Πόσο
αργός είναι ο κόσμος και αναλλοίωτος στο πέρασμα του χρόνου: «Τι
κρίμα», έγραφε ο Κίρκεγκαρντ σχολιάζοντας την «αφηρημένη» (την όχι
«χειροπιαστή») φύση του χρήματος, «που οι νέοι άνθρωποι σήμερα φθονούν
το διπλανό τους για το χρήμα και όχι για την εξυπνάδα του ή για τον
έρωτα που του έχει προσφερθεί…» Το «σήμερα» του Κίρκεγκαρντ ήταν τα μέσα
του δεκάτου ενάτου αιώνα. (σ. 101)
«Τίποτα δεν χαρίζεται πια. Όλα έχουν μια τιμή, μια τιμή που ανεβαίνει. Όσο πιο ακριβά πουλάς το τομάρι σου (λέξη κι αυτή: τομάρι!), τόσο περισσότερο σε εκτιμούν και σε σέβονται. Ωστόσο, ποιο είναι το νόημα της φιλίας, της αγάπης, της συνύπαρξης μέσα στον κόσμο όταν όλα τα καθορίζει το χρήμα;» (σ. 101)
Πίσω από όλους τους τοίχους, οι άνθρωποι σκέφτονται το χρήμα: πόσο τους λείπει, πώς θα το αποκτήσουν. Και την αγάπη: πόσο τους λείπει, πως θα την αποκτήσουν. Πώς ήταν στην αρχή, τότε. Τι συνέβη μετά. Τι συνέβη. Και γιατί, γιατί. (σ. 101)
Στην Ελλάδα μπορείς να πεις τη γνώμη σου, αρκεί να συμφωνούμε μαζί σου.
Στην Ελλάδα μπορείς να πεις τη γνώμη σου, αρκεί να συμφωνούμε μαζί σου.
Σώτη Τριανταφύλλου, Ο χρόνος πάλι, Πατάκης