11 Μαρτίου 2021

Ταξίδια και άλλα ταξίδια / Antonio Tabucchi



Το "Ταξίδια και άλλα ταξίδια" του Antonio Tabucchi ήταν ένα από τα βιβλία που μπόρεσε να με ταξιδέψει εν μέσω αυτής της (ατελείωτης) καραντίνας. Όπως μοιράστηκα πρώτα στο instagram -όπου κάποιοι γράψατε ότι ήδη το παραγγείλατε- πρόκειται για ένα βιβλίο που σε γεμίζει εικόνες από τόπους, πολιτισμούς και ιστορίες ανθρώπων. Διαβάζοντας το, ξεχνάς έστω για λίγο την πανδημία, τα μέτρα, όσα ζούμε. Ίσως βέβαια ζηλέψεις λίγο τον Tabucchi. Ίσως σκεφτείς το πόσα χάνουμε με αυτή την κατάσταση. Αλλά σε κάνει να συνειδητοποιήσεις και πόσα όμορφα μας περιμένουν όταν θα περάσει επιτέλους (και) αυτό. 


Ο Αντόνιο Ταμπούκι ταξίδεψε πολύ. Κι έγραψε, γι' αυτά τα ταξίδια του. Στο βιβλίο μοιράζεται στιγμές από τη Πορτογαλία, με τον Πεσσόα στο Brasileira Do Chiado, ένα από τα πιο εξέχοντα λογοτεχνικά καφέ της Λισαβόνας, στην καρδιά της πόλης. Εκεί όπου έχει τοποθετηθεί το μπρούτζινο άγαλμα του αγαπημένου ποιητή. Από πόλεις της Ιταλίας, το Παρίσι, τη Μαδρίτη, το Κάιρο, το Κυότο, την πόλη της καλλιγραφίας, τη Βαρκελώνη, τη Βραζιλία, το Χάνγκινγκ Ροκ, τη Βομβάη, στιγμές στην Αυστραλία, την Ινδία και φυσικά την Ελλάδα. 



Ο Ταμπούκι ήταν ένας αληθινός ταξιδιώτης. Μοιράζεται αρκετά αξιοσημείωτα περιστατικά και στιγμές από τις διαδρομές του, όπως μια παρουσία, ένα μνημείο, κάτι απρόοπτο όλα εκείνα που κάνουν τα ταξίδια εμπειρίες ζωής. Στέκεται απέναντι στους ανθρώπους και στις χώρες ως ένας περίεργος συγγραφέας - παρατηρητής.

Πολλές είναι οι αναφορές στην Ελλάδα. «Από τότε που την επισκέφτηκα για πρώτη φορά», γράφει για την Ελλάδα στο βιβλίο, «κατάλαβα αμέσως ότι δεν θα άφηνα ποτέ αυτή τη χώρα. Και επιστρέφω κάθε χρόνο». Ιδιαίτερα για την Κρήτη έχει αφιερώσει τρία κεφάλαια, όπου αναφέρει διαδρομές, την αγάπη του για τα βουνά και τα βότανα του νησιού, αλλά και τις φιλίες που είχε δημιουργήσει, επισκεπτόταν το νησί κάθε χρόνο. Επίσης κάνει ιδιαίτερες αναφορές για τους Δελφούς και το Σούνιο. 


«Πολλοί, σχεδόν όλοι, πηγαίνουν στην Κρήτη για τη θάλασσα. Μπορεί όμως κανείς να πάει κυρίως για τα βουνά, διότι η Κρήτη είναι ένα τεράστιο βουνό, θα έλεγα ένα σύνολο από βουνά κάθε βαθμού και κατηγορίας: μυτερές απότομες κορφές, δαντικά φαράγγια, μεγαλοπρεπή οροπέδια, ήρεμοι λόφοι σκεπασμένοι από ατελείωτους ελαιώνες. (…) Τα χωριά της ενδοχώρας διατηρούν την αρχιτεκτονική, τα ήθη, τις συνήθειες και τα φαγητά ενός αρχαίου μεσογειακού πολιτισμού που έμεινε άθικτος. Και πρώτα απ’ όλα την ξενοφιλία που είναι το αντίθετο της ξενοφοβίας, η οποία είναι τόσο πολύ στη μόδα σήμερα στην Ιταλία». (σ.81)

«Οι καλύτεροι οδηγοί θα σας πουν ότι η Κρήτη είναι ο πιο πλούσιος σε φυτά, βότανα και άνθη τόπος ολόκληρης της Ευρώπης. Χρησιμοποιούνται με διάφορους τρόπους, αλλά τα βασικότερα είναι εκείνα της αρχαίας φαρμακευτικής που ανάγεται στον Ιπποκράτη και τον Θεόφραστο, και που στη συνέχεια ο Γαληνός με τις μελέτες του για τη χλωρίδα μετέτρεψε σε αληθινή θεραπευτική επιστήμη». (σ.81)


«Έφτασα στο Σούνιο στο γεμάτο φως ενός καλοκαιρινού μεσημεριού, με έναν δυνατό άνεμο να φέρνει μαζί του την αλμύρα. Σε έναν από τους κίονες ο Μπάιρον χάραξε το όνομα του. Μπορεί κανείς να δει την «υπογραφή» μονάχα με το κιάλι διότι οι κίονες είναι περιφραγμένοι από ένα σκοινί που τους προστατεύει από πιθανές καταστροφές των επισκεπτών. Κάθισα στη σκιά και με δυνατή φωνή μέτρησα τους κίονες. Στο μυαλό μου επέστρεφε ένα ποίημα: «Στη γυμνότητα του φωτός (όπου το εσωτερικό είναι το εξωτερικό) / Στη γυμνότητα του ανέμου (που περικυκλώνει τον εαυτό του) / Στη γυμνότητα της θάλασσας (που διπλασιάζεται από το αλάτι) / Έναν έναν ονοματίζω τους κίονες του Σουνίου».

«Δεν είναι αλήθεια ότι ο κόσμος είναι μικρός. Ο κόσμος είναι μεγάλος και διαφορετικός. Γι' αυτό και είναι όμορφος: διότι είναι μεγάλος και διαφορετικός, και είναι αδύνατο να τον γνωρίσεις ολόκληρο».

«Ένας τόπος δεν είναι ποτέ ‘ένας’ τόπος: εκείνος ο τόπος είμαστε λιγάκι και εμείς. Κατά κάποιο τρόπο, χωρίς να το ξέρουμε, τον κουβαλούσαμε μαζί μας και μια μέρα, τυχαία, φτάσαμε σ’ αυτόν. Φτάσαμε τη σωστή ή τη λάθος μέρα, ανάλογα, αλλά γι’ αυτό δεν ευθύνεται ο τόπος, εξαρτάται από εμάς. Εξαρτάται από το πώς διαβάζουμε εκείνον τον τόπο, από τη διαθεσιμότητα μας να τον δεχθούμε στα μάτια και στη ψυχή μας, από το αν είμαστε εύθυμοι ή μελαγχολικοί, σε ευφορία ή όχι, νέοι ή γέροι, αν νιώθουμε καλά ή αν έχουμε πονόκοιλο. Εξαρτάται από το ποιοι είμαστε τη στιγμή κατά την οποία φτάνουμε σ’ εκείνο τον τόπο. Αυτά τα πράγματα τα μαθαίνει κανείς με τον χρόνο, ταξιδεύοντας. Πριν από πολλά χρόνια, όμως, όταν έκανα το πρώτο μου ταξίδι στις Αζόρες, δεν το ήξερα ακόμα.» (σ.208)

Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Ανταίο Χρυσοστομίδη, με τον οποίο τους συνέδεε στενή φιλία. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα


Δημοσιεύσεις στο blog για τον Antonio Tabucchi, ίσως σε ενδιαφέρουν:

Έτσι ισχυρίζεται ο Περέιρα, Antonio Tabucchi

Antonio Tabucchi, Οι τρεις τελευταίες μέρες του Φερνάντο Πεσσόα. Ένα παραλήρημα

Τάδε έφη...Αντόνιο Ταμπούκι

λίστα ΙΙ, λίστα Ι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου