάδες αυτές ζούνε με τους δικούς τους κανόνες, εκδηλώνοντας μια ενσυνείδητη απόρριψη στην επικρατούσα ιδεολογία και διατυπώνοντας την ηθική του μάγκα.
Ενδεικτικοί οι παρακάτω στίχοι, δίσκου του 1920 από τον «Μανώλη χασικλή» του Δραγάτση: «Αν είσαι φίνος μάγκας / πούν’ τα μπεγλέρια σου; / αν είσαι και σερέτης / πούν’ τα μαχαίρια σου; / Εγώ’ μαι φίνος μάγκας και φίνος χασικλής / κι όταν θα τη φουμάρω να ξομολογηθείς».

Το ρεμπέτικο έγινε η έκφραση ζωής σαν μια ατέλειωτη προσπάθεια για επιβίωση, για μια συνέχεια της ύπαρξής τους.
Τραγούδια έλεγαν οι κουτσαβάκηδες της εποχής του Δημητρίου Μπαϊραχτάρη (αστυνομικού διευθυντή Αθηνών στην περίοδο 1893-1897) , αλλά δεν έχουν διασωθεί. Οι κουτσαβάκηδες του Ψυρρή έδρασαν στην περίοδο 1862-1897. Οι πρώτοι κουτσαβάκηδες ήταν αϊβαλιώτες εγκατεστημένοι στην Σύρο. Όταν η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα, αρκετοί αϊβαλιώτες και συριανοί μάγκες εγκαταστάθηκαν στο Ψυρρή.
Το 1922 με τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη προσφυγιά ενάμιση εκατομμυρίου ανθρώπων, τα αστικά λαϊκά τραγούδια, οι μουσικοί, τα λαϊκά τους όργανα μεταφέρονται από τη Μικρά Ασία, τη Σμύρνη και τη Κωνσταντινούπολη στην κυρίως Ελλάδα.
Με την Καταστροφή αυτά τα στοιχεία μεταφυτεύονται σε ένα χώρο με δική του μουσική παράδοση και ιστορία. Τα αστικά και λαϊκά είδη μουσικής από τις δύο πλευρές του Αιγαίου αρχίζουν να ενοποιούνται. Η άφιξη στις ελληνικές πόλεις χιλιάδων διωγμένων, που θα καταλήξουν στην ανεργία, διευρύνει την «κοινωνική βάση» του ρεμπέτικου.
Τα πλήθη των απογοητευμένων ατόμων θα συμβάλλουν ως πεδίο παραγωγής και διάδοσης του ρεμπέτικου. Ο τόπος δημιουργίας μετατοπίζεται στην ταβέρνα και η γνωστοποίηση εξασφαλίζεται μέσω καταχωρίσεων σε δίσκους των 78 στροφών. Είναι η περίοδος της εμφάνισης του επώνυμου τραγουδιού και των πρώτων ηχογραφήσεων.
Ο Τούντας

Ο πρώτος συνθέτης της δισκογραφίας στην Ελλάδα είναι ο Σμυρνιός Παναγιώτης Τούντας (1886-1942). Στην περίοδο 1925-1940 δισκογραφεί σχεδόν 300 τραγούδια. Στις βασικότερες θέσεις των δισκογραφικών εταιρειών, τοποθετούνται μουσικοί της «προσφυγιάς».

Δίσκος με μπουζούκι ηχογραφήθηκε στην Ελλάδα πρώτη φορά το 1931. Τον Ιανουάριο του 1932 κυκλοφορεί με επιτυχία, ένας δίσκος με μπουζούκι και κιθάρα. Στις ταβέρνες, στους τεκέδες και στα ουζερί του Πειραιά συχνάζουν μουσικοί που παίζουν τραγούδια με μπουζούκι.
Σέμσης, Τομπούλης και Ρόζα Εσκενάζυ 1932

Κάποιοι δημιουργοί καθορίζουν τη συνένωση της σμυρναίικης με τη διαμορφούμενη πειραιώτικη σχολή. Ξεχωρίζουν ο Βαγγέλης Παπάζογλου και ο Γιοβάν Τσαούς. Από τους τραγουδιστές διακρίνονται οι Ρόζα Εσκενάζυ, Αντώνης Διαμαντίδης, Ρίτα Αμπατζή, Νούρος και Ρουκούνας.
Βαμβακάρης

Ξεχωρίζει ο Συριανός Μάρκος Βαμβακάρης, με την παρέα του, την περίφημη «Τετράδα του Πειραιώς», την οποία αποτελούν ο Σμυρνιός Ανέστος Δελιάς, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Γιώργος Μπάτης.
Μεταξύ 1932-1933 ηχογραφούνται περισσότερα από 20 τραγούδια με επικράτηση του μπουζουκιού και με θεματολογία κυρίως «χασικλίδικη». Η Columbia διστάζει να στηρίξει αυτή την ηχογράφηση, φοβούμενη τον κοινωνικό απόηχο της υιοθέτησης του μπουζουκιού, οργάνου «του τεκέ και της φυλακής».

Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι:
«Μας κυνηγούν τον αργιλέ / γιατί τον πίνουν μάγκες,
και ζούλα τον φουμάρουνε / όλοι οι αριστοκράτες
».

Ο λαϊκός δημιουργός που θα υιοθετήσει στοιχεία διαφορετικών παραδόσεων, ωθώντας το τραγούδι με τα μπουζούκια από τη διαπροσωπική του ύπαρξη στη μαζικότητα είναι ο Βασίλης Τσιτσάνης.

Ο Τσιτσάνης καταγόταν από την Ήπειρο, από όπου προέρχονταν οι γονείς του πριν εγκατασταθούν στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας. Η ιδιαίτερη πατρίδα του, επηρέασε το έργο του.

Σύμφωνα με τον ίδιο, συγκρότησε το παίξιμο στο μπουζούκι μέσα στο χλευασμό της αριστοκρατίας των Τρικάλων, επιλέγοντας να διαφοροποιηθεί από το Μάρκο Βαμβακάρη και από τη σμυρναίικη σχολή. Εισέρχεται στη δισκογραφία το 1937. Από το 1938 μέχρι την κήρυξη του πολέμου του 1940 ηχογραφεί 110 τραγούδια.
Ο Μπάτης, 1930

Η δικτατορία του Μεταξά, συστήνει Ειδική Επιτροπή ελέγχου των στίχων και της μουσικής. Εκείνη την εποχή, πολλοί λαϊκοί οργανοπαίχτες εξορίστηκαν ως «χασικλήδες». Καλλιτέχνες, όπως ο Παπάζογλου, ο Μπάτης, ο Δελιάς και ο Τσαούς, επέλεξαν να σταματήσουν κάθε δισκογραφική δραστηριότητα, από το να ενσωματωθούν στους νέους μηχανισμούς σύνθεσης τραγουδιών.

Από το 1940 ξεκινά η περίοδος ανάπτυξης των ρεμπέτικων, μέσα σε ταραγμένες συνθήκες όπου συνοδεύτηκαν από τον πόλεμο, τη γερμανική Κατοχή και τον εμφύλιο. Σταδιακά ο αναλφαβητισμός υποχωρεί, ο λαϊκός Τύπος εξαπλώνεται και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας φτάνουν παντού.

Μάρκος Βαμβακάρης, Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαιωάννου, Μάνος Χατζιδάκις και Σωτηρία Μπέλλου

Το 1949, ο Μάνος Χατζιδάκις δίνει διάλεξη στο Θέατρο Τέχνης, όπου υπερασπίζεται το ρεμπέτικο, στο οποίο εντοπίζει ομοιότητες με τη μουσική του ευρωπαϊκού μπαρόκ. Αυτή η ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι, προκάλεσε πλήθος νέων θαυμαστών του λαϊκού τραγουδιού από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Το ρεμπέτικο γίνεται η κυρίαρχη μουσική της διασκέδασης.

H περίοδος σφραγίζεται από τον Τσιτσάνη, ο οποίος με ερμηνευτές όπως η Σωτηρία Μπέλλου, η Μαρίκα Νίνου κ.α., παρουσιάζουν τραγούδια που χαρακτηρίζουν τα χρόνια, όπως: «Συννεφιασμένη Κυριακή», «Κάνε λιγάκι υπομονή», «Χωρίσαμε ένα δειλινό» κ.ά.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου είναι η διαμαρτυρία ενάντια στις κοινωνικές διακρίσεις, το σφοδρό «κατηγορώ» προς στους πλούσιους, ο ύμνος στη φτώχια, αναφορές στην Αντίσταση και στον Εμφύλιο, καταγγελία της μετανάστευσης και της ξενιτιάς.

Στις «Φάμπρικες», ο Τσιτσάνης επαινεί την εργατική τάξη:
«Φράγκο δεν δίνουνε για μεγαλεία / έχουνε μάθει να ζουν απλά / στάζει ο ιδρώτας τους χρυσές σταγόνες / γεια σου περήφανη κι αθάνατη εργατιά».

Αλλού διαμαρτύρεται για την κοινωνική αδικία:
«Δυο δρόμοι τη χωρίζουν την κοινωνία τούτη / και φέρνουν μαύρη συμφορά, η φτώχεια και τα πλούτη».


Το ρεμπέτικο, κοινός χώρος έκφρασης των πιο φτωχών και αμόρφωτων τάξεων του πληθυσμού, μάς ξεναγεί σε μοναδικές μουσικές διαδρομές, σε καταβολές ρηματικών εκφράσεων και ποιητικών μοτίβων που χάνονται στο βάθος του χρόνου. Eκφράζει τις ασυνέχειες στην κοινωνική οργάνωση, μνημονεύει κοινωνικές ρήξεις, υποδηλώνει κοινωνικούς αποκλεισμούς και αποτελεί την φωνή των αποκλεισμένων και περιθωριοποιημένων ατόμων της κοινωνίας.


Βιβλιογραφια:
Γεωργιάδης N., Το φαινόμενο Τσιτσάνης, Αθήνα, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 2005
Δαμιανάκος Σ., Παράδοση ανταρσίας και λαϊκός πολιτισμός, Πλέθρον, 2003
Δραγούμης Μ., «Μια μουσικολογική προσέγγιση του ρεμπέτικου», στο Θέματα Ελληνικού Πολιτισμού, Αιγαιο Κέντρο Ελληνικής Φιλολογίας, Αθήνα 1984
Ιωαννίδης Γ., «Στη μεταπολεμική Ελλάδα» στο Μουσική και Πολιτική, εφημ. Καθημερινή Επτά Ημέρες, Αθήνα, 13-01-2002
Κοταρίδης Ν., Ρεμπέτες και ρεμπέτικο τραγούδι, Αθήνα, ΠΛΕΘΡΟΝ, 1996
Παπάζογλου Ε., Ιστορία της ελληνικής μουσικής, Νάκας
Πετρόπουλος Η., Ρεμπέτικα τραγούδια, Κέδρος, Αθήνα 1972
Related Posts with Thumbnails