25 Οκτωβρίου 2014

Νεκρομαντείο Αχέροντα



Προς τα τέλη Αυγούστου... είχαμε την ευκαιρία να επισκεφτούμε έναν εκπληκτικό αρχαιολογικό χώρο, το ξακουστό Νεκρομαντείο του Αχέροντα... 
Μέσα από φωτογραφίες και σχετικές πληροφορίες, θα σας ξεναγήσω σε αυτό το μοναδικό αρχαιολογικό τόπο, που αξίζει να τον επισκεφτείτε. 


Πρόκειται για το πιο φημισμένο νεκρομαντείο του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Το οποίο βρίσκεται κοντά στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας λίμνης, στο σημείο όπου ενώνονται τα ποτάμια του Άδη, ο Αχέροντας με τον Κωκυτό


Στις αρχαίες πηγές η τοποθεσία της Αχερουσίας λίμνης περιγράφεται ως το σημείο κατάβασης των νεκρών στον Άδη και η Εφύρα, η πόλη της Ηπείρου που βρίσκεται βορειότερα, συνδέεται με πανάρχαιη λατρεία της θεότητας του θανάτου. Εννοείται ότι επισκεφτήκαμε τον ποταμό του Αχέροντα, για τον οποίο θα ακολουθήσουν άλλες αφιερωμένες σχετικές αναρτήσεις. 


Κατά την αρχαιότητα, οι πιστοί επισκέπτονταν το νεκρομαντείο για να συναντήσουν τις ψυχές των νεκρών, που μετά την απελευθέρωσή τους από το σώμα αποκτούσαν την ικανότητα να προβλέπουν το μέλλον. 


Η παλαιότερη αναφορά του νεκρομαντείου του Αχέροντα γίνεται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, όταν η Κίρκη συμβουλεύει τον Οδυσσέα να συναντήσει στον Κάτω Κόσμο τον τυφλό μάντη Τειρεσία και να πάρει χρησμό για την επιστροφή στην πατρίδα του (κ 488 κ.ε.).


Παρακάτω δίνει τη συναρπαστική περιγραφή της καθόδου του Οδυσσέα, ενός θνητού, στον Άδη (λ 24 κ.ε.). Η ομοιότητα της ομηρικής περιγραφής με τη θέση του νεκρομαντείου είναι εκπληκτική, στοιχείο που παρατηρεί και ο Παυσανίας σχεδόν χίλια χρόνια αργότερα, θεωρώντας ότι ο Όμηρος πρέπει να είχε δει τα μέρη αυτά. (1.17.5)


Εδώ είμαστε λίγο πριν μπούμε στην είσοδο του Νεκρομαντείου Αχέροντα, 
όπου πρώτα διασχίζουμε ένα μικρό λαβύρινθο... 


Η είσοδος...

 Στην ελληνική μυθολογία υπάρχουν αναφορές για ήρωες που είχαν τολμήσει αυτή την κατάβαση στον Άδη: ο Ορφέας για να φέρει στη γη την αγαπημένη του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής για να φέρει στο βασιλιά Ευρυσθέα τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο-φύλακα της εξόδου από τον Άδη, και ο Θησέας με τον Πειρίθου για να αρπάξουν την Περσεφόνη. 


Στα ισόγεια κτίσματά του Νεκρομαντείου, βρίσκονται όλοι οι απαραίτητοι χώροι για την εύρυθμη λειτουργία του: οι τόποι διαμονής των ιερέων και του υπόλοιπου προσωπικού, αποθήκες και χώροι υποδοχής. Εδώ ουσιαστικά σταματούσε κάθε επαφή με την πραγματικότητα, κάτι που επεδίωκαν με ζήλο οι ιερείς του ναού.


Οι επισκέπτες, πριν επιχειρήσουν την κατάβαση προς το Κάτω Κόσμο, πρώτα απομονώνονταν και υποβάλλονταν σε αυστηρή δίαιτα και σε υποχρεωτική σίτιση με κουκιά και λούπινα, τα οποία εκτός από μια ελαφριά δηλητηρίαση με κυάνωση τους προκαλούσε και παραισθήσεις αφού σταδιακά έχαναν την συνειδητή επαφή τους τόσο με τον εαυτό τους όσο και με την πραγματικότητα.


Όταν η κατάσταση τους άγγιζε το επιθυμητό για τους ιερείς επίπεδο, τότε οδηγούνταν στα έγκατα του Νεκρομαντείου, κατεβαίνοντας μία πέτρινη απότομη σκάλα και μέσω ενός δαιδαλώδους διαδρόμου, σκοτεινού και υγρού, το οποίο διέκοπταν σιδερένιες πύλες -προφανώς για να επιτείνουν την αίσθηση ότι βρίσκονται όσο εγγύτερα γίνεται στο υποχθόνιο βασίλειο του Άδη- έφταναν στην κεντρική αίθουσα.


Η αίσθηση που έχεις σε αυτό το χώρο είναι πραγματικά μοναδικά περίεργη...


Πρόσφατες μελέτες έχουν αποδείξει ότι αυτή η αίθουσα αποτελεί ένα θαύμα της ακουστικής, καθώς πρόκειται για μια εξαιρετικά ανηχοϊκή αίθουσα, στην οποία καταλήγει ένας διάδρομος με πυκνά, πέτρινα τόξα που ξεκινούν από το πάτωμα. 


Εκεί οι επισκέπτες έχυναν στο δάπεδο αίμα, για να ξεδιψάσουν οι νεκροί αλλά κυρίως να τους αναγνωρίσουν και να συνομιλήσουν μαζί τους.  Υπολείμματα γραναζιών, που βρέθηκαν στις ανασκαφές, μας δείχνουν ότι οι ιερείς διαχειρίζονταν εξειδικευμένα μηχανήματα προκειμένου να ανεβοκατεβάζουν στο βωμό είδωλα, που αναπαριστούσαν ανθρώπινες μορφές.


Η εμπειρία του να επισκεφτείς αυτόν τον εκπληκτικό αρχαιολογικό τόπο, 
συνυφασμένο με τόσους μύθους και τόσες συγκλονιστικές ιστορίες
είναι πραγματικά μοναδικά φοβερή...




Είναι συγκλονιστικό το ίδιο το μέρος, 
το τοπίο με τους καταπράσινους αγρούς που εκτείνονται στον ορίζοντα, 
η αύρα που εκπέμπει και πραγματικά σε καθηλώνει.


Φεύγοντας από το Νεκρομαντείο
αυτές οι δυο πεταλούδες μας ακολουθούσαν σε όλη τη διαδρομή.


Χόρευαν συνέχεια τριγύρω μας... 
 Πες μου τώρα εσύ πώς γίνεται το μυαλό να μην κάνει συνειρμούς...


"Έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα στα 1947, και το τελευταίο το φθινόπωρο του 1966. Η τελευταία εικόνα μου: ένα νησί του Αιγαίου, άδεντρο, μ ένα μοναδικό χωριό· τοπίο απογυμνωμένο με τη μιζέρια και την ομορφιά συναρμοσμένες σα δυό πλαγιές του ίδιου λόφου. Μιζέρια και ομορφιά. Σύζευξη των αντιθέτων, όπως η φράση του Ηράκλειτου που τα κυκλαδίτικα τοπία δεν παύουν να τη συλλαβίζουν μέσα στο φως τους: Αρμονίη κόσμου παλίτροπος.  (...) Κάμποσες τέτοιες στιγμές αναπαράχθηκαν σ' εκείνα τα ταξίδια μου στην Ελλάδα, και λέω στον εαυτό μου πως από εκείνα τα ελληνικά χρόνια, ό, τι αντέχει στον καιρό είναι αυτές οι εικόνες. Όταν συμβαίνει να τις ξαναζώ, ζωντανές όσο ποτέ, σκέφτομαι τους αρχαίους εκείνους μάντεις που διάβαζαν τη μοίρα των ανθρώπων και των πόλεων πάνω στο πέταγμα των πουλιών και στο σφύριγμα του ανέμου ανάμεσα στις δρυς."

Ζακ Λακαριέρ, Το Ελληνικό καλοκαίρι, Χατζηνικολή, 1980

Χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες για το Νεκρομαντείο από:
Υπουργείο Πολιτισμού 
prevezainfo.gr

23 Οκτωβρίου 2014

Μάνος Χατζιδάκις: Το νησί των συναισθημάτων



Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 23 του Οκτωβρίου του 1925
Όπως έχω αναφέρει και στο παρελθόν, για όσο διάστημα θα υπάρχει το ιστολόγιο δεν θα πάψουν να γίνονται αναφορές στο Μάνο Χατζιδάκι. Πράγμα που έχει τηρηθεί ως σήμερα. Έχουν ήδη ανέβει δεκαέξι σχετικά αφιερώματα, τα οποία μπορείτε να τα διαβάσετε στο τέλος της ανάρτησης.


Σήμερα θα μοιραστούμε ένα παραμύθι του Μάνου Χατζιδάκι για μικρούς και μεγάλους, ένα κείμενο για την αγάπη και την αξία της στο χρόνο.

Μάνος Χατζιδάκις, Το Νησί των Συναισθημάτων

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα Συναισθήματα.

Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα.

Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.

Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.

Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.

Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό.

Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»,

«Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα»

Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.

«Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη.

«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια.

«Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου».

«Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.

Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία.

Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!».

Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.

Όταν έφτασαν στη στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του.

Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση:

«Γνώση, ποιος με βοήθησε»;

«Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση.

«Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε o Χρόνος;»

Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με τη βαθιά σοφία της είπε:

«Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».




Παλιότερες αναφορές για το Μάνο Χατζιδάκι, αξίζουν την περιήγηση σας :

"Βιογραφικό σημείωμα" Μάνου Χατζιδάκι
κείμενο Μ.Χατζιδάκι, γραμμένο το χειμώνα του '85 προς '86 
Αφιέρωμα από την εκπομπή «Μηχανή του χρόνου»
"Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι"
Το πρόσωπο του τέρατος, Μάνος Χατζιδάκις
To χαμόγελο της Τζοκόντας

20 Οκτωβρίου 2014

"Αβελάρδος και Ελοΐζα", μια από τις τραγικότερες και πιο μυστηριακές ιστορίες αγάπης @ Θέατρο του Νέου Κόσμου



Η σκηνή στο ημίφως. Oι ηθοποιοί αρχίζουν να χορεύουν καθώς τραγουδάνε το Tous les garcons et les filles. Μεταφερόμαστε στο Παρίσι του 12ου αιώνα και αφηνόμαστε στους τρεις ταλαντούχους ηθοποιούς, την Ελένη Κοκκίδου, τον Γιώργο Γλάστρα και την Χριστίνα Μαξούρη, για να μας ταξιδέψουν στη μυθιστορηματική ζωή και στον τραγικό έρωτα του Αβελάρδου και της Ελοΐζας.


«Την έλεγαν Ελοϊζα Φυλμπέρ. 
Και η γιαγιά της, της τραγουδούσε 
πως η αγάπη πέφτει στον κόσμο, μαζί με το χιόνι!
Τον έλεγαν Πέτρο Αβελάρδο.
Και γεννήθηκε πολύ νωρίς. Ή πολύ αργά.
Πριν από 900 περίπου χρόνια – ας πούμε σαν χτες το απόγευμα – 
Ερωτεύτηκαν! Άρα ο Θεός τους ήταν περιττός.
Για την ιστορία της ζωής, του έρωτα, του θανάτου και της ζωής μετά το θάνατο τους, υπάρχουν πολλές εκδοχές. Η καλύτερη, είναι πάντα αυτή που κλαις.»

Ο Αβελάρδος υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους θεολόγους και φιλοσόφους του Μεσαίωνα, Διευθυντής όλων των Σχολών του Παρισιού. Ένθερμος υπερασπιστής της διαλεκτικής, της αμφιβολίας και της έρευνας ως προϋπόθεση για την πίστη. Ένα από τα πιο ανήσυχα πνεύματα και ο διασημότερος δάσκαλος της εποχής του. Δέχεται για μαθήτρια του, την δεκαεξάχρονη Ελοΐζα, ανιψιά του εφημέριου Φυλμπέρ. H Ελοΐζα διέθετε ένα ευρύτατο πνεύμα παρ' όλο το νεαρό της ηλικίας της. Γνώριζε αρχαία ελληνικά και λατινικά. Είχε διαβάσει την Οδύσσεια, την Ιλιάδα, τον Οβίδιο, τον Αυγουστίνο, τον Σενέκα... 


Ερωτεύονται και αγαπιούνται βαθιά. Αψηφούν μια ολόκληρη κοινωνία. Γίνονται ζευγάρι κρυφά από όλους. Μέχρι που η Ελοϊζα μένει έγκυος. Η Εκκλησία αντιδρά και η κοινωνία σκανδαλίζεται. Εισβάλλουν στο σπίτι τους και ευνουχίζουν τον Αβελάρδο. Εκείνος απομονώνεται σε μοναστήρι και διατάζει την Ελοΐζα να μονάσει. Όχι μόνο της ζητά να γίνει μοναχή, αλλά και να μπει σε μοναστήρι πριν από εκείνον, έτσι ώστε να είναι σίγουρος ότι θα το κάνει... Εκείνη τον υπακούει και καταδικάζει τον εαυτό της. Ζούνε σε ξεχωριστές μονές για τα επόμενα 20 χρόνια. Ανταλλάσσουν παθιασμένες ερωτικές επιστολές. Πληρώνουν με το τίμημα της ίδιας της ζωής τους, έναν έρωτα που δε μπόρεσε να γίνει αποδεκτός στον καιρό του. 

«Οι άνθρωποι γίνονται ζώα όταν ερωτεύονται. 
Και θηρία, όταν ερωτεύονται οι άλλοι…» 

Ο Αβελάρδος απομονώνεται και συγγράφει ασταμάτητα, προκαλώντας την Εκκλησία που τον πολεμά μέχρι το θάνατό του. Η Ελοΐζα έζησε ακόμη 21 χρόνια ως υποδειγματική ηγουμένη, αν και δεν είχε καμία έφεση! Εκείνη πέθανε στις 16 Μαΐου 1164, ήταν 63 ετών. Όσο ακριβώς και εκείνος. Η τελευταία της επιθυμία ήταν να θαφτεί μαζί με τον αγαπημένο της... 

«Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται,
η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται,
ου φυσιούται,
ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται,
ου λογίζεται το κακόν,
ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αλήθεια,
πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει,
πάντα υπομένει,
η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.»


«Πως κηδεύονται οι αγάπες; 
Πως τις πιάνεις και τις βάζεις στον τάφο;
Πως μπόρεσα να συνεχίσω δίχως εσένα;
Πως θα μεγαλώσεις χωρίς εμένα;
Πως έφερες την καρδιά σου σε μένα 
και πώς έφερα τη δική σου σε σένα;
Όταν ξαπλώναμε, πάντα μου έλεγες 
"αγαπημένη μου, άραγε υπάρχουν άλλοι άνθρωποι στον κόσμο 
που αγαπιούνται όσο εμείς;"»

Η επιθυμία της πραγματοποιείται 700 χρόνια αργότερα, όταν χτίζεται το Κοιμητήριο του Père Lachaise. Μεταφέρονται τα οστά τους σε κοινό τάφο, ο οποίος σώζεται στο Παρίσι και έχει πλέον μετατραπεί σε σύμβολο της αιώνιας αγάπης για τους απανταχού ερωτευμένους.  Ένας έρωτας που γεννήθηκε το Μεσαίωνα, πολύ πριν γραφτεί ο "Ρωμαίος και η Ιουλιέτα", μέσα σε ένα απόλυτα εχθρικό και αυστηρό θεοκρατικό κράτος. Τι ειρωνεία ο Θεός, εκείνος που υποτίθεται ότι μιλά για την αγάπη, να εκπροσωπείται από άτομα που τόσο σκοταδιστικά την έχουν πολεμήσει. Τοποθετώντας την μέσα σε κοινωνικά στερεότυπα και κανόνες... Η αγάπη του Αβελάρδου και της Ελοΐζας αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για καλλιτέχνες, ιστορικούς, ψυχολόγους και κοινωνιολόγους των επόμενων αιώνων, αλλά και για τα σύγχρονα ζευγάρια μέχρι και σήμερα.

«Γιατί υπάρχουν πράγματα που συμβαίνουν 
και πράγματα που γίνονται.
Και οι μεγάλες αγάπες πάντα συμβαίνουν
και ποτέ δε γίνονται.
Γιατί ο θάνατος είναι ολέθριος.
Μα η ζωή πιο ολέθρια.
Γιατί ο χρόνος θαμπώνει τα γεγονότα.
Και ο έρωτας θαμπώνει το μυαλό.
Γιατί ο χρόνος και ο έρωτας θαμπώνουν τα πάντα...

Ούτε τιμή, ούτε φήμη. Ούτε καν πλούτος.
Τι είναι όλα αυτά μπροστά στον Έρωτα;
...
Εύχομαι να σας αγαπήσουν μέχρι τρέλας.»


Ο Γιάννης Καλαβριανός μετά από τις "Παραλογές ή Μικρές καθημερινές τραγωδίες" (2010) και το "Γιοι και Κόρες" (2012), επανέρχεται με την παράσταση "Αβελάρδος και Ελοΐζα". Το έργο παρουσιάστηκε σε μια πρώτη εκδοχή του για το Φεστιβάλ Αθηνών. Τώρα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου ανεβαίνει σε μια δεύτερη εκδοχή που σε κερδίζει με την απλότητα και την ομορφιά της. Σε αυτό συνηγορούν οι ερμηνείες της δυναμικής Ελένης Κοκκίδου, του αξιόλογου Γιώργου Γλάστρα και της συγκινητικής Χριστίνας Μαξούρη, οι οποίοι μέσα από ένα παιχνίδι εναλλασσόμενων ρόλων κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών. Βγαίνοντας από το θέατρο, η πρώτη μου κίνηση ήταν να αναζητήσω το βιβλίο με το κείμενο της παράστασης. 

Το βέβαιο είναι ότι η παράσταση γίνεται αφορμή για να επαναπροσδιορίσεις μέσα σου τη σημαντικότητα του έρωτα, αλλά και του πόσο έχει εκπέσει στην εποχή μας. Μια από τις τραγικότερες και πιο μυστηριακές ιστορίες αγάπης στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.


Η ταυτότητα της παράστασης
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Κίνηση: Χρήστος Παπαδόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριέττα Σπηλιοπούλου
Παίζουν: Γιώργος Γλάστρας, Ελένη Κοκκίδου, Χριστίνα Μαξούρη 
Φεστιβάλ Αθηνών – Εταιρεία Θεάτρου Sforaris

Με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου, στο πλαίσιο του προγράμματος Ελλάς Γαλλία Συμμαχία 2014.

Πληροφορίες εισιτηρίων
Κανονικό 12€ / Φοιτητικό, Άνω των 65 ετών 10€ / Ανέργων 8€

Θέατρο του Νέου Κόσμου
Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Αθήνα, 2109212900, http://www.theatroneoukosmou.gr/
Παραστάσεις
Κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο, στις 21:15
Κάθε Κυριακή, στις 19:00

Από 8 Οκτωβρίου έως 28 Δεκεμβρίου 2014



13 Οκτωβρίου 2014

Ήταν ο Σάμουελ Μπέκετ...



«Ένα χειμωνιάτικο πρωινό έκανα βόλτες με τον Αριέτα στους Κήπους του Λουξεμβούργου, όταν σε μια δευτερεύουσα αλέα είδαμε ένα μαύρο μοναχικό πουλί, σχεδόν ακίνητο, να διαβάζει εφημερίδα. Ήταν ο Σάμουελ Μπέκετ. Ντυμένος σε αυστηρό μαύρο απ’ την κορυφή ως τα νύχια, έμοιαζε απελπισμένος, προκαλούσε φόβο. Έμοιαζε σχεδόν ψέμα ότι ήταν αυτός, ότι ήταν ο Μπέκετ. Δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι μπορεί να τον συναντήσω. Ήξερα ότι δεν ήταν ένας πεθαμένος κλασικός αλλά κάποιος που ζούσε στο Παρίσι, τον φανταζόμουν όμως πάντα σαν μια σκοτεινή παρουσία που πετούσε πάνω από την πόλη, ποτέ σαν κάποιον που συναντάει κανείς να διαβάζει εφημερίδα σ’ ένα παλιό ερημικό πάρκο. Πού και πού γύριζε σελίδα και το έκανε με τέτοια τσαντίλα και τόσο έντονη ενέργεια, που δεν μας φαινόταν περίεργο να άρχιζε να τρέμει όλος ο Κήπος του Λουξεμβούργου. Όταν έφτασε στην τελευταία σελίδα, έμεινε κάτι ανάμεσα σε συνεπαρμένο και απόντα. Προκαλούσε περισσότερο φόβο από πριν.

«Είναι ο μόνος που είχε τα κότσια ν’ αποδείξει ότι η απελπισία μας είναι τόσο μεγάλη που δεν έχουμε ούτε λόγια να την εκφράσουμε»


Related Posts with Thumbnails