Σε επισκέψεις στην Εθνική Πινακοθήκη, έχω σταθεί αρκετές φορές μπροστά στους πίνακες του Γύζη και πάντα, ανεξήγητα απροσδιόριστα, με μαγνητίζουν. Αισθάνομαι να ξεπηδούν από μέσα τους στιγμές της Ιστορίας που διάβασα, μα δεν έζησα. Σε κάθε πίνακα, σαν να ζωντανεύουν οι μορφές, με ταξιδεύει σε στιγμές και εποχές.
Ο Νικόλαος Γύζης, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους, γεννήθηκε την 1η Μαρτίου του 1842 στην Τήνο. Από μικρός έδειξε την κλίση του στη ζωγραφική και σε ηλικία μόλις οκτώ ετών αποφασίστηκε να σπουδάσει στο Σχολείο των Τεχνών, ενώ η τότε νόμιμη ηλικία ήταν τα δώδεκα. Το 1850 μετακομίζει με την οικογένεια του στην Αθήνα, όπου φοιτεί στο Σχολείο των Τεχνών.
Ο Νικόλαος Γύζης, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους, γεννήθηκε την 1η Μαρτίου του 1842 στην Τήνο. Από μικρός έδειξε την κλίση του στη ζωγραφική και σε ηλικία μόλις οκτώ ετών αποφασίστηκε να σπουδάσει στο Σχολείο των Τεχνών, ενώ η τότε νόμιμη ηλικία ήταν τα δώδεκα. Το 1850 μετακομίζει με την οικογένεια του στην Αθήνα, όπου φοιτεί στο Σχολείο των Τεχνών.
Στο τέλος των σπουδών του, μέσω του φίλου του, επίσης μεγάλου ζωγράφου Νικηφόρου Λύτρα, (πατέρα του Νικολάου Λύτρα), γνωρίζει τον πλούσιο φιλότεχνο Νικόλαο Νάζο, ο οποίος μεσολαβεί προκειμένου να του χορηγηθει υποτροφία, για να συνεχίσει τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου. Πηγαίνει στο Μόναχο τον Ιούνιο του 1865. Εκεί ο φίλος του Νικηφόρος Λύτρας, γνωρίζοντας πρόσωπα, του συμπαρίσταται όσο μπορεί.
Ο Γύζης παρέμεινε ουσιαστικά όλη του την ζωή στο Μόναχο και δίδαξε στην Ακαδημία. Τον Απρίλιο του 1872 επιστρέφει στην Ελλάδα. Ζωγραφίζει στα Μέγαρα και συγκεντρώνει ένα υλικό, που θα το χρησιμοποιήσει αργότερα στην Γερμανία. Στην Αθήνα εγκαθίσταται, απέναντι από το πατρικό του στην αδιέξοδη πάροδο της οδού Θεμιστοκλέους 18.
Στην Ελλάδα όμως το έργο του δεν βρίσκει ανταπόκριση και μετά από ένα σύντομο ταξίδι με το Νικηφόρο Λύτρα στη Μικρά Ασία, αποφασίζει να ξαναγυρίσει στο Μόναχο, όπου ακολουθεί μια περίοδος γεμάτη διεθνείς διακρίσεις.
"Το Γιάντες", Εθνική Πινακοθήκη, 1878
"Γιάντες" σημαίνει "γούρι"..
Ανατολίτης με τσιμπούκι, Ε.Πινακοθήκη, 1873
"Γιάντες" σημαίνει "γούρι"..
Ανατολίτης με τσιμπούκι, Ε.Πινακοθήκη, 1873
Το ταξίδι του στην Ελλάδα και την Ανατολή (1872-1874), επηρεάζει το έργο του και του προσδίδει ύφος "ελληνικότερο". Πλέον η θεματολογία του αντλείται όλο και πιο συχνά από τα ήθη και τα έθιμα του ελληνικού λαού. Πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωγραφική του διαδραματίζει το φως, ενώ στο χρωματολόγιο που περιοριζόταν στο κόκκινο, το μαύρο και την ώχρα, προστίθεται και το ελληνικό γαλάζιο.
Τα πνευματικά ενδιαφέροντα του δε περιορίζονταν μόνο στη ζωγραφική. Σε γράμμα του στο Νικόλαο Νάζο στις 7 Απριλίου 1875 γράφει:
"Πόσον πτωχός είναι ο ζωγράφος απέναντι του ποιητού! Αν ξαναγεννηθώ θα γίνω ποιητής και μουσικός".
Η λατρεία του για τη μουσική άσκησε βαθιά επίδραση στη τελευταία φάση του έργου του, η οποία αποτυπώνεται στις ιδεαλιστικές αλληγορικές συνθέσεις του.
Τη στροφή του προς την ιδεαλιστική δημιουργία σηματοδοτεί η "Εαρινή Συμφωνία" και ακολουθούν τα έργα "Ο Χορός Των Μουσών" , "Νύμφη & Έρως" κ.ά.
"Πόσον πτωχός είναι ο ζωγράφος απέναντι του ποιητού! Αν ξαναγεννηθώ θα γίνω ποιητής και μουσικός".
Η λατρεία του για τη μουσική άσκησε βαθιά επίδραση στη τελευταία φάση του έργου του, η οποία αποτυπώνεται στις ιδεαλιστικές αλληγορικές συνθέσεις του.
Τη στροφή του προς την ιδεαλιστική δημιουργία σηματοδοτεί η "Εαρινή Συμφωνία" και ακολουθούν τα έργα "Ο Χορός Των Μουσών" , "Νύμφη & Έρως" κ.ά.
Με τη ζωή του, γεμάτη από οράματα, και τη τέχνη του, συμφιλιωμένη με τον πραγματισμό και τον ιδεαλισμό, παρέδωσε έργο απλό, αλλά και σύνθετο.
"Μετά την πτώση των Ψαρών", Ε. Πινακοθήκη
Δουλεύει την "αποθέωση της Βαυαρίας" και παραπονιέται λέγοντας:
"Θα έκαμνα, με πολύ πλέον ευχαρίστησιν την αποθέωσιν της Ελλάδος, αλλά μόνος μου δεν ημπορώ να την αποθεώσω, αφού οι περισσότεροι την ξεθεώνουν..."
Δουλεύει την "αποθέωση της Βαυαρίας" και παραπονιέται λέγοντας:
"Θα έκαμνα, με πολύ πλέον ευχαρίστησιν την αποθέωσιν της Ελλάδος, αλλά μόνος μου δεν ημπορώ να την αποθεώσω, αφού οι περισσότεροι την ξεθεώνουν..."
"Ο κουρέας"
"Ιδού ο Νυμφίος έρχεται" (1895–1900)
"Το Χαμίνι"
Ο Νικόλαος Γύζης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού του ύστερου 19ου αι., του συντηρητικού εικαστικού κινήματος που είναι γνωστό ως «Σχολή του Μονάχου».
Άτομο βαθιά θρησκευόμενο, στράφηκε αργότερα προς τις αλληγορικές και τις μεταφυσικές παραστάσεις. Τα λεγόμενα «θρησκευτικά» του έργα, με πλέον χαρακτηριστικό τον πίνακα "Ιδού ο Νυμφίος έρχεται" (1895–1900, Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας - Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου), αντιπροσωπεύουν τα οράματα του ώριμου πλέον καλλιτέχνη και δηλώνουν τις υπαρξιακές του αγωνίες.
"Ιδού ο Νυμφίος έρχεται" (1895–1900)
"Το Χαμίνι"
Κυρίαρχο θέμα των ώριμων έργων του ήταν ο αγώνας του εναντίον του Κακού και η τελική νίκη του Καλού. Η σημαντικότερη μορφή σ' αυτά τα έργα του είναι η γυναίκα, που άλλοτε εμφανίζεται ως Τέχνη, άλλοτε ως Μουσική, άλλοτε ως Άνοιξη, άλλοτε ως Δόξα κ.λπ.
Πεθαίνει στο Μόναχο στις 4 Ιανουαρίου του 1901.
Λέγεται πως η τελευταία του φράση ήταν η εξής:
"Λοιπόν ας ελπίζωμεν και ας ζητούμεν να είμεθα εύθυμοι".
Λέγεται πως η τελευταία του φράση ήταν η εξής:
"Λοιπόν ας ελπίζωμεν και ας ζητούμεν να είμεθα εύθυμοι".
Σχετικό link:
Εθνική Πινακοθήκη